Ζητήματα τακτικής και στρατηγικής σημασίας.

Για μια δημιουργική αναρχία [2].

 

  1. Πρόλογος

Στα χρόνια που διανύουμε, η αναρχική κοινωνία εξακολουθεί να παραμένει ένα ιδανικό όραμα. Ένα όραμα, που μοιάζει μάλιστα ν’ απομακρύνεται όλο και περισσότερο, στη νεοφιλελεύθερη εταιρική δυστοπία που εξελίσσεται σήμερα σε βάρος των κοινωνιών. Η πραγματικότητα κάνει όλο και πιο επιτακτική την ανάγκη της έγερσης και της ενεργοποίησης των κοινωνικών αντισωμάτων στην κατεύθυνση της κοινωνικής ελευθερίας και της κοινοκτημοσύνης. Δεν αρκεί η αντίσταση στη ροή της ιστορίας, και το φρενάρισμα ενός ρου που οι παγκόσμιες δυνάμεις ωθούν, δεν αρκεί να γινόμαστε ανάχωμα. Δεν είμαστε ανάχωμα. Όχι πια άλλα αναχώματα στις επιθέσεις του κράτους και του κεφαλαίου. Οφείλουμε στο όνομα της ζωής και της αξιοπρέπειας να περάσουμε στην αντεπίθεση, τώρα. Με όλα τα μέσα. Θέλουμε τον κόσμο και τον θέλουμε τώρα.

Είναι επιτακτική ανάγκη να γίνουμε εμείς -η κοινωνία των ανθρώπων, η πολιτική διελκυστίνδα που θα αντιτάξει τη δύναμη απέναντι στη δικιά τους δύναμη, και θα έλξει με την ανυπέρβλητη ισχύ της τα πράγματα προς όφελος της κοινωνίας, αποτρέποντας έτσι με την επίθεσή μας αυτή, τη φρενήρη κάθοδο στη νεοφιλελεύθερη άβυσσο.  Να προχωρήσουμε την υπόθεση στη δική μας κατεύθυνση εξουδετερώνοντας τα όποια εμπόδια. Και αυτό γιατί εμείς, η κοινωνία ανθρώπων, είμαστε η δύναμη που κινείται ο κόσμος. Εμείς οι απλοί, οι κατακερματισμένοι, οι καταπιεσμένοι, οι εργαζόμενοι, και οι άεργοι. Να σπρώξουμε την υπόθεση της απελευθέρωσής μας μέχρι τη διάρρηξη. Την οριστική διάρρηξη της σχέσης, κοινωνίας και συστήματος εξουσίας. Μέχρι την ώρα, που θα συμπαρασύρουμε ορμητικά τον εσμό των αλλοτριωμένων αντιδραστικών συνειδήσεων αυτού του κόσμου, στο καιάδα της ιστορίας.

  1. Θέλω να ζήσω αύριο αυτό που ονειρεύομαι σήμερα

Μια βασική κι απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει αυτό, είναι να αντιληφθούμε ότι η υπόθεση του αναρχικού κομμουνισμού δεν είναι μόνο ένα όραμα. Μπορεί ως τέτοιο, να μας δίνει όλα τα εύσημα μιας αδιαμφισβήτητα ορθής επιλογής, μπορεί να μας καταλαμβάνει με την αίσθηση της ανατρεπτικής γοητείας, να μας προσφέρει την ικανοποίηση της ριζοσπαστικής πρωτοπορίας, να χαρίζει την λογική νίκη των επιχειρημάτων της κοινωνικής ηθικής, και το ανατρίχιασμα της ωραιότητας, της ευγένειας, της δικαιότητας, και της ελευθερίας των αξιών, αλλά όλα αυτά διέπονται από τη προσωρινότητα.

Η υπόθεση του κοινωνικού αναρχισμού είναι για κάποιους ο αγώνας μιας ολόκληρης ζωής. Για κάποιους άλλους καλύπτει τη μερικότητα  του χρόνου της ενασχόλησής τους με αυτό, και για τους περισσότερους την προσωρινότητα μιας περιστασιακής επιλογής σε κάποια φάση της ζωής τους. Για ακόμα λιγότερους ελπίζω, αποτελεί lifestyle για τους οποίους δεν αξίζει να ασχοληθούμε εδώ. Υπάρχουν δηλαδή αυτοί που αφιερώνουν τη ζωή τους σε έναν πολιτικό αγώνα, αλλά και σε μια στάση ζωής, άλλοι πάλι που απλά πιστεύουν στο όραμα, το υπερασπίζονται πολιτικά, κι άλλοι που απλά το οικειοποιήθηκαν σε κάποια στιγμή στη ζωή τους, το ασπάσθηκαν, το συμπάθησαν, αλλά στη καθημερινότητά τους λησμονήθηκε ακόμα και σε αυτή την περίσταση μιας πολιτικής συζήτησης στο σαλόνι του σπιτιού  τους. Όλες αυτές οι παραπάνω προσεγγίσεις του οράματος του αναρχισμού διέπονται από μια περιχαρακωμένη αντίληψη της υπόθεσης της κοινωνικής επανάστασης, με την έννοια ότι πολύ φυσιολογικά ο καθένας από εμάς, προσπαθεί να τη «βολέψει» με κάποιο τρόπο, στην καθημερινότητά του. Ακόμα κι εκείνοι που έχουν αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή τους, την καθημερινότητά τους στην υπόθεση του αναρχισμού, άθελά τους κάποια στιγμή, έρχεται η ώρα, που η ζωή η ίδια απαιτεί το κομμάτι αυτό  να τακτοποιηθεί σε ένα ντουλάπι, στη συντήρηση, που και θα διασφαλίσει τη συνέχιση της ύπαρξής του, αλλά και θα το περιορίσει σε γνωστές επαναλαμβανόμενες πρακτικές, θα το αποστειρώσει από τη φρεσκάδα του, και θα το τυποποιήσει στη λογική του αγωνιστικού καθήκοντος. Και δεν υπάρχει καμία πολεμική σε αυτό, ούτε καν κριτική. Οι σύντροφοι που καταφέρνουν να τα βγάζουν πέρα στη ζωή τους αφιερωμένοι στον αγώνα, δε μπορεί παρά να λαμβάνουν το σεβασμό μας, αρκεί βέβαια να μην αποκτούν ιδιοκτησιακή λογική κι ασκούν άτυπη ιεραρχία προτάσσοντας ή διεκδικώντας αγωνιστικά παράσημα. Όμως σε κάθε περίπτωση όλα τα προηγούμενα, αποτελούν στατικές καταστάσεις για το κοινωνικό κίνημα.

Σε αντίστιξη όλων αυτών λοιπόν, που έχουν μια οριακή -με τη κυριολεκτική έννοια αυτή των ορίων εννοώ- αντίληψη της «υπόθεσης», υπάρχει και αυτή της οιονεί δυναμικής του αγώνα στη δράση της υλοποίησης ενός σχεδίου. Μιας συνθήκης σταθερής έντασης δηλαδή, όπου ο αγώνας, γίνεται με σχέδιο διαρκείας, με μικρούς και μεγάλους στόχους, η επίτευξη των οποίων είναι στοίχημα που δημιουργεί μια προσανατολισμένη κινητικότητα, με αξιολόγηση των δράσεων κι εναλλαγή των επιλογών, με μικρές νίκες που δίνουν χαρά για να γίνει και το επόμενο βήμα, αλλά και μικρές ήττες που δίνουν νόημα στην αλλαγή της επόμενης τακτικής. Επιπλέον, η προσθήκη νέων συντρόφων στις γραμμές του αγώνα, όχι μόνο προσφέρει τη χαρά της γνωριμίας και της ικανοποίησης του σκοπού της ομάδας, αλλά εμπλουτίζει τις γραμμές μας με ακόμα περισσότερη ορμή, φαντασία, γνώση, εμπειρία. Όλα αυτά μετατρέπουν τον αγώνα από ένα απισχνασμένο καθήκον, σε μια ρέουσα εξελισσόμενη και διαρκώς μεταμορφωνόμενη συνθήκη με στόχους, στάδια, οργάνωση, σχέδιο.

Αναγνωρίζω ότι πολλοί σύντροφοι αντιδρούν αρνητικά ακούγοντας αυτές τις «κακόηχες» λέξεις που θυμίζουν άσχημα πράγματα. Ας μην ανησυχούν. Μιλάμε για ένα σχέδιο με στάδια που θα οδηγεί στη κοινωνική απελευθέρωση χωρίς αξιακές εκπτώσεις. Θα πρέπει να αντιληφθούμε την υπόθεση του αναρχικού κομμουνισμού, όχι απλά σαν ένα όραμα, αλλά σα μια υπόθεση εργασίας, ένα σχέδιο, ένα ταξίδι στο γνώριμο άγνωστο, που πρέπει να βάλουμε μπροστά να υλοποιηθεί πολιτικά. Κανένα όραμα δεν έχει κάποια αξία, αν παραμένει όραμα, χωρίς δράση για την ευόδωσή του. Ένα όραμα χωρίς προσπάθεια υλοποίησης, μπορεί να είναι φιλοσοφική συζήτηση, μπορεί να είναι πολιτική ταυτότητα, κοινωνικός ρόλος, προσωπικός αυτοπροσδιορισμός, ψυχολογικό καταφύγιο, μαγκιά, ή ότι άλλο, αλλά σίγουρα δεν είναι το υλοποιητικό του επίδικο.

Συνεπώς το πολιτικό όραμα, αποκτά αξία όταν επιχειρείται η πιστή και μεθοδική υλοποίησή του. Μέχρι αυτή να επιτελεστεί, ένα άδειο από πρόθεση υλοποίησης όραμα, αποτελεί, σχεδία των αιθεροβαμόνων, «ενδυμασία» των συναναστρεφόμενων,  το ψυχικό καταφύγιο των κατατρεγμένων,  ανεκπλήρωτη ελπίδα των άβουλων, το κατάπλασμα των καταφρονεμένων, και παρηγόρια των ανήμπορων. Αλλά και για να γίνω και λίγο οξύς, βόλεμα των «γραφειοκρατικοποιημένων». Κι όταν λέμε «γραφειοκρατικοποιημένων», δεν εννοώ κάποια εξουσία, αλλά ένα ρόλο, με τον οποίο βολευόμαστε, μια συνθήκη που μας αρέσει, ικανοποιεί τη ματαιοδοξία μας, και μας καθηλώνει σε μια στασιμότητα, που καμιά σχέση δεν έχει με τη γάργαρη ροή της δράσης, με την αγωνία της επόμενης μέρας και της εξέλιξης του αγώνα για τη κοινωνική επανάσταση. Και δε μιλώ περιφρονητικά για όλους αυτούς που βρίσκονται σε αυτές τις «συνθήκες». Έχω προσωπικά βρεθεί σε όλες, και μάλλον είμαι κι εγώ μ’ ένα τρόπο «βολεμένος». Μιλώ για τον εγκλωβισμό που όλοι μας παθαίνουμε, για διάφορους λόγους, όπως πχ κόπωσης, ανάγκης ικανοποίησης, αυτοεπιβεβαίωσης, ισορροπίας της καθημερινότητας, ασφάλειας, ζεστασιάς, στοργής και καλοπέρασης. Ο ιδρυματισμός του «πολιτικώς ανήκειν», του -τοποθετήθηκες στη θέση που επέλεξες, και τακτοποίησες τη συνθήκη σε μια στατική φάση.

Θα πρέπει να δούμε το φως. Να βρούμε το στίβο μάχης. Να τον διαγράψουμε με το βλέμμα μας,  και να προσδιορίσουμε τις παράμετρες του αγώνα, που πρέπει να τρέξουμε. Κι αφού δούμε αυτά, να δρομολογήσουμε προσδιορισμένα την υπόθεση, αποφασισμένα, ελπιδοφόρα, και με την αχτίδα του φωτός που εκπέμπει το όραμα να προχωράμε βήμα -βήμα με δύναμη, επιμονή κι υπομονή μέχρι την οριστική έξοδο απ’ το τούνελ, στην επίτευξη του τελικού μας στόχου. Μόνο η σχεδόν «εμμονική» αντίληψη για πραγμάτωση του σκοπού δίνει νόημα στον αγώνα, αλλά και στην ίδια μας τη ζωή. Ας αλλάξουμε λοιπόν τον τρόπο που βλέπουμε την αναρχική κοσμοθεώρηση ως πολιτικό διακύβευμα, και ας βάλουμε εμπρός να βρούμε το πολιτικό τρόπο να αλλάξουμε τον κόσμο. Όταν λέμε να αλλάξουμε τον κόσμο, εννοούμε την ολική ανατροπή του συστήματος εξουσίας/καπιταλισμού, και την οριστική εγκαθίδρυση της κοινωνίας του ελευθεριακού κομμουνισμού, όχι «μεθαύριο». «Αύριο το αργότερο». Η δράση «γεννάει» το όνειρο, όχι η στάση, πόσο μάλλον η επανάπαυση.

  1. Πολιτική, μέσα και σκοποί

Κι αυτή η ανατροπή για να είναι ολική, θα πρέπει να είναι μαζική, που σημαίνει ότι θα επέλθει από ένα κοινωνικό κίνημα μέσα από την πολιτική διαδικασία, με στόχο το πολιτικό διακύβευμα. Ως πολιτικό διακύβευμα εννοούμε το χώρο της δραστηριότητας των αποφάσεων, που αφορούν σε κάθε οργανωμένη κοινωνία, και γι αυτό αποκαλούνται πολιτικές. Το σύνολο των αποφάσεων αλλά και ο τρόπος που αυτές λαμβάνονται ορίζουν τη πολιτική διαδικασία μιας κοινωνίας, κι αυτό είναι το κομβικό πεδίο που κάθε πολιτική δύναμη επιδιώκει να δρα προνομιακά.

Στη περίπτωση του ανατρεπτικού αγώνα υφίστανται ειδικές αξίες, που τον διαφοροποιούν από κάθε άλλο πολιτικό αγώνα οποιουδήποτε ανταγωνιστικά εξουσιαστικού φορέα, και αποτελούν όχι μόνο το ηθικό, αλλά και κυρίως το τακτικό του πλεονέκτημα. Το κύριο επιχείρημά του, πέρα από το γεγονός ότι δεν δρα ανταγωνιστικά απέναντι στα άλλα πολιτικά εγχειρήματα που επιδιώκουν την κατάληψη της εξουσίας, είναι και η ίδια η αξιακή υφή του. Και αυτή δεν είναι άλλη από την αξία της ταύτισης μέσων και σκοπών. Δηλαδή οι πολιτικές αξίες του αγώνα, καθορίζουν και το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, ο τελικός σκοπός του καθορίζει και τα μέσα ευόδωσής του, σε μια συνέπεια μέσων και σκοπών. Η συστατική αξία αυτού του πολιτικού αγώνα είναι, ότι μια ανεξούσια κοινωνία επέρχεται όταν οι δυνάμεις που την επιδιώκουν, λειτουργούν εξίσου ανεξούσια, συνεπώς συλλογικά, αντιεραρχικά, ελευθεριακά. Αυτός ο κανόνας λειτουργίας των πολιτικών ομάδων που διακονούν την ελευθεριακή ιδέα, είναι απαράβατος. Συμπερασματικά, για την υλοποίηση ενός σχεδίου ανάπτυξης του αγώνα για τη κοινωνική επανάσταση, θα πρέπει οι πολιτικές και κοινωνικές συλλογικότητες να επιχειρούν με ελευθεριακό τρόπο λήψης αποφάσεων, κινούμενοι επάνω στον πολιτικό στίβο μάχης.

Η πολιτική είναι το πεδίο, επάνω στο οποίο οφείλουμε να δρούμε αν θέλουμε να επιτύχουμε την πολιτικά ανεξούσια κοινωνία. Ακόμα κι αν οι δράσεις αφορούν στο κοινωνικό, οικολογικό πολιτιστικό πεδίο, το τελικό σημείο αναφοράς, είναι η πολιτική χειραφέτηση της κοινωνίας από το κράτος. Ανεξάρτητα από το πεδίο δραστηριότητας, όλα καταλήγουν σε αυτή την ευτυχή συνθήκη. Την πολιτική χειραφέτηση από το κράτος. Και για να γίνει αυτό απαιτείται πολιτική δράση.

Με ποιο τρόπο αυτή η πολιτική δράση μπορεί να γίνει αποτελεσματικά από τις αναρχικές πολιτικές συλλογικότητες, το έχουμε αναπτύξει στο «Για μια δημιουργική αναρχία», [https://rising.espivblogs.net/dimioyrgiki-anarchia/], αναφερόμενοι εκεί διεξοδικά, για τα ιδεολογικά, οργανωτικά, για ζητήματα πολιτικής επικοινωνίας, στρατηγικές και τακτικές δράσεις εφαρμογής αλλά και για τον «οδικό χάρτη» μέχρι τη κοινωνική επανάσταση. Ζητήματα που αφορούν τον κόσμο του αγώνα, κι όλους εκείνους που προβληματίζονται για τον τρόπο.

  1. Συνθήκες

Όμως πέρα από τα ζητήματα της πάλης, υπάρχουν και τα ζητήματα των κοινωνικών συνθηκών. Γιατί μια κοινωνική επανάσταση για να γίνει, απαιτεί μέγα πλήθος από επαναστατημένες συνειδήσεις. Και οι επαναστατημένες συνειδήσεις, πέρα από τις όποιες πολιτικές επιρροές που αποτελούν το έναυσμα, έρχονται, πλάθονται, δημιουργούνται μέσα από τη πραγματικότητα. Από τις οικονομικές, κοινωνικές πολιτικές και άλλες συνθήκες. Για να ευοδωθεί η κοινωνική επανάσταση, δεν αρκεί λοιπόν μόνο ο πολιτικός αγώνας, όσο καλά οργανωμένος κι άρτιος να είναι αυτός. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση μεν για τη πρόοδό του, αλλά χρειάζεται και οι συνθήκες να ευνοούν, φουσκώνοντας τα πανιά του αγώνα με ορμή ελευθερίας. Όλοι μας άλλωστε, θα έχουμε παρατηρήσει το φαινόμενο της ανέλπιδης κινηματικής πλημμυρίδας, αλλά και της απογοητευτικής άμπωτης, στις κινηματικές τάξεις μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Ένα φαινόμενο που το διαμορφώνουν οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές συνθήκες, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες των αγωνιζόμενων ομάδων.

Το πάντρεμα αυτών των δύο,  πολιτικού αγώνα και συγκυρίας των συνθηκών, είναι αυτό που φέρνει την κοινωνική επανάσταση. Αυτό λοιπόν το ζήτημα, το ζήτημα των συνθηκών είναι κρίσιμο. Κι εδώ τίθεται το ερώτημα: με ποιο τρόπο ο αναρχικός χώρος μπορεί να επιδράσει στις συνθήκες, ιδιαίτερα όταν αυτές καθορίζονται από τις εξουσιαστικές δυνάμεις; Ειλικρινά πιστεύουμε ότι ο κόσμος θα αλλάξει αλλάζοντας τις συνειδήσεις μόνο μέσα από την πολιτική προπαγάνδα; Είναι ικανές οι δράσεις εφαρμογής, τα εναλλακτικά εγχειρήματα, να αποτελέσουν παραδείγματα –θρυαλλίδες συνολικής ανατροπής των οικονομικών σχέσεων; Είναι η εναλλακτική κουζίνα, τα κοινωνικά παντοπωλεία, οι δράσεις αλληλεγγύης, ικανά να γίνουν πόλος έλξης για το κοινωνικό σύνολο, ως πρότυπα της μαζικής κοινωνικής οργάνωσης;

Κατά την άποψή μου και χωρίς να θέλω να υποτιμήσω το μεγαλείο των ανθρώπων που δίνουν τη ζωή τους σε αυτά  τα εγχειρήματα, νομίζω ότι είναι αποσπασματικά, κι έχουν μικρές πιθανότητες να αποτελέσουν υποδείγματα για την κοινωνία του μέλλοντος, και μάλιστα υπό πολύ συγκεκριμένες συνθήκες στην παρούσα φάση. Όχι για τα εξαιρετικά ποιοτικά τους χαρακτηριστικά, αλλά από την εξουσιαστική επιβολή. Με ολίγη από σοσιαλδημοκρατία,  με ένα μικρό αεράκι «παροχών» του κράτους, με μια πρέζα νομιμότητας, με μια κλωτσιά επιβολής, οι δομές αυτές διαλύονται σαν κάστρα στην άμμο. Κι αυτό, γιατί οι γενναίοι άνθρωποι που τις επανδρώνουν, όσο πείσμα κι αν έχουν, αργά ή γρήγορα, ηττώνται από τις συνθήκες.

Από την άλλη ούτε οι προπαγανδιστικές πολιτικές δράσεις είναι ικανές από μόνες τους να εγείρουν ένα κοινό που δεν θέλει. Πόσο μάλλον όταν αυτό το κοινό είτε υπνωτίζεται από την καταναλωτική ραστώνη, είτε εξουδετερώνεται, παγωμένο από το φόβο και την αγωνία της επιβίωσης. Καμία πολιτική προπαγάνδα δε μπορεί να αντισταθεί  σε αυτές τις δύο συνθήκες, που είναι και οι παραστάτες του καπιταλιστικού εποικοδομήματος. Όσο άρτια κι αν είναι η πολιτική προπαγάνδα, στη καλύτερη περίπτωση σπέρνει σπόρο, που το πολιτικό υποκείμενο θα θερίσει σε άγνωστο βάθος χρόνου. Όταν ευνοούν οι συνθήκες και η κοινωνία ριζοσπαστικοποιείται, τότε είναι που το κοινωνικό κίνημα εγείρεται. Τότε είναι που μια καλά οργανωμένη ομοσπονδία συλλογικοτήτων, μπορεί να δρέψει τους καρπούς της σποράς της, και να κεφαλαιοποιήσει διεισδυτικά μέσα στον κοινωνικό ιστό την ωρίμανση των συνθηκών για κοινωνική επανάσταση. Όμως μέχρι να συμβεί αυτό, καμιά πολιτική οργάνωση, δε μπορεί να επηρεάσει στην κατεύθυνση της ριζοσπαστικοποίησης κάποιον που αγωνιά αν θα έχει μεροκάματο την επόμενη και γυρνάει σπίτι αποκαμωμένος και γι αυτό ανήμπορος να σκεφτεί. Ή κάποια που μετράει και την τελευταία δεκάρα να πάρει ένα μπουκάλι γάλα για τα παιδιά, ή δυο παιδιά που εκπαιδεύονται μοχθώντας  για να γίνουν τεχνίτες ενώ ταυτόχρονα ονειρεύονται μάταια ότι αυτοί ειδικά «θα πιάσουν την καλή». Μιλάμε για τον πολιτικό έλεγχο των ανθρώπων, μέσα από την καταστολή της ίδιας της ζωής, της μισθωτής εργασίας, το τρόμο της ανέχειας, το φάσμα της ανεργίας, τον κίνδυνο της υγείας, και τη προοπτική των μαύρων γεραμάτων. Γιατί ας μην ξεχνάμε, ότι η υποβάθμιση της καθημερινότητας, η καταπίεση της λιτότητας, η διαιώνιση της μιζέριας, η ματαίωση της μόρφωσης,  η ολοένα και μεγαλύτερη απαξίωση της υγείας, της πρόνοιας και η καταρράκωση της προσωπικότητας των υποτελών μιας εξουσίας, δημιουργούν  τις προϋποθέσεις της οιονεί εξασφάλισης της υποταγής της κοινωνίας μέσω της διαρκούς κοινωνικής απονέκρωσης. Πρόκειται για τον κυριότερο τρόπο πολιτικού ελέγχου. Σε αυτή τη λογική κινείται άλλωστε το νεοφιλελεύθερο αφήγημα, που στην ουσία πρόκειται για την παλινόρθωση του αριστοκρατικού ολιγαρχισμού στη προ της αστικής επανάστασης περιόδου.

Και δεν είναι μόνο αυτός, ο πολιτικός έλεγχος μέσω των συνθηκών διαβίωσης των υπηκόων. Επάνω σε αυτόν προστίθενται οι διαδικασίες εκπαίδευσης, που στρέφονται προσανατολιζόμενες όλο και περισσότερο στην εμπορευματοποίηση και λιγότερο στη κρίση και τη μόρφωση. Προστίθεται και η χειραγώγηση της τηλεόρασης. Προστίθεται η λογοκρισία του πολιτισμού, κυρίως  μέσα από τη καλλιέργεια της αμορφωσιάς και την κατανάλωση του χυδαίου. Την προώθηση της ανοησίας, μέσα από τα realities, και τις lifestyle εκπομπές. Δεν είναι τυχαίο πως όλα τα αυταρχικά πολιτεύματα, πάντα προωθούσαν παρόμοια «ακίνδυνα» για τη σκέψη θεάματα, σαν προπαγανδιστικό πολτό. Και οι μάζες, αδύναμες να σκέφτονται και κατάκοπες να κρίνουν,  καταναλώνουν μαζικά αυτό το θέαμα, σα placebo. Μια κοινωνία σε λήθαργο, και μια εξουσία στον πύργο ελέγχου.

Και βέβαια δε θα πρέπει να ξεχνάμε το φόβο της τιμωρίας και τον τρόμο της καταστολής, που διαλύει τις όποιες εκδηλώσεις αντίστασης, την αυταρχικοποίηση των αστικών δημοκρατιών και τη μετατροπή τους σε καθεστώτα επιτήρησης, αυστηρού ελέγχου, και άσκησης αδίστακτης βίας, και μάλιστα ενίοτε «νομιμοποιημένης» στη κοινή γνώμη.

Γι αυτό και πιστεύουμε πως η δύναμη της πραγματικότητας, έτσι όπως διαρθρώνεται μέσα από τις πολιτικές αποφάσεις της εξουσίας, μέσα από οικονομικό περιβάλλον, δημιουργούν όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, ώστε η κοινωνία να κατευθύνεται σε μεγάλο βαθμό από αυτές αν όχι απόλυτο. Και οι κινηματικές συλλογικότητες είναι τόσο “λίγες” επιδραστικά, και τα μέσα τους τόσο πενιχρά για να παρέμβουν δραστικά, ώστε μοιάζει σχεδόν με θαύμα, όταν κάποιες φορές διαπιστώνουμε από το πλήθος μιας στιγμιαίας κοινωνικής ανάφλεξης, πόσος κόσμος θέλει να βγει μαζί μας στο δρόμο, αλλά δε μπορεί. Οι συνθήκες διαβίωσης λοιπόν.

  1. Συνθήκες και συνείδηση

Όταν λέμε συνθήκες δε μιλάμε για τις υλικές συνθήκες αφ’ εαυτές, όπως ίσως κάνουν όσοι έχουν μιαν υλιστική αντίληψη της πραγματικότητας. Δε μιλάμε δηλαδή για τις υλικές συνθήκες ως κατάσταση. Δεν είναι εκείνες που διαμορφώνουν την επαναστατική συνείδηση. Όχι οι συνθήκες από μόνες τους δε διαμορφώνουν συνειδήσεις. Οι συνθήκες είναι το ένα μέρος της κατάστασης. Το άλλο μέρος είναι η αντίληψή τους. Η πρόσληψη των συνθηκών ως εντύπωση στις συνειδήσεις, και κατά συνέπεια, οι δράσεις που εκπορεύονται με βάση αυτή την εντύπωση. Για να φέρω ένα παράδειγμα, είναι διαφορετική η συνείδηση που προσλαμβάνει τα παράλογα περιοριστικά μέτρα ενός κράτους για τη πανδημία, και διαφορετική εκείνη που τα αντιλαμβάνεται σαν εξουσιαστική αυθαιρεσία. Μιλάμε πάντα για τα ίδια μέτρα. Μια φοβική συνείδηση βλέπει την προστατευτική διάσταση του κράτους, ενώ μια ελεύθερη βλέπει την αυθαιρεσία του κράτους, μιλώντας ακριβώς για τα ίδια μέτρα.

Γι αυτό και σημασία δεν έχουν μόνο οι συνθήκες αφ’ εαυτές, αλλά τα συναισθήματα που προκαλούνται από αυτές, και παρεπόμενα η διανοητική λειτουργία που παράγεται και τα συμπεράσματά της. Για να το εξηγήσουμε ακόμα περισσότερο,  μπορεί κάποιες συνθήκες να είναι εξαιρετικά άσχημες, όπως για παράδειγμα αυτή των προλετάριων του 17ου αιώνα,  που δουλεύουν σαν σκλάβοι για ένα πιάτο φαΐ χωρίς ξεκούραση, αλλά και χωρίς να εξεγείρονται από αυτή τη συνθήκη. Ή και το αντίθετο, οι Αμερικανοί βιομηχανικοί εργάτες του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα, που εργάζονται 5ήμερο 8άωρο, και όχι μόνο έχουν τα αναγκαία αλλά είναι συνειδητοί καταναλωτές, απολαμβάνουν ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο, κοινωνική πρόνοια,  και είναι ευχαριστημένοι από τον τρόπο ζωής τους. Και οι δυο αυτές αντίθετες καταστάσεις, είναι υλικές συνθήκες, που δεν πυροδοτούν καμία αντίδραση, καμία εξέλιξη, τουλάχιστον σε βάθος χρόνου μιας ζωής. Είναι αμιγώς υλικές συνθήκες, που διαψεύδουν το αφήγημα των υλικών συνθηκών, ως μοναδικού παράγοντα ανάφλεξης της ιστορίας. Δε μιλάμε λοιπόν γι αυτή την υλική ωρίμανση των συνθηκών, τις οποίες όπως και να το δεις, ακόμα κι όταν μετατρέψεις έναν εξαθλιωμένο προλετάριο του 17ου αιώνα στον αστό εργάτη της μεταπολεμικής Αμερικής, με μονοκατοικία, αυτοκίνητα, πρόνοια, κι ασφάλεια, δε μπορούν από μόνες τους να αλλάξουν τον κόσμο, δε μπορούν να προκαλέσουν κοινωνική επανάσταση, ανατρέποντας τις εκμεταλλευτικές σχέσεις.

Μιλάμε για συνθήκες που έχουν ένα πνευματικό αντίστοιχο. Μπορεί από τη μία να έχουμε αισθήματα ικανοποίησης και δημιουργικότητας. Μπορεί να χαιρόμαστε από την πρόοδό μας, ή με τα κέρδη που είχε σήμερα η επιχείρησή μας, να ικανοποιούμαστε από την επιβεβαίωση των ανωτέρων μας, ή να απολαμβάνουμε την εξουσία μας επάνω στους υφισταμένους μας, και να χαιρόμαστε για την προαγωγή μας.  Αλλά στην ίδια ακριβώς συνθήκη να αντιλαμβανόμαστε και το ανάποδο. Ότι δουλεύουμε για το τίποτα, να καταπιεζόμαστε από έναν κομπλεξικό προϊστάμενο, να αγωνιούμε αν θα ανοίξουμε το μαγαζί  μας αύριο, να νιώθουμε ότι είμαστε θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης, απαξίωσης, ή ρουφιανιάς.

Αλλά και πέρα από αυτές τις σύνθετες εντυπώσεις εκ των συνθηκών, όλοι μας έχουμε μιαν αίσθηση ως απότοκο αυτού που μας συμβαίνει. Από αυτό  το απλό «κουράστηκα», όταν γυρνάμε σπίτι από τη δουλειά, το πονάει η μέση μου από την ορθοστασία, το ξεποδαριάστηκα, μπούχτισα. Ή ακόμα το δεν προλαβαίνω, δεν βρήκα λύση, ξέμεινα για το μήνα, και τώρα τι θα κάνω, ή τι θα απογίνω; Κι όχι μόνο αυτά. Μέχρι το:  «πόσο υποκριτής», «πόσο θέατρο να παίζω ακόμα;», «με ρουφιάνεψε», «δεν μπορώ άλλο τις φωνές», «βαρέθηκα κάνω τα ίδια και τα ίδια». Όλα αυτά είναι συναισθήματα, προϊόντα συνθηκών, αλλά κι αφορμές για σκέψεις και συμπεράσματα. Οι συνθήκες τα προκαλούν. Κι είναι μέρος τους. Κομμάτι τους. Μέρος της επόμενης ημέρας των ανθρώπων που τις φέρουν. Αυτές οι συναισθηματικές αντιδράσεις δημιουργούν πεποιθήσεις, εκκολάπτουν απόψεις, δημιουργούν θέσεις, και μας τοποθετούν σε μια προσανατολισμένη στάση –θέση διαμορφώνοντας τον τρόπο που υποδεχόμαστε τα ερεθίσματα. Αυτά τα συναισθήματα είναι η τύρφη που δυνητικά πλάθεται ένα πνεύμα. Μια κουλτούρα και μια στάση. Η πρόσληψη λοιπόν της κατάστασης, και η υποδοχή της ανάλογα με τη συνείδηση πλάθουν μιαν εσωτερική συνθήκη. Το αν και κατά πόσον αυτή η συνθήκη είναι δυναμική και κυοφορεί δράση, αυτό έχει να κάνει με άλλους παράγοντες, που θα πούμε πιο κάτω.

Συνεπώς, όταν λέμε συνθήκες, δεν εννοούμε μόνο τη περιγραφή των ουδέτερων καταστάσεων υλικής διαβίωσης, αλλά αυτές μαζί με τις συνειδήσεις που πλάθονται από αυτές, ως ένα όλο. Αυτό το αυθύπαρκτο και δισυπόστατο «όλον», συνθήκη -συνείδηση, οφείλουμε να βλέπουμε πολιτικά ως κοινωνική συνθήκη, αν θέλουμε να έχουμε μια καθαρή αντίληψη της πραγματικότητας.

  1. Ζυμώσεις και παρεμβάσεις

Μέσα σε αυτό το όλο το δισυπόστατο “όλον”, επωάζονται οι ιδέες. Εκεί πέφτει ο σπόρος από τον πολιτικό παράγοντα, εκεί γονιμοποιείται ο σπόρος της πολιτικής συνείδησης, και προκαλεί ανάλογα με το «εύφορο», την εμβάθυνση για πολιτική σκέψη και πολιτική ανάλυση. Εκεί εμπνέεται και η νομοτελειακή λογική. Εκεί μέσα στη συνείδηση είναι πιθανό να ανθίσει το λουλούδι. Μέσα στο αφράτο χώμα, το οργωμένο από τις αντιφάσεις της ζωής. Αυτή είναι η συνθήκη που εννοούμε εμείς. Και σε αυτή τη συνθήκη θα πρέπει ως πολιτικά υποκείμενα  να στρέψουμε τη προσοχή μας αν θέλουμε να ανατρέψουμε τον κόσμο. Πρόκειται για το πώς διαμορφώνονται οι συνθήκες επώασης της κοινωνικής επανάστασης. Κι εκεί είναι το ζήτημα που θέλω να εστιάσω, γι αυτό κι όλη αυτή η κουραστική ίσως ανάλυση.

Έχει μεγάλη σημασία να δούμε αυτό το σημείο και το πώς επιτελούνται οι διαδράσεις πέρα από το ατομικό, στο ομαδικό, και στο ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο. Ανάμεσα στο υλικό και στο πνευματικό. Αυτές τις διαδράσεις που επιτελούνται στον οριζόντιο άξονα της ελευθερίας –καταπίεσης, που τέμνει τον κάθετο άξονα υλικών συνθηκών ευημερία –ανέχεια. Σε αυτό τον πίνακα, οι συμμίξεις προκαλούν τις πολιτικές θέσεις σε ατομικό επίπεδο. Και αυτό το κάδρο με αυτό τον αξιακό σταυρό,  είναι οι πολιτικές συνθήκες, που διαμορφώνουν αυτές τις πολιτικές θέσεις σε μαζικό επίπεδο. Σε αυτές τις συνθήκες  οφείλουμε να παρεμβαίνουμε πολιτικά, αν θέλουμε να στρέψουμε την πραγματικότητα προς το όφελος της κοινωνίας.

Και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτό τον πίνακα, παίζει ρόλο αν θα παραχωθούν από μια μοιρολατρική προσέγγιση της πολιτικής πραγματικότητας, ή αν θα μετατραπούν σε σχέδιο αγώνα με σκοπό τη πρόκληση κοινωνικής επανάστασης. Και για να γίνει το δεύτερο, έχουν σημασία οι, -αντιφατικές, και γι αυτό διδακτικές- συνθήκες που πλάθουν την κουλτούρα αυτού που προσλαμβάνει με αυτό τον τρόπο τα ερεθίσματα. Κοινώς, οι συνθήκες έχουν ένα πνευματικό αντίστοιχο, η ελευθεριακή καλλιέργεια του οποίου είναι ζητούμενο. Δηλαδή, τη σύλληψη του νοήματος της επανάστασης μέσα από αυτές. Τη σύλληψη του νοήματος της επανάστασης από το πεινασμένο, εξαθλιωμένο, κι εκφοβισμένο προλετάριο του 17ου αιώνα, αλλά και από τον χορτάτο, αλλοτριωμένο αστό εργάτη των μεταπολεμικών ΗΠΑ, ή  και το σύγχρονο αντίστοιχό του, ακόμη κι αν εργάζεται σαν παραγωγικός χαρτογιακάς σε κάποιο χρυσοφόρο πύργο του Χογκ Κογκ ή της Σιγκαπούρης.  Αυτή η σύλληψη –του νοήματος της επανάστασης, είναι μια διανοητική διαδικασία και προκαλείται από τους καταλύτες ελευθερίας στη σκέψη. Και καταλύτες ελευθερίας, μπορεί  να είναι κι αντικειμενικές συνθήκες όπως η ταχεία ταξική κινητικότητα, η κριτική εκπαίδευση, η ελευθεριακή κουλτούρα, η συλλογική ηθική, η σκέψη, ο ελεύθερος χρόνος  αλλά και η σχετική ευημερία. Όλα αυτά και μαζί και χώρια, καθώς κι άλλα, μπορούν να αποτελέσουν χημικούς συνδυασμούς που παράγουν «ευγενή μέταλλα».

Κι αυτή είναι μια ουσιώδης διαφορά με τους μαρξιστές. Ότι δηλαδή, οι υλικές συνθήκες δεν είναι μια κατάσταση για χάρη της οποίας θα πρέπει να αγωνιστούμε, αλλά είναι μια κατάσταση για την ανατροπή της οποίας θα πρέπει να αγωνιστούμε. Κι αυτό γιατί η ελευθερία είναι ένα ξωτικό που φωλιάζει στις συνειδήσεις ανεξάρτητα από την υλική υπόσταση του περιβάλλοντος, ανεξάρτητα από τη ταξική θέση ενίοτε, που γεννιέται και πετάει από τις αντιφάσεις της ζωής και τα διδάγματά της. Και οι συνθήκες διαμορφώνουν συνειδήσεις.

Όπως είπαμε και πιο πάνω, η πολιτική οργάνωση, όσο κι άρτια κι αν είναι, όσο καλή κι εντατική δουλειά κι αν κάνει, όσο κι αν η πολιτική της επικοινωνία, οι τακτικές της , οι στρατηγικοί της στόχοι και τα σχέδια αγγίζουν την τελειότητα, τα όρια στο αποτέλεσμα της προσπάθειας δε μπορεί παρά να είναι πεπερασμένα, αν οι συνθήκες δεν ευνοούν, όταν δηλαδή οι δέκτες -ο κόσμος, δεν είναι έτοιμοι να ακούσουν -πόσο μάλλον να αποδεχθούν τα μηνύματα που εκπέμπεις. Γιατί το βίωμα έχει πολλαπλάσια ισχύ από το μήνυμα. Κι αν τα βιώματα κάποιου είναι ενισχυτικά της συντήρησης της κατάστασης που ζει επειδή είναι ικανοποιητικά, ή αντίθετα επειδή είναι τρομοκρατικά, όσο κι αν προσπαθείς, δύσκολα κάτι αλλάζει στη συνείδησή του.

Αυτό δε σημαίνει ότι τακτικά ο κόσμος του αγώνα δε θα πρέπει να επιδιώκει το μέγιστο αποτέλεσμα, ενεργώντας στο μέγιστο της προσπάθειας και στο αρτιότερο της δράσης. Άλλωστε τίποτε δεν πάει χαμένο. Όλες οι προσπάθειες αργά ή γρήγορα ευοδώνονται. Αρκεί να είναι επικοινωνιακά εύληπτες και ξεκάθαρες. Ευοδώνονται σε χρόνο και τόπο ανύποπτο. Και μάλιστα σε βάθος χρόνου. Σας μιλώ εκ πείρας. Ας μην απογοητευόμαστε από την έλλειψη άμεσων αποτελεσμάτων. Τον αγώνα λοιπόν,  οφείλουμε να το κάνουμε ούτως ή άλλως, αν θέλουμε να φέρουμε πιο κοντά τη προοπτική που οραματιζόμαστε. Επίσης οφείλουμε στα πλαίσια αυτού του αγώνα, να ασκούμε πρακτικές αλληλεγγύης, να υποστηρίξουμε τα πρωτόλεια εγχειρήματα, αλλά και το σημαντικότερο, να γινόμαστε παράδειγμα ανθρωπινότητας εμείς οι ίδιοι. Βιωματικές μορφές επίδρασης είναι αυτά, που βοηθούν σε μεγάλο βαθμό τον πολιτικό αγώνα.

Όμως, και πάλι χρειάζονται αντικειμενικές συνθήκες διαβίωσης και δράσης που θα υποβοηθούν με κάποιο τρόπο, όλα τα παραπάνω, ώστε το όραμα να μπει σε τροχιά υλοποίησης. Δε μπορείς να λειτουργήσεις υποστηρικτικά σε κάποιο συνεργατικό εγχείρημα, αν δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο που να επιτρέπει τα συνεργατικά εγχειρήματα. Δε μπορείς να κάνεις δράσεις αλληλεγγύης, αν δεν έχεις υποδομές -καταλήψεις να τις υποστηρίξεις. Δε μπορείς να μιλήσεις για ελευθερία, όταν το έντυπο υλικό σου θεωρείται πειστήριο εγκλήματος. Επιπρόσθετα, δε μπορείς να μιλήσεις γι αλληλεγγύη όταν μια ολόκληρη κοινωνία είναι προσανατολισμένη στην αρπαχτή  και στην εγωλατρεία. Δε μπορείς να έχεις ευήκοους ακροατές, όταν αυτοί είναι μόνον εκπαιδευμένοι επαγγελματίες, και όχι μορφωμένοι άνθρωποι. Δε μπορείς να ευαγγελίζεσαι οράματα, σε ανθρώπους με στενή αντίληψη. Και τέλος, οι συνθήκες να περιγράφουν το αδιανόητο: να μη τολμάς να πεις μια λέξη, μπροστά στο φόβο ότι  μια ολόκληρη κοινωνία θα σε πει τρελό. Γιατί πέρα από τους όποιους κινδύνους διατρέχει η ευόδωση του αγώνα, η πολιτική παρέμβαση, τα πράγματα, οι συνθήκες, μπορεί και να έρθουν τόσο ανάποδα, που να φτάσεις στο σημείο να πιστεύεις, ότι ακόμα κι αυτή η «σύλληψη» μιας κοινωνίας ελεύθερων και ίσων, είναι απλά μια ιδιότυπη τρέλα… Και για να μην φτάσουμε ως εκεί, στον ολοκληρωτισμό, είναι απαραίτητο να παρατηρούμε τις συνθήκες διαβίωσης, κι αν μπορούμε να τις διαμορφώνουμε όσο μπορούμε.

Οπότε σε καμία περίπτωση δε μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι απέναντι τις συνθήκες, υλικές αλλά και κύρια, ως πνευματικές προσλήψεις των κοινωνικών υποκειμένων, δηλαδή ως πολιτικές. Αντίθετα πέρα από το να τις λαμβάνουμε υπόψη, θα πρέπει να επιδρούμε σε αυτές, με όποιο τρόπο αυτό μπορεί να γίνει εφικτό χωρίς να απαιτείται έκπτωση από τις αξίες μας.

  1. Αντίληψη του περιβάλλοντος

Με αυτό το σκεπτικό, θα πρέπει όλοι όσοι αγωνίζονται γι αυτό το μέλλον, να συνυπολογίζουν τις δυναμικές, ώστε να μπορούν να παρεμβαίνουν με κάθε τρόπο στο υπάρχον. Κι εδώ οφείλουμε να κάνουμε μια χρήσιμη παρένθεση: Για να μπορέσουμε να  βάλουμε μπροστά την πολιτική υλοποίησης, απαιτείται να έχουμε κατανόηση του περιβάλλοντός μας. Δηλαδή να αντιλαμβανόμαστε το περιβάλλον μας όπως είναι, και χωρίς παραμορφωτικούς φακούς. Η σωστή διάγνωση του περιβάλλοντος, μας δίνει τη δυνατότητα να μπορούμε να χαράσσουμε εύστοχες στρατηγικές, και ανάλογες τακτικές, που προωθούν τη κοινή μας υπόθεση ταχύτερα και ουσιωδέστερα.

Απαιτείται καθαρή ανάγνωση της καθημερινότητας, και διαρκής τοποθέτηση απέναντι σε αυτή. Φέρνω ένα απλό παράδειγμα: πριν από τις εκλογές του 2019, είχα την εκτίμηση ότι η νεοδεξιά εφόσον ψηφισθεί κυβέρνηση, θα είναι ιδιαζόντως εχθρική για τα κοινωνικά συμφέροντα, θα φέρει πλήγμα στις καταλήψεις, και ιδιώνυμο για τις ιδέες μας. Σύντροφοι που εκτιμώ βαθύτατα για τη σκέψη τους, εκτιμούσαν ότι αυτά δε γίνονται στην αστική δημοκρατία που ζούμε, κι ότι αν ακουμπήσει τις καταλήψεις, θα έχουν τεράστιο πολιτικό κόστος. Η λανθασμένη αυτή προσέγγιση, έχει να κάνει με την αδυναμία να μπορέσουμε να δούμε πέρα από τα όρια που η δική μας εντύπωση μέσα από το πολιτικό μας χώρο διαμορφώνει. Προσκόλληση στην αντίληψη ενός περιβάλλοντος που ικανοποιούσε φαντασιακά, κι αδυναμία πρόβλεψης. Προϊδέαση. Η συνέχεια είναι γνωστή.

Για να καταφέρνουμε ορθή κατανόηση του περιβάλλοντός μας, απαιτείται εκτός από την ακράδαντη αλλά όχι δογματική πίστη, η συνεχής κι αδιάλειπτη αλληλεπίδραση με αυτό, και η εξαγωγή συμπερασμάτων. Η συνεχής κι αδιάλειπτη αλληλεπίδραση, σημαίνει ανθρώπους που βρίσκονται μέσα στη παραγωγική διαδικασία, στους κοινωνικούς θεσμούς, άτυπους και τυπικούς, στη πολιτική διαδικασία με παρεμβάσεις, στις συσσωματώσεις, εργασιακές, διαδικτυακές, ενδιαφερόντων. Η αλληλεπίδραση με αυτούς τους χώρους, μας δείχνουν τη κοσμοαντίληψη των διπλανών μας και μας υπαγορεύουν τις λογικές που απαιτούνται, ώστε να μπορέσουμε να επιδράσουμε γειωμένα και με λύσεις. Λύσεις βραχυπρόθεσμες, και φυσικά με λύσεις μακροπρόθεσμες, που θα ευνοείται η διολίσθηση του οράματος προς την υλοποίησή του.

Αυτό σημαίνει ότι ο αναρχικός είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, που ενταγμένος στο περιβάλλον που ζει, εργάζεται, εμπορεύεται, συσχετίζεται και συναναστρέφεται, παίρνει θέση κι ενίοτε υποχωρεί, αλλά κι επιμένει, διαδηλώνει αλλά κι ερωτεύεται, συμβιβάζεται αλλά κι εξεγείρεται. Μιλάμε για μια συμπεριφορά ανθρώπου με ακράδαντη πίστη στα αξιώματα που πιστεύει, τέτοια ώστε η βεβαιότητά τους του φέρνει αυτή την αυτοπεποίθηση που τον κάνει να μην αισθάνεται απομειωμένος, αν κάπου σε κάποια στιγμή της ζωής του αναγκάστηκε σε κάποια προσωρινή αξιακή οπισθοχώρηση.

ΤΙ να κάνουμε! Δεν έλαχε στον ιστορικό μας ρόλο η συγκυρία να ζούμε σε μια αναρχική ευτοπία. Ούτε κατ’ ελάχιστον. Όσο και να προσπαθούμε να προσεγγίσουμε μια τέτοια ευδαιμονία στη καθημερινότητά μας συσχετιζόμενοι με όμοιούς μας, η μετέπειτα πτώση είναι τραυματική. Πρόκειται για μια περιχαράκωση, για ένα ρόλο που από την ιστορική μας μοίρα, δυστυχώς δε μας αναλογεί. Οφείλουμε να είμαστε αναρχιστές σε μιαν εξουσιαστική κοινωνία, γιατί δε μπορούμε να είμαστε αναρχικοί σε μιαν αυτοδιευθυνόμενη.

Συνεπώς, καταλαβαίνουμε ότι η ζωή είναι καταναγκαστική στον κόσμο τους, γι αυτό κι είμαστε όλοι χρήσιμοι για τον αγώνα. Θα κάνουμε και συμβιβασμούς και οπισθοχωρήσεις. Εκείνο που έχει σημασία είναι να παραμένει ακράδαντο το όραμα στο κεφάλι μας, και να πορευόμαστε χωρίς να το «ξεχνάμε», σαν στόχο της ζωής μας. Γιατί η ζωή σε αυτές τις συνθήκες, δεν είναι παρά επιβίωση σε μια αρρωστημένη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, την οποία καλούμαστε να την ανατρέψουμε, αν θέλουμε να διορθωθούν τα πράγματα. Συνεπώς έχουμε αγώνα μπροστά μας, που οφείλουμε να προστρέχουμε και να μη ξεχνάμε το στόχο μας. Ας αφήσουμε την αναρχία για τα πεδία εκείνα που μπορούμε να ελέγξουμε στο μέγιστο δυνατό, δηλαδή, στον εαυτό μας, στις προσωπικές μας σχέσεις, στην αλληλεγγύη  στις κοινωνικές σχέσεις, κι ας επιδοθούμε με εμμονή στον πολιτικό αγώνα για την επίτευξη των πολιτικών μας στόχων.

Για να γίνει σωστά ο αγώνας, θα πρέπει να έχουμε μια στάση ζωής που θα αλληλεπιδρά με το περιβάλλον, ζυμώνοντάς τα με τον εμμονικό μας πολιτικό αγώνα. Η στάση ζωής λοιπόν, και η ορθή κατανόηση του περιβάλλοντός μας μέσα από αυτή, είναι όπλα για κάθε επαναστάτη αγωνιστή. Κι αυτή η ορθή αντίληψη του περιβάλλοντος θα μας βοηθήσει στη στόχευση της όποιας παρέμβασής μας, είτε αυτή αφορά μέσα από το πολιτικό αγώνα, είτε αυτή αφορά στην επίδρασή μας στις εξωτερικές συνθήκες.

  1. Συνθήκες: παραμετρικά εργαλεία

Ένας πρώτος παράγοντας που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι να παρατηρήσουμε ποιες είναι εκείνες οι συνθήκες που ευνοούν τη διεκπεραίωση του αγώνα. Αν δηλαδή υποθέταμε πως είχαμε ένα πίνακα έτσι όπως το περιγράψαμε προηγούμενα, με τον υλικό (ευμάρεια-ανέχεια) κάθετο άξονα, και τον ποιοτικό (ελευθερία-ολοκληρωτισμός) οριζόντιο, που θα ήταν το παράθυρο εκείνο, ο συνδυασμός του οποίου θα διευκόλυνε ως κατάσταση τα καλύτερα αποτελέσματα.

Ανέχεια και αυταρχισμός; Οδηγούν μαζί στη κοινωνική επανάσταση; Ευμάρεια και ελευθερία στην κουλτούρα; Ευμάρεια κι ολοκληρωτισμός; Ανέχεια κι ελευθερία στην κουλτούρα; αυτοί είναι οι πιθανοί συνδυασμοί. Και σε αυτούς τους πιθανούς συνδυασμούς, έρχεται να προστεθεί ο πολιτικός αγώνας, που οφείλει να συμβάλει στην αύξηση των προσδοκιών για ένα καλύτερο μέλλον και στο μεγάλωμα της δυσανεξίας για το παρόν, και συνεπώς στο πόθο για γρήγορη ευόδωση της ανατροπής. Να συμβάλλει στον αγώνα.

Παρατηρώντας λοιπόν αντικειμενικά (όσο γίνεται) το περιβάλλον, μπορούμε να βγάλουμε κάποια πρώτα συμπεράσματα για το ποιες είναι οι συνθήκες εκείνες, που παρότι δεν ελέγχουμε, θα μπορούσαν με κάποια λογική να συνεργήσουν, σε μια ευνοϊκότερη εξέλιξη του αγώνα. Όπως και το αντίθετο. Ποιες είναι εκείνες οι συνθήκες που λειτουργούν αποτρεπτικά στην πορεία για την κοινωνική επανάσταση.

Νιώθω πως καταπιάνομαι με ένα ζήτημα που δεν έχω τις γνώσεις, και δεν αναλογεί στις δυνατότητές μου. Θεωρώ όμως ότι με κάποιο τρόπο, θα πρέπει έστω και με τη μορφή των υποθέσεων εργασίας, να βάλουμε τη σκέψη σε μια διαδικασία, που θα συμπεριλαμβάνει και τον κόσμο έξω από τη «πόρτα» μας, ώστε αν το αποφασίσουμε, να αξίζει το κόπο η όποια μας παρέμβαση, έστω και σε χώρους που δε μας αναλογούν. Οπότε θα ήθελα να αναπτύξουμε όσο μπορούμε αυτό το θέμα.

Ένας εύκολος τρόπος κατά την άποψη μου είναι να χωρίσουμε τις συνθήκες με βάση τις δύο παράμετρες που κινείται η κοινωνία. Η πρώτη είναι η υλική παράμετρος, κι έχει να κάνει με τον κάθετο άξονα υλικής αφθονίας κι αντίθετα σπάνης, και η δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με τον οριζόντιο άξονα ελευθερίας κι αντίθετα επιβολής -καταπίεσης, στη ζωή και κατ’ επέκταση στη λήψη των αποφάσεων. Θεωρώ ότι αυτές οι δύο παράμετρες είναι εκείνες που είναι οι κρίσιμες για πολιτικά συμπεράσματα. Γι αυτό και τις επιλέγω.

Στη πραγματικότητα ο σταυρός που σχηματίζεται δημιουργεί τέσσερα παράθυρα , -υποσύνολα μοντέλων πολιτικής διαχείρισης. Αν υποθέσουμε ότι ο κάθετος άξονας της αφθονίας (πάνω), τεμνόμενος μες τον οριζόντιο της ελευθερίας αριστερά, σχηματίζουν ένα παράθυρο στο οποίο επισυμβαίνουν και τα δύο, τότε έχουμε μια κοινωνία που ζει σε υλική επάρκεια, αλλά και με σχετική ελευθερία. Στο από κάτω ακριβώς παράθυρο έχουμε μια κοινωνία που ζει μεν ελεύθερα αλλά και σε υλική στέρηση και φτώχεια. Αντίστοιχα είναι και τα «παράθυρα» που αφορούν σε αυταρχικά, καθεστωτικά συστήματα διακυβέρνησης, όπου οι κοινωνίες τους είτε χειμάζονται από διαρκή φτώχεια, είτε αντίθετα ευημερούν υλικά αλλά καταπιέζονται κιόλας.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει χοντρικά να εξηγήσουμε τι εννοούμε με την έννοια ελευθερία στις αποφάσεις, και τι ευημερία, αφθονία, φτώχεια.

Ελευθερία/ολοκληρωτισμός.

Όσον αφορά στον δείκτη ελευθερίας θα μπορούσαμε να τον προσδιορίσουμε με δυο τρόπους που ισχύουν ταυτόχρονα. Ο πρώτος έχει να κάνει με τη δημοκρατικότητα της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων. Αν θεωρήσουμε, ότι η άμεση δημοκρατία στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων είναι το πιο προκεχωρημένο σημείο (κατ άλλους το πιο συντηρητικό μιας αναρχικής κοινωνίας) ελευθερίας στη λήψη των αποφάσεων, τότε το άλλο άκρο είναι ο καθεστωτικός αυταρχισμός, ο φασισμός, η δικτατορία.

Ο δεύτερος προσδιορισμός του δείκτη της ελευθερίας, που έχει συνάρτηση και με τον πρώτο, έχει να κάνει με την πολιτική συνειδητότητα. Έχει να κάνει δηλαδή με την κοινωνική μόρφωση της κοινωνίας, το αναπτυγμένο κριτήριο στις πολιτικές αποφάσεις, στη δυνατότητα αυτορύθμισης και αυτονόμησης των ανθρώπων μιας κοινωνίας, που λόγω της ωριμότητάς τους έχουν τη δύναμη να αυτοπεριορίζονται, και με άτυπο τρόπο να αυτορρυθμίζονται οι κοινωνικές σχέσεις. Μια συνθήκη που απαιτεί ένα υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αφού η ορθή κρίση είναι συστατικό της. Αυτή η συνθήκη, πλάθει ολοκληρωμένες προσωπικότητες που μπορούν να διαχειρίζονται από μόνοι τους τις κοινωνικές σχέσεις, καταργώντας τη συστημική  ετερονομία, προς όφελος της κοινωνικής αυτονομίας. Η συνθήκη αυτή καλλιεργεί τη κοινωνική συνειδητότητα στη θετική κατεύθυνση, δημιουργώντας ελεύθερες αυτορυθμιζόμενες σχέσεις αυτόνομων προσώπων.

Αντίθετα. Η κοινωνική συνειδητότητα επηρεάζεται στο αρνητικό, από τη διαχεόμενη καθοδικά επιβολή στην κοινωνική ιεραρχική κλίμακα, όπου και αναπαράγεται. Ένα μοντέλο αυστηροποίησης των όρων μιας διακυβέρνησης, αναμεταδίδει την αυστηρότητα σε συνειδήσεις, που κι αυτές  με τη σειρά τους, μετακυλούν διαχέοντας τη δική τους απώθηση σε πιο αδύναμους. Αυτή η αναπαραγωγική διαδικασία, είναι κοινωνικά καταστρεπτική και εξουσιαστικά δημιουργική αφού μεταλλάσσει τα κοινωνικά όντα σε υπάκουα κανιβαλικά θηρία, και την εξουσία σε θηριοδαμαστή. Αυτή είναι και η πεμπτουσία της φασιστικοποίησης της κοινωνίας, και της ευρυθμότερης άσκησης της εξουσίας.

Οι δύο προσδιορισμοί του δείκτη ελευθερίας, δηλαδή αυτός της αυτονομίας της προσωπικότητας που συνδέεται άρρηκτα με την ελευθερία στη λήψη των αποφάσεων έτσι όπως η ισότητα μιας ελευθεριακής κομμουνιστικής προϋποθέτει, αλλά και ο άλλος της «δημοκρατικότητας» του συστήματος λήψης των αποφάσεων, είναι οι παράγοντες που συνιστούν τον άξονα, ελευθερία/καταπίεση στο πίνακά μας. Ορίζοντας λοιπόν την ελευθερία στο πίνακά μας, από τη μια πλευρά το άκρο της απόλυτης ελευθερίας έχουμε αυτή τη πλήρη πολιτική μιας κοινωνίας αυτόνομων ανθρώπων, κι από την άλλη, έχουμε στον αντίποδα τον ολοκληρωτισμό. Δηλαδή δεν αρκεί απλά να έχουμε αυταρχισμό στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, αλλά και πλήρη εξάμβλωση συνειδήσεων. Δημιουργία στρατού υπάκουων πολιτών. Ο ολοκληρωτισμός μπορεί να ισχύει, όχι μόνο ως μια κεντρικά κατευθυνόμενη δημιουργία συνειδήσεων, αλλά κι ως μια μονοκαλλιέργεια κουλτούρας, που αποκλείει με τη μετάλλαξη που επιβάλλει τη πολιτική και κοινωνική σκέψη από τα υποκείμενα.

Με αυτή την έννοια λοιπόν προσεγγίζουμε την ελευθερία και τον ολοκληρωτισμό στον πίνακά μας. Αντίστοιχη διευκρίνιση απαιτείται και στο ζήτημα της υλικής συνθήκης μιας κοινωνίας. Πότε θεωρούμε ότι μια κοινωνία είναι φτωχή; Πότε είναι πλούσια κι ευημερούσα;

Οπωσδήποτε τα μεγέθη είναι σχετικά. Σχετικοποιούνται, είτε από τα επίπεδα φτώχειας σε σχέση με το παρελθόν, είτε σε σχέση με τα μεγέθη μιας γειτονικής χώρας. Αν ένα μαντρί με αρκετά ζώα στο ορεινό Αφγανιστάν, ήταν πηγή ζωής για μια μεγάλη οικογένεια, και δυνατότητας πλήρους κοινωνικής δραστηριοποίησης με όλες τις αναγκαίες υποδομές στέγασης, πιθανά μια τέτοια οικογένεια θεωρούνταν προνομιούχα. Όταν όμως πήραν τη πρώτη τηλεόραση και μαζεύτηκε όλο το χωριό να δει ένα επεισόδιο της Δυναστείας, σίγουρα η αντίληψη για το αν αυτό που ζούνε είναι πλούτος θα άλλαξε. Και σίγουρα θα δημιουργούσε την πεποίθηση ότι αυτό που ζούνε είναι φτώχεια, και μάλιστα για κάποιους καταραμένη …

Συνεπώς, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι, ναι μεν υπάρχει ένα ύστατο επίπεδο υλικής εξαθλίωσης, που έχει να κάνει με την αγωνία της τροφής, της στέγασης, της υγείας και της περίθαλψης, για το οποίο, όπως φαίνεται, τα επόμενα χρόνια θα συζητάμε, αλλά υπάρχει και μια σχετική αντίληψη της φτώχειας και του πλούτου σε σχέση με μια προγενέστερη κατάσταση, ή με μια επόμενη. Παρ’ όλ’ αυτά οι μελετητές έχουν συμφωνήσει, τι θεωρούν φτώχεια, την έχουν μετρήσει κι έτσι οι όποιες προσπάθειες θεωρητικής σχετικοποίησης, έχουν αδρανοποιηθεί.

Άλλωστε δεν είναι αυτό το κύριο που μας ενδιαφέρει στον άξονά μας. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι η κινητικότητα στρωμάτων του πληθυσμού. Στον άξονα αυτό δηλαδή όπου κοινωνικές ομάδες μετακινούνται προς τη φτωχοποίηση, ή ανάποδα υπάρχει μια μαζική κινητικότητα προς την ευμάρεια δομώντας μια γενικευμένη ταξική αναδιάρθρωση. Η ταξική αναδιαμόρφωση, εμπεριέχει δυναμικές που επηρεάζουν εμφατικά τις πολιτικές εξελίξεις, και δίνουν σε συνδυασμό με την ελευθερία/ανελευθερία, όπως την ορίσαμε προηγουμένως, πολιτικά αποτελέσματα. Αυτή η κινητικότητα στρωμάτων του πληθυσμού, μπορεί να ριζοσπαστικοποιήσει κοινωνικά κομμάτια, όπως και να συντηρητικοποιήσει άλλα.

  1. Συνθήκες: το Ελληνικό παράδειγμα ως case study και συμπέρασμα

Έχοντας τώρα προσδιορίσει τι εννοούμε ελευθερία μιας κοινωνίας, τι ευημερία και τι κινητικότητα, μπορούμε πρόχειρα να προχωρήσουμε σε μιαν ανάλυση των βασικών συνθηκών κίνησης της κοινωνίας. Η μεταπολεμική Ελλάδα θα μπορούσε να είναι ένα αρκετά χαρακτηριστικό παράδειγμα, αφού μέσα σε λίγα χρόνια έλαβε χώρο ένας πυκνός πολιτικο-κοινωνικά ιστορικός χρόνος. Πρόκειται για μια χώρα που κινήθηκε σε όλο τον οικονομικό άξονα από την απίστευτη φτώχεια και την εξαθλίωση της κατοχής στην χλιδή και την ευμάρεια της πρώτης δεκαετίας του 2000, και μετά στη φτωχοποίηση της χρεοκοπίας που συνεχίζεται στις μέρες μας. Αντίστοιχη αλλά όχι ανάλογη ήταν και η πορεία στον άξονα της ελευθερίας, αφού η χώρα μέχρι τη μεταπολίτευση ταλαιπωρήθηκε από αυταρχικά δεξιά καθεστώτα, δικτατορία, κρατική βία κι εκλογική νοθεία. Με την αρχή της μεταπολίτευσης δρομολογείται μια διαδικασία εκδημοκρατισμού, που φτάνει μέχρις ενός σημείου, και παλινδρομεί με πολιτικές λιτότητας επί το αυταρχικότερο, με κορύφωση την αυταρχική κατασταλτική πρακτική από τη νεοδεξιά κυβέρνηση, με την πρόφαση αντιμετώπισης της πανδημίας.

Συνοψίζοντας τις κινηματικές καταστάσεις στη μεταπολεμική νεοελληνική ιστορία, εστιάζουμε στις εξής περιόδους. Στην κατοχή, τα Δεκεμβριανά και τον εμφύλιο, στους Λαμπράκηδες, στη δεκαετία του ’60, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας της μεταπολίτευσης, από το 1975 και μετά, τα μαθητικά τη δεκαετία του ’90, το 2008 με τα γεγονότα του Αλέξη, και το 2010-2012 με τις πλατείες.

Ξεκινώντας με τα κατοχικά -μετακατοχικά χρόνια, ενώ βρισκόμαστε σε περίοδο εξαθλίωσης με υλικούς όρους, το φρόνημα για ελευθερία, είναι αυτό που εκκινεί διαδικασίες κινηματικές. Αρχικά ενάντια στο κατακτητή, αλλά και με όλες εκείνες τις πολιτικές διακριτές, όπως η «λαοκρατία», ενός πολιτικού κοινωνικού κινήματος.

Ακολούθησε η βίαιη καταστολή του από τις μεταπολεμικές κυβερνήσεις, μέχρις ολοσχερούς εξολόθρευσης στα 1949, και για τα επόμενα χρόνια συνύπαρξη φτώχειας και κρατικής βίας. Το ασφυκτικό αυτό περιβάλλον αλλάζει με υλικούς όρους, η φτώχεια μετριάζεται, και προοδευτικά διαμορφώνεται ως απόληξη πάλι μια σχετικά χειραφετητική τάση μέσα στη κοινωνία, που εμπνέεται πνευματικά από προοδευτικούς δημοκράτες στα μέσα της δεκαετίας του ‘60. Κι εδώ έχουμε τη συμβολή του ιδεολογικού φρονήματος, μπορεί και ως αποτέλεσμα των συνθηκών, αλλά και ως κληρονομιά των ηττημένων του εμφυλίου. Φρόνημα και καλυτέρευση συνθηκών, φέρνουν μπροστά ένα κίνημα για τον εκδημοκρατισμό του κράτους, και τη παιδεία.

Ακολουθεί η χούντα, που από τη μία συνεχίζει να μετριάζει τη φτώχεια για όσους δεν μεταναστεύουν, ανεβάζοντας δυσανάλογα αργά κι ελάχιστα το βιοτικό επίπεδο, αλλά οι ελευθερίες καταστέλλονται ολοκληρωτικά. Η συνθήκη αυτή δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα το οποίο ζυμώνεται,  πρώτα εκεί που το πνεύμα αμφισβητεί, στη φοιτητική νεολαία, και δεύτερα στα εργοστάσια, όπου οι εργάτες κυριολεκτικά ξεζουμίζονται. Αποτέλεσμα αυτών είναι η φοιτητική εξέγερση, και η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση με αιχμή το εργατικό κίνημα στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Η άνοδος του Πασόκ στην εξουσία είναι αποτέλεσμα της εντός της αστικής δημοκρατίας ριζοσπαστικοποίησης της προηγούμενης περιόδου. Κι εδώ έχουμε πνεύμα ασυμβίβαστο που δρομολογεί εξελίξεις σε κινηματικό επίπεδο, σε συνθήκη με μέτριο μη πω φτωχικό επίπεδο διαβίωσης.

Η δεκαετία Πασόκ, ήταν μια δεκαετία ανόδου του βιοτικού επιπέδου, βελτίωσης της παιδείας, και κινηματικής σιωπής. Σε αυτή τη συνθήκη η κοινωνία συναινεί κι απολαμβάνει την καταναλωτική της ραστώνη. 10-15 χρόνια διακυβέρνησης, φέρνουν τη σταδιακή παρακμή της παιδείας, και τη σκυτάλη της ελευθεριακής πλέον καλλιέργειας του φρονήματος, παίρνει το διαδίκτυο με το Ιndymedia να γίνεται από τους πρώτους ιστότοπους σε επισκεψιμότητα. Οι υλικές συνθήκες παραμένουν σε υψηλό επίπεδο επάρκειας, και με εξαίρεση το Indymedia, που καλλιεργεί σε μαζικό βαθμό αντικουλτούρα, η κοινωνία πνευματικά χειμάζεται βαλτωμένη στο lifestyle καταναλωτισμό. 2008. Ένα χαμένο παιδί από το χέρι ενός μπάτσου, και πήρε φωτιά η πόλη.

Ακολουθεί η χρεοκοπία. Φτωχοποίηση για μεγάλα κομμάτια πληθυσμού για πρώτη φορά μετά από τον πόλεμο αλλά και η δικαιολογημένη συνακόλουθη αντίδραση των πλατειών. Κοινωνικο-οικονομική κινητικότητα. Ριζοσπαστικοποίηση σε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού με ισχυρό πολιτικό ενσυνείδητο, που συνταιριάζει με τη φτωχοποίηση του.  Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου, στους δρόμους και τις πλατείες.

Με αυτή τη μικρή πρόχειρη ιστορική ανασκόπηση, θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς, ότι οι στιγμές εξέγερσης συνέβαιναν σε συνθήκες ωρίμανσης χειραφετητικού πνεύματος, και όχι υλικές. Δηλαδή η έννοια της ελευθερίας και της χειραφέτησης, κατείχε ενεργή θέση στο αξιακό των κοινωνιών, και το σχετικά υψηλό επίπεδο αυτών των φρονημάτων, υπήρξε καταλυτικό για τις εξελίξεις. Επίσης, ότι καμία συνθήκη ευμάρειας, δε μπορεί να προκαλέσει κοινωνικές ρήξεις από μόνη της. Μπορεί να προκαλέσει, αν αποτελεί προϋπόθεση μορφωτικής προόδου, είτε αν  προηγείται μιας βίαιης φτωχοποίησης που ως συνθήκη παράγει πνευματικά αποτελέσματα. Όχι όμως από μόνη της. Αντίθετα, πολιτικές φτωχοποίησης και περιστολής των μέσων των υπηρεσιών του κράτους στη παιδεία και την υγεία με ταυτόχρονα λογοκρισία και αυταρχισμό, συνιστούν το εκκολαπτήριο φασίζουσας και φασιστικής βίας, ως εκδηλώσεις της αναπαραγωγής της κυριαρχίας μέσα στη κοινωνική κλίμακα.

Τελικό συμπέρασμα: οι όποιες κοινωνικές κινηματικές δυνάμεις οφείλουν να καλλιεργούν και να ενισχύουν το φρόνημα και την πολιτική συνείδηση με τρόπο, που να φέρνει την απαραίτητη δυσανεξία στις κυβερνήσεις, και να οδηγεί στην κατεύθυνση της κοινωνικής χειραφέτησης. Κι αν αυτό όπως είναι φυσικό δεν είναι δυνατό να συμβεί από τις μικρές μας ορδές, θα πρέπει να μπορεί να επισυμβαίνει έστω και μερικά, έστω και συστημικά.

  1. Η καλλιέργεια ελεύθερων πολιτικών συνειδήσεων.

Είναι εξαιρετικά στρατηγικής σημασίας θέμα, η άνοδος του επιπέδου πολιτικής συνείδησης μιας κοινωνίας. Αυτή είναι που προκαλεί ρήξεις. Γι αυτό και οι δυνάμεις του αγώνα θα πρέπει στρατηγικά πλέον να επιλέγουν την καλλιέργεια πνεύματος ελεύθερου κι αυτόνομου, να προσανατολίζουν την πυξίδα του αγώνα, δίνοντας βαρύτητα στην αντικουλτούρα και να την ενισχύουν.

Πέρα όμως από τον αναρχικό πολιτικό χώρο, και παράλληλα, ο ευρύτερα προοδευτικός κόσμος, οφείλει να επιλέγει με βάση την πρόοδο στη παιδεία, τη βελτίωση των όρων της εκπαίδευσης, την ανάπτυξη της κριτικής παιδείας, την αποκόλληση από τη θρησκεία και την μεροληπτικά γραμμένη ιστορία, οφείλει να καταδικάζει τη μείωση των πόρων για τη δημόσια παιδεία, και τον προσανατολισμό στην εκπαίδευση για την αγορά/παραγωγή.

Οφείλει να συμβάλλει στην ανάπτυξη του κριτικού πνεύματος μέσα από το πολιτισμό, την ενημέρωση, αλλά και την οριστική αποκόλληση όλων από την αγοραία αντίληψη. Την αποσύνδεσή τους από τη παραγωγικότητα, αλλά και τη καταδίκη του καταναλωτισμού, ως τρόπου ζωής. Οφείλει να επιδιώξει τη μόρφωση και τη καλλιέργεια ενσυνείδητων ενεργών πολιτικών όντων, ανεξάρτητα από την εκπαίδευση. Και τέλος, η ακαδημαϊκή κοινότητα οφείλει να βγάλει “πάγκο στη λαϊκή αγορά” να διαθέσει τα διαμάντια που κρύβει ως αποκομμένη γνώση, και να τη μοιράσει στο κόσμο, σαν ύστατη πράξη αντίστασης στην επερχόμενη εμπορευματοποίηση της επιστημονικής γνώσης κι έρευνας. Άλλωστε η επιστημονική γνώση που βρίσκεται μέσα στις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες ανήκει σε όλους, αφού είναι η επιστημονική συγκρότηση της συσσωρευμένης ανθρώπινης εμπειρίας.

Έχει μεγάλη σημασία για μια κοινωνική επανάσταση να γίνεται με μαζικά συνειδητούς όρους, και όχι με όρους μιας πρωτοπορίας που την ακολουθεί μια μάζα. Από το αξίωμα της ισότιμης και συνειδητής συμμετοχής όλων, προκύπτει και η στρατηγική. Και η στρατηγική αυτή, οφείλει να συμπεριλαμβάνει το σύνολο του πληθυσμού στη κοινωνική επανάσταση. Γιατί αν αυτή συντελεστεί με όρους κάποιας πνευματικής πρωτοπορίας τότε εκκολάπτουμε τις προϋποθέσεις της αναπαραγωγής μιας νέας εξουσίας.

Για να έχουμε συνειδητή πολιτική συμμετοχή, θα πρέπει να έχουμε ενσυνείδητους, μορφωμένους ανθρώπους με όρους μαζικούς. Οι σημερινές δυνάμεις της κοινωνικής χειραφέτησης, δεν είναι σε θέση να παράξουν ένα τέτοιο έργο, γιατί είναι μικρές. Για να γίνουν οι δυνάμεις αυτές μεγάλες, απαιτείται μόρφωση που το σύστημα δεν είναι διατεθειμένο να παράσχει. Λύση σε αυτή την εξίσωση δεν υπάρχει, αν θελήσουμε να μείνουμε αυστηρά πιστοί στις αξίες μας. Έχοντας σα δεδομένα:

  • ότι το κράτος έχει την αγορά με το μέρος της, αλλά και τους μηχανισμούς για να παράσχει μαζική υποκουλτούρα και να κοιμίσει  τα πνεύματα στο βόθρο της αποχαύνωσης.
  • ότι έχει τη δυνατότητα να ελέγξει την εκπαίδευση, ιδίως όταν την «απολυμάνει» από τις συνδικαλιστικές οχλήσεις και την αποστειρώσει από τον όποιο δημόσιο χαρακτήρα της.
  • ότι μπορεί να προσανατολίσει τα προγράμματα σπουδών στο νεοφιλελεύθερο αγοραίο και ταξικό προσανατολισμό, δημιουργώντας «καλοπλυμένα» μυαλά.
  • και τέλος, ότι έχει κάθε δυνατότητα να προσανατολίσει το εκπαιδευτικό σύστημα εκεί που θέλει,

η μόνη τύχη που απομένει στον όποιο σύντροφο αγωνίζεται για τη κοινωνική επανάσταση είναι να περιμένει τη μοίρα να κάνει το θαύμα της. Κι όταν λέμε “μοίρα” εννοούμε κάποια συγκυρία που ανέλπιστα έρχεται εκεί που δε το περιμένουμε οπότε και ανακαλύπτουμε έκπληκτοι μια νέα εξέγερση. Μια εξέγερση που την προστρέχουμε χαρούμενοι με την ελπίδα αλλά δεδομένης της απουσίας κεφάλαιου λαξευμένων πολιτικών συνειδήσεων, όχι μόνο δεν μετατρέπεται σε κοινωνική επανάσταση, αλλά να είναι ζήτημα ολίγου χρόνου να κατασταλεί, και μας ξαναστέλνει σπίτια μας απογοητευμένους και με χειρότερους όρους. Να περιμένουμε συμβιβασμένοι, αν όχι εμμονικά αγωνιζόμενοι, μια νέα συγκυριακή εξεγερτική εκτόνωση, μπας και…

11.  Αξιακή συνέπεια και αποτελεσματικότητα, ένα ασυμβίβαστο.
Οπότε εδώ, αναδεικνύοντας την αναγκαιότητα της ώριμης της πολιτικής συνείδησης, μας προκύπτει κι ένα δομικό πρόβλημα. Αυτό, της απουσίας αποτελεσματικής επίδρασης της αξιακής μας συνέπειας μέσων και σκοπών, στο κοινωνικά κατεστημένο εξουσιαστικό υπάρχον. Μια κατάσταση που τελικά θέτει «εν αμφιβόλω» την αποτελεσματικότητα στο σύνολο του αγώνα.

Και δε μιλάμε για το επίπεδο διαμόρφωσης των πολιτικών συνειδήσεων μόνο. Αντίστοιχη συνθήκη ισχύει και γι άλλες διαστάσεις των ανθρώπινων ζητημάτων. Αν για παράδειγμα θελήσουμε να φτιάξουμε ένα δίκτυο ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών συνεργατικών εγχειρημάτων, και μένοντας πιστοί στο αξιακό μας παρακάμψουμε τις κρατικές γραφειοκρατίες, αργά ή γρήγορα και όσο το κράτος επεκτείνει τον έλεγχό του, θα βρει τρόπο να παρανομοποιήσει το εγχείρημα και να μας συλλάβει ως παραβάτες. Αν επιμείνουμε στην αντιθεσμική διαδικασία, είναι σίγουρο ότι η προσπάθεια θα κατασταλεί και θα σβήσει. Συνεπώς,  το τελικό αποτέλεσμα θα είναι να σταθεί αδύνατον να υλοποιήσουμε με το δικό μας τρόπο επαγγελματικά αυτό που επιλέγουμε, και τελικά να εκμισθώσουμε τη παραγωγική μας δύναμη σε κάποιο αφεντικό και ταυτόχρονα ενισχύοντας σαν καταναλωτές τα σούπερ μάρκετς.

Το ίδιο πρόβλημα ισχύει αν θελήσουμε να φτιάξουμε μιαν αυτοοργανωμένη δομή υγείας, έξω από τα θεσμικά κέντρα. Μπορεί σήμερα να έχει γίνει μπορετό στα κενά που διαφεύγουν τον έλεγχο του κράτους. Ακόμα όμως κι αν καταφέρουμε να φτιάξουμε ολόκληρο δίκτυο δομών υγείας, είναι ζήτημα χρόνου και τακτικής του κράτους να το καταστείλει. Βγάζει μια οδηγία για παροχή υπηρεσιών υγείας με άδεια του κράτους, επικαλείται συγκεκριμένες προδιαγραφές παροχής υπηρεσιών υγείας, τις κηρύσσει παράνομες, κλείνει τις δομές, ο χώρος διαμαρτύρεται με πορείες,  μέχρι να ξεχαστούν κι αυτές, και το δίκτυο να γίνει μια ωραία ιστορική ανάμνηση. Το κοινό θα πηγαίνει στα κέντρα υγείας πληρώνοντας όσο-όσο,  αν θέλει σοβαρή παροχή υπηρεσιών υγείας.

Μόλις πριν κάποιο καιρό η δομή αλληλεγγύης  «Ο άλλος άνθρωπος», δέχθηκε τη πρόεδρο της δημοκρατίας (πτδ) τους, η οποία στα πλαίσια των χριστουγεννιάτικων εορτών επέλεξε συμβολικά να επισκεφτεί τη δομή προκειμένου «να στείλει μήνυμα». Πέρα από το υποκριτικό της κίνησης αυτής από πλευράς  «πτδ», η δομή δέχθηκε τη «πτδ», κι επικρίθηκε διαδικτυακά για το γεγονός αυτό, δηλαδή κατακρίθηκε για αξιακή υποχώρηση. Μαζί με αυτούς που επέκριναν κι εγώ. Όμως κάποιος-α, υπερασπίσθηκε εύλογα την απόφαση να γίνει αποδεκτή η «πτδ» στη δομή, με το σκεπτικό, των συνεπειών που θα είχε για την ίδια τη δομή, η άρνηση της αποδοχής της επίσκεψης από μέρους της, με το όποιο σκεπτικό. Και μάλιστα μια από τις συνέπειες θα μπορούσε να είναι η επίκληση των όποιων υγειονομικών κανόνων από το κράτος σε δεύτερο ανύποπτο χρόνο, προκειμένου να κηρύξει παράνομη τη δομή και να την κλείσει. Κι εδώ έχουμε μια περίπτωση αξιακής σύγκρουσης αλλά κι επιβίωσης της ίδιας της δομής.

Και στα τέσσερα παραδείγματα που προανέφερα, αν εμείς επιμείνουμε μένοντας σταθεροί και προσηλωμένοι στις αξίες μας, η κατάληξη θα είναι για εμάς η χειρότερη. Τα παιδιά σε σχολεία που εκπαιδεύουν τα μελλοντικά πειθήνια γρανάζια της παραγωγικής διαδικασίας, εμάς να εργαζόμαστε στο κάθε αφεντικό και να ψωνίζουμε με το υστέρημά μας άθλιας ποιότητας προϊόντα στα σούπερ μάρκετ, να πληρώνουμε πανάκριβα παροχές υγείας μόνο αν έχουμε χρήματα, να πεθαίνουμε αν δεν έχουμε, και να σιτιζόμαστε όσοι έχουμε ανάγκη από τα φιλανθρωπικά συσσίτια του δήμου, τυποποιώντας την φιλανθρωπία ως “αλληλεγγύη”.

Τα παραπάνω παραδείγματα μας δείχνουν, πως στάσεις αξιακής συνέπειας γίνονται ουσιαστικά ατελέσφορες. Γιατί, σε αυτή τη συνθήκη, ναι μεν ο χώρος μας κάνει το βήμα εκείνο προς τη δική του ξεκάθαρη ιδεολογικά κατεύθυνση, αλλά το κάνει σε συνθήκες και χώρους  που ελέγχει το κράτος. Μπορεί στα «κενά» του να εμφυλλοχωρούν και οι δικές μας δράσεις, αλλά όσο το κράτος διατηρεί το γενικό έλεγχο, το εγχείρημά μας έστω και προσωρινά ανεξέλεγκτο,  βρίσκεται στα πλαίσια τις δυνατότητες και τα πεδία ελέγχου του. Αργά ή γρήγορα έρχεται η ώρα της καταστολής , κι ανεξάρτητα από το όποιο επιδιορθώσιμο πολιτικό κόστος, η όποια προσπάθεια καταστρέφεται. Άρα το εγχείρημα αντικειμενικά βρίσκεται εντός ενός ευρύτερου πεδίου ελέγχου του κράτους, το οποίο έχει και τη τελική επιλογή της καταστροφής του, με μοναδικό τίμημα το όποιο πολιτικό κόστος. Συνεπώς το εγχείρημα ναι μεν είναι πολιτικά ανεξάρτητο από τη κρατική νομιμότητα, αλλά όχι ουσιαστικά, αφού της ανήκει, ανήκει στους κόλπους της, στον ευρύ χώρο ελέγχου της, και απλά για τους όποιους λόγους δε το καταστέλλει. Νησίδα. Μοιάζει κάτι σαν πολιτικό αλεξιπτωτισμό όλο αυτό που γίνεται, σαν αναρχικά κομάντο να προσγειώνονται από το πουθενά σε εχθρικό έδαφος, και με τον ελαφρύ οπλισμό τους, χωρίς υποστήριξη από το ντόπιο πληθυσμό, και χωρίς διέξοδο διαφυγής, περιμένουν μαχόμενοι με γνώμονα την αξιακή συνέπεια, το πεπρωμένο τους.

Με το παραπάνω δεν ακυρώνω τις όποιες γενναίες προσπάθειες γίνονται, πόσο μάλλον το μεγαλείο της στάσης της αξιακής συνέπειας. Φυσικά και είναι αυτόνομα εγχειρήματα, φυσικά και δε χειραγωγούνται. Απλά οφείλουμε να αναγνωρίζουμε ότι η ύπαρξή τους εξαρτάται εν πολλοίς από τις προτεραιότητες του κράτους. Ας μη το ξεχνάμε αυτό. Ότι κάθε προσπάθεια είναι εξ αρχής αμφίβολη, κι ότι το κράτος όποτε θελήσει την καταστέλλει. Έχει όμως μιαν αξία αυτή η επίγνωση, αφού με αυτό τον τρόπο, τις εντάσσουμε στο μεγάλο κάδρο, με βάση το οποίο θα έπρεπε να χαράσσουμε στρατηγικές, ώστε, να έρθει η ώρα που όταν το εγχείρημα απειληθεί, το κράτος να έχει ένα τεράστιο πολιτικό κόστος, που αντί να καταστείλει, να εγείρει κι άλλες δυνάμεις εναντίον του. Αλλά κι αν ακόμα συμβεί αυτό, να τραυματισθεί ανεπανόρθωτα. Πάντως, έτσι όπως είναι σήμερα οι συσχετισμοί, δυστυχώς το κράτος εισβάλει όποτε του καπνίσει στις δομές μας, χωρίς κανένα κόστος, και στέλνει κόσμο στα σπίτια του απογοητευμένο.

Δυστυχώς η αξιακή συνέπεια έχει συγκεκριμένο χώρο και χρόνο διαβίωσης, αφού εξαρτάται από την διάθεση καταστολής του αντιπάλου, ιδίως όταν η προσπάθειά μας αναπτύσσεται. Τα εγχειρήματά μας είναι θνησιγενή σε ένα κόσμο κρατικού ελέγχου και καταστολής. Άρα αν εξακολουθήσουμε με την ίδια τακτική, η καταστολή θα προχωρήσει μέχρι τέλους. Και δυστυχώς δε θα προχωρήσει το όραμα της  κοινωνικής επανάστασης.

Πλησιάζουμε στο σημείο εκείνο, που με αγωνία θα προσπαθούμε να περνάμε «τη σκυτάλη» στους ιδεολογικούς μας επίγονους, που σε καμιά περίπτωση δε θα έχουν τις δυνατότητες τις δικές μας, αφού όσο περνάει ο χρόνος το κράτος επεκτείνεται και γίνεται αποτελεσματικότερο. Και δε μπορούμε να κάνουμε κάτι γι αυτό, αν δεν αλλάξουμε κάτι. Γιατί αν μείνουμε σε αυτά που έχουμε, θα είναι σαν να ήταν στη μοίρα της ζωής μας να περιμένουμε για να έρθει το ανέφικτο, ή θα θεωρήσουμε ότι δεν ήμασταν ιστορικά τυχεροί να ζήσουμε αυτό που οραματιζόμαστε, ότι γεννηθήκαμε σε λάθος εποχή, ή ότι κάτι δε πάει καλά με εμάς. Είναι έτσι; Και όμως όχι. Κάτι πρέπει να αλλάξουμε.

12.Επαναπροσδιορισμοί και η «κατεύθυνση».

Θεωρώ πως εδώ θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε κάποια πράγματα. Θα πρέπει δηλαδή να δούμε ξεκάθαρα ΚΑΙ το ζήτημα της παρέμβασης μέσα στο σύστημα. Και το γράφω ΚΑΙ, για να μην παρεξηγηθώ, εννοώντας ότι αυτή να λειτουργεί παραπληρωματικά ενός κεντρικού επίδικου. Τι εννοώ, ξεκινώντας με το κεντρικό επίδικο:

Είναι απολύτως απαραίτητο, να αντιληφθούμε ότι ο αναρχικός πολιτικός αγώνας είναι το βασικό ταυτοτικό στοιχείο. Είναι προσδιοριστικό στοιχείο ανθρώπων ενταγμένων στην κοινωνική πράξη, στην πολιτική δράση, στη προσωπική ηθική, που με τη στάση τους,  τις απόψεις τους, τα κείμενά τους, αλλά και την ίδια τους την προσωπικότητα επηρεάζουν το περιβάλλον τους, και ταυτοποιούνται ως προς αυτό, στο βαθμό που μπορούν. Το στοιχείο λειτουργεί κι εσωτερικά ως αυτεπίγνωση του κάθε αναρχικού, ότι δηλαδή ενεργεί σε ένα εξουσιαστικό ετερόνομο περιβάλλον, στο οποίο κάνει υποχωρήσεις προκειμένου να επιβιώσει, αλλά και αγωνίζεται χωρίς να ξεχνά τον πολιτικό του στόχο. Ο αγώνας δημιουργεί μια πολιτική υπόσταση, ξέχωρη και διακριτή μέσα στη κοινωνία. Ένα σαφές πολιτικό υποκείμενο.

Ένα επίσης ισχυρό ταυτοτικό στοιχείο του αναρχικού πολιτικού χώρου, είναι τα αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα, που θεωρώ σημαντικό όχι μόνο να συνεχίσουν να υπάρχουν αλλά και να αναπτυχθούν κιόλας. Όπως είναι φυσικό το σύστημα είναι εχθρικό απέναντί τους. Όταν αυτά αναπτυχθούν έστω και λίγο είναι νομοτελειακό να τα πολεμήσει και η καταστολή τους είναι  ζήτημα χρόνου. Ο έλεγχος του συστήματος επεκτείνεται όλο και περισσότερο σε κάθε γωνιά της δραστηριότητας, και να είμαστε σίγουροι ότι δε θα αφήσει εύκολα να ξεφύγουν από τον έλεγχό του κομμάτια της δραστηριότητάς μας.

Γι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, ο πολιτικός αγώνας να γίνεται με όρους αρτιότητας, και στην  επίτευξη αποτελέσματος, αλλά και στην αξιακή ποιότητα. Η ανάπτυξη ενός αναρχικού πολιτικού κινήματος, η οργάνωση, οι στρατηγικές του, ο σχεδιασμός του, οι άρτιες και ξεκάθαρες θέσεις του, ο μεστός και ζωντανός πολιτικός λόγος του, αλλά και η στέρξη των δράσεων εφαρμογής, είναι «εκ των ων ουκ άνευ». Αυτά τα γράψαμε στο «Για μια Δημιουργική Αναρχία», https://rising.espivblogs.net/dimioyrgiki-anarchia/ . Και ναι αυτά είναι που κατά τη πεποίθησή μου ότι πρέπει να κάνουμε. Είναι βασικά, κεντρικά κι επείγοντα επίδικα, που όσο πιο καλά τα κάνουμε, όσο πιο πολύ τηρούμε κι αγωνιζόμαστε για την αναρχία, τόσο πιο ισχυροί γινόμαστε ως πολιτική επίδραση, τόσο πιο ισχυρό γίνεται το δικό μας επίδικο μέσα στην κοινωνία, τόσο πιο μεγάλη αυτοπεποίθηση αποκτάμε για τους αγώνες της επόμενης ημέρας, αλλά και το κυριότερο, προχωράμε μπροστά το όραμα της κοινωνικής επανάστασης.

Η μέγιστη δυνατή διόγκωση της επιρροής  ενός στιβαρού, κοινωνικά επιδραστικού αναρχικού πολιτικού κινήματος, έχει κι άλλη μια παραμετρική σημασία. Δημιουργεί μιαν υπόσταση. Μιαν υπόσταση, που αν αυτή είναι στιβαρή, είναι τόσο διακριτή απ’ οτιδήποτε άλλο, που δεν τραυματίζεται αξιακά ακόμα κι αν κάνει κριτική πάνω σε επιμέρους ζητήματα της συστημικής  ετεροκανονικότητας. Και για να εξηγούμαι, όταν έχεις ένα κίνημα βαρβάτο, με οργάνωση, δομές, σχεδιασμό, διογκούμενη επιρροή, πραγματικά δε θα σε επηρέαζε σε τίποτε να επιδοκιμάσεις μιαν απόφαση ενός υπουργού παιδείας να απαλλάξει οριστικά από τα θρησκευτικά το εκπαιδευτικό σύστημα, σαν κίνηση προς την καλή «κατεύθυνση», ακόμα κι αν είσαι εναντίον του ίδιου του εκπαιδευτικού συστήματος. Κι αυτό γιατί εξυπηρετεί τη δική σου κατεύθυνση. Αντίθετα αν για το ίδιο θέμα έχεις μιαν ισχνή υπόσταση ως πολιτικός χώρος, είναι εξαιρετικά εύκολο να θεωρηθείς παράρτημα, παρακολούθημα, ενός μεγάλου φορέα, ή κόμματος. Επομένως όσο πιο πολύ αναπτύσσουμε τον αγώνα μας, όσο πιο πολύ ενισχύουμε τη ταυτότητα, τόσο περισσότερο αυτοκαθορίζεσαι,  κι αποκτάς μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση κι ευελιξία θέσεων που ευνοούν τους πολιτικούς συσχετισμούς προς όφελός σου.  Επιτυγχάνοντας στον αγώνα σου, προχωράς χωρίς φοβίες κι εμμονές στη κρίση με θέσεις ακόμα και για κάποιο συστημικό ζήτημα. Η υπόστασή σου δηλαδή επιτρέπει να επεμβαίνεις ακόμα και σε αυτά τα ζητήματα.

Όταν όμως είσαι αδύναμος, και το κοινωνικό σου αποτύπωμα ισχνό, οφείλεις να προσανατολίζεις τον αγώνα σου στην ανάπτυξη, χωρίς αξιακές εκπτώσεις, τουλάχιστον στον επίσημο λόγο σου. Αντίθετα μάλιστα, ο λόγος σου οφείλει να είναι ακραία ριζοσπαστικός, αφού αυτός θα σου δώσει την ευκαιρία και να επεκταθείς σε νέα θεωρητικά πεδία, αλλά και θα δημιουργήσει μια διακριτή ταυτότητα. Θα πρέπει να διαμορφώσεις υπόσταση, αν δε θέλεις να χάσεις το παιχνίδι εξ αρχής.

Από την άλλη υπάρχει και το κεντρικό μεταπολιτικό σκηνικό (ενν. τη πολιτική συνθήκη της αναθετικής /αντιπροσωπευτικής κοινοβουλευτικής καπιταλιστικής «δημοκρατίας»), στο οποίο οι συσχετισμοί των πολιτικών δυνάμεων, οι ροπές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας στην εποχή που ζούμε, ιδιαίτερα λόγω της οξείας νεοφιλελεύθερης επίθεσης επάνω στην κοινωνία. Έχει μεγάλη σημασία να ενισχύεται η μετάθεση του κέντρου βάρους των πολιτικών μετασχηματισμών, προς τη δική σου μεριά. Να λαμβάνονται αποφάσεις όλο και πιο δίκαιες για τα κοινωνικά συμφέροντα, να χαράσσονται πολιτικές που να ευνοούν τη κριτική παιδεία, να δρομολογούνται αποφάσεις που θα αναβαθμίζουν τη δημόσια και δωρεάν υγεία, ή να προωθούν πραγματικά την κοινή ωφέλεια των δικτύων ενέργειας και μαζικής μεταφοράς. Αλλά και πιο ειδικά για το χώρο, να μην λογοδοτείς για τις συγκεντρώσεις και τις πορείες σου, να μην απαγορεύονται οι εκδηλώσεις σου, να μην καταλύονται οι καταλήψεις σου και να μην απαγορευτεί ο λόγος σου. Έχει μεγάλη σημασία να μη βυθίζονται οι βάρκες με τους μετανάστες, και να μη φυλακίζονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αυτές οι αποφάσεις, είναι αποφάσεις του μετα-πολιτικού σκηνικού στο οποίο ο χώρος μας δεν έχει επίδραση. Λαμβάνονται ερήμην και κατά το δοκούν, χωρίς κανένα ενδοιασμό. Θα πρέπει να ξανασκεφτούμε με ποιες πρακτικές θα μπορούμε να αποφύγουμε να συμβαίνουν όλα αυτά, ώστε να διεξάγουμε τον αγώνα από καλύτερες θέσεις λαμβάνοντας υπόψη και τους συσχετισμούς δυνάμεων.

Η επισκόπηση των πολιτικών συσχετισμών στο κεντρικό σκηνικό, ή η αξιολόγηση της συγκυρίας, είναι πράγματα που θα πρέπει να συνυπολογίζεις, όταν διεξάγεις ένα σοβαρό πολιτικό αγώνα. Γιατί με αυτό τον τρόπο συνδιαμορφώνεις έστω και άτυπα, έστω κι ελάχιστα, έστω κι άμεσα, το εξωτερικό πολιτικό σκηνικό, τις «συνθήκες» στις οποίες αναφερθήκαμε διεξοδικά πιο πάνω. Ούτως ή άλλως ακόμα κι από μόνο του ένα στιβαρό αναρχικό πολιτικό κίνημα, δημιουργεί τις «πιέσεις» εκείνες προς το σύστημα, για αποφάσεις που θα αφομοιώνουν έστω και λίγο από την ισχύ του κινήματος. Συνεπώς, μπορεί ακόμη και ο αναρχικός χώρος, με άτυπο έμμεσο ή άμεσο τρόπο, να συντείνει σε ένα γενικότερο ρεύμα που εξυπηρετεί τη δική του κατεύθυνση, αυτή της κοινωνικής χειραφέτησης από το κράτος και το κεφάλαιο. Αρκεί να αναπτύσσεται. Όσο τουλάχιστον κρατάει ο αγώνας με το κράτος και το κεφάλαιο.

Είναι εξαιρετικά σημαντικό στο βαθμό που μπορείς να επηρεάσεις το σύστημα με τους τρόπους που αναφέραμε πιο πάνω,  να καταφέρεις να αδρανοποιήσεις τις όποιες μεθοδεύσεις καταστολής. Ιδιαίτερα όταν αυτή αφορά το ζήτημα της επιβίωσης, όχι μόνο των αυτοδιαχειριζόμενων εγχειρημάτων, όχι μόνο των καταλήψεων, αλλά κι αυτού του πολιτικού σου αγώνα ακόμα. Και να ξέρουμε, έχουν τον τρόπο να παρανομοποιήσουν ακόμα και αυτή την ίδια την άποψη. Για να αποφευχθεί αυτό, θα πρέπει να μπορεί να υπάρξει κοινωνική αντίδραση. Στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα ο χώρος, οι αντιστάσεις είναι ισχνές, κι αποσπασματικές. Χρειαζόμαστε τη συμπαράσταση μεγαλύτερων κοινωνικών κομματιών, που να δημιουργούν όρους εμφανούς συσσώρευσης δυσανεξίας προς τη κυβέρνηση. Και σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να μεταβάλλονται οι συσχετισμοί, εντάσσοντας αυτά τα κοινωνικά κομμάτια στην ενεργό πολιτική αντίδραση, ενισχύοντας τη δική μας κατεύθυνση, και προστατεύοντας το κίνημα από τις όποιες επιβουλές.

Θα πρέπει λοιπόν για να προχωρήσει ο αγώνας μας μπροστά να βάλουμε στο κάδρο και το ζήτημα του κέντρου βάρους των πολιτικών συσχετισμών. Να μπορούμε δηλαδή επιπρόσθετα στον πολιτικό μας αγώνα, να βλέπουμε και τη μεγάλη εικόνα, να προσμετρούμε τους πολιτικούς συσχετισμούς και να υποστηρίζουμε έστω και άτυπα, έστω και ατομικά, όλες εκείνες τις πολιτικές που εξυπηρετούν τον αγώνα και τα προτάγματά μας. Με αυτό τον τρόπο να ενισχύουμε το κέντρο βάρους έστω της κοινής γνώμης, προς τη δική μας κατεύθυνση.

Παρ’ όλ’ αυτά, ακόμη κι αν έχουμε την ικανότητα σαν πολιτικά όντα να ανοίγουμε το «κάδρο», και να βλέπουμε το ζήτημα των πολιτικών συσχετισμών, επιλέγοντας να τραβήξουμε τη διελκυστίνδα όσο μπορούμε στο δικό μας άκρο, το αποτέλεσμα δεν έρχεται έτσι εύκολα. Θα πρέπει να βρεθεί κι άλλος τρόπος, ώστε οι συσχετισμοί να βαρύνουν ακόμα περισσότερο προς τη πλευρά μας, και μάλιστα χωρίς να υποχωρήσουμε από αξιακά θεμέλια, κι έτσι να καταφέρουμε να προχωρήσουμε την υπόθεση προς τα εμπρός. Όμως πως θα μπορούσαμε να ξεφύγουμε προς τα εμπρός χωρίς να παραβαίνουμε τις αξίες μας; Και πόσο θα μπορούσαμε να τις παραβούμε; Υπάρχει λύση; Υπάρχει πρόταση;

13. Ένας νέος φορέας

Ναι υπάρχει: Πρώτον, από τη δική του τη μεριά, ο αναρχικός χώρος να αποκτήσει ισχυρή κι οργανωμένη υπόσταση. Να κοιτάξει να αναπτυχθεί το συντομότερο και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Είναι στο χέρι του να κάνει όλες εκείνες τις προσπάθειες, που χρειάζονται, ώστε να βελτιώσει τις αδυναμίες του, και να προχωρήσει ένα σχέδιο ανάπτυξης του αγώνα, μιαν άρτια κι ανεκτική οργάνωση, να εκσυγχρονίσει τις όποιες τακτικές ακολουθεί και να υποβοηθά τα εγχειρήματα, με κατάλληλο συντονισμό και οικονομία δυνάμεων. Εμείς τοποθετηθήκαμε πάνω σε αυτά καταθέτοντας πρόταση, με το πρώτο μας κείμενο, το «Για μια Δημιουργική Αναρχία».  https://rising.espivblogs.net/dimioyrgiki-anarchia/

Δεύτερο, από την άλλη πλευρά, είναι απαραίτητο να συγκροτηθεί ένας νέος πολιτικός/κοινωνικός φορέας, μια ένωση προσώπων και ομάδων, που θα λειτουργεί παραπληρωματικά στον αναρχικό χώρο, και θα έχει τις δυνατότητες να κινείται σε πεδία που ο αναρχικός χώρος για αξιακούς λόγους αδυνατεί. Αυτός ο φορέας θα εμφορείται από την κοσμοθεώρηση του ελευθεριακού κομμουνισμού και της κοινωνικής αναρχίας, ως οραματική τελείωση της κοινωνικής προοπτικής.

Πολιτικά:  Δε μιλάμε για κόμμα. Μιλάμε για μια οργάνωση με μέλη ή και συλλογικότητες, που θα λειτουργεί με όλες εκείνες τις δομές που χαρακτηρίζουν τον αναρχικό χώρο, συλλογικότητες, συνελεύσεις, συνδιαμόρφωση και αμεσοδημοκρατία, με ομόσπονδη οργάνωση, και διαδικασίες. Δε θα συμμετέχει σε εκλογές, θα υπολογίζεται όμως σαν δύναμη από το συστημικό σκηνικό, αφού θα έχει μέλη, ο μεγάλος αριθμός των οποίων θα στέλνει μήνυμα στις όποιες συστημικές δυνάμεις για ανάλογη συμμόρφωση. Έχει μεγάλη σημασία να υπάρχει μεγάλος αριθμός μελών και φίλων, ώστε αυτός από μόνος του να ασκεί πίεση στα κέντρα εξουσίας, χωρίς να απαιτείται παραπέρα διαδικασία. Αυτή θα είναι και η αρχική στρατηγική του επιδίωξη.  Άλλωστε αυτή η ένωση δεν αγωνίζεται για την κατάκτηση της εξουσίας, οραματίζεται την κατάργησή της.

Υπηρετεί την κατεύθυνση προς τη κοινωνική απελευθέρωση από το κράτος και το κεφάλαιο. Κι όταν λέμε κατεύθυνση, εννοούμε ότι πέρα από τον τελικό στόχο, θα υποστηρίζει πολιτικές, που διαμορφώνουν τις συνθήκες στη παιδεία, στην υγεία, στην παραγωγή, στα δικαιώματα, στην κοινωνική αλληλεγγύη, στο πολιτισμό στη κατεύθυνση του συλλογικού συμφέροντος. Όχι των κοινωνικών συμφερόντων, με την έννοια της άθροισης των ατομικών, αλλά με την έννοια της ενιαίας συλλογικής ευημερίας. Κεντρική επιδίωξη θα είναι η διαμόρφωση συνθηκών που θα ευνοούν στην ωρίμανση των πολιτικών συνειδήσεων, στην κατεύθυνση της υπεράσπισης του κοινωνικού συμφέροντος, πάντα υπό το πρίσμα της κοινωνικής αναρχίας και του ελευθεριακού κομμουνισμού. Αντίθετα θα αντιτίθεται, θα απορρίπτει και θα καταδικάζει όλες εκείνες τις πρακτικές, είτε του κράτους είτε των κομμάτων της αστικής δημοκρατίας, που επιβουλεύονται τα κοινωνικά συμφέροντα, καταστέλλουν την κοινωνική ελευθερία, και επιδιώκουν την όλο και μεγαλύτερη εξάπλωση του κεφαλαίου και του τρόπου ζωής του. Δε μιλάμε για διάλογο με την εξουσία. Μιλάμε για μια κοινωνική δύναμη, που προτάσσει τα θέλω της στο υπάρχον, και που με τον όγκο της ασκεί πίεση στα κέντρα λήψης αποφάσεων, επηρεάζοντάς τα στη σωστή κατεύθυνση, ή αντίστοιχα αποτρέποντάς τα από τη λανθασμένη, την κοινωνικά ασύμφορη. Το σημαντικότερο απ’ όλα, θα είναι ένα ανάχωμα προς τον επερχόμενο νεοφιλελευθερισμό..

Ταυτόχρονα, η ένωση θα λειτουργεί υποστηρικτικά και αλληλέγγυα στον αναρχικό χώρο, είτε σαν άτυπος  εξολκέας πρόκλησης ζωτικών για το χώρο ζητημάτων που θα διευρύνουν τις δυνατότητες δράσης του, είτε σαν αναστολέας στις όποιες εξουσιαστικές επιβουλές. Ένας συγγενής πολιτικός χώρος που θα λειτουργεί συμπληρωματικά κι επ’ ουδενί ανταγωνιστικά.

Οικονομικά:  Ο φορέας αυτός να διοργανώσει αντιδομές, που θα έχουν τη δυνατότητα, να δημιουργήσουν ένα δίκτυο συναλλαγών, υπηρεσιών και προϊόντων, ενίσχυσης προνομιακά στα παραγωγικά συνεταιριστικά εγχειρήματα, επαγγελματιών, παραγωγών, αλλά και παροχής υπηρεσιών, παροχής παιδείας, υγείας, τεχνογνωσίας, αλλά και υποδομών ακινήτων. Θα εκμεταλλεύεται την ευελιξία σε αξιακά ζητήματα, και στο βαθμό που καταστεί αναγκαίο θα χρησιμοποιεί την αστική νομιμότητα, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του. Θα μπορεί παρακάμπτοντας τις όποιες αξιακές αναστολές, να προχωρά σε πρακτικές αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης, ενίσχυσης των εγχειρημάτων, δημιουργίας δικτύων για τη προώθηση προϊόντων και την ενίσχυση των συνεργατικών επιχειρήσεων, ώστε να υφαίνεται αχνά ένας ιστός, που λειτουργεί με άλλους όρους, διαφορετικούς του συστήματος εκμετάλλευσης, χωρίς να φοβάται να συστήνει σωματεία, συνεταιριστικά ΑΦΜ, να φτιάχνει ενώσεις (π.χ. παραγωγών, καταναλωτών και μεταφορέων). Τα μέλη του και οι φίλοι του θα αλληλοϋποστηρίζονται, ενισχύοντας έτσι τη δομή και το κίνημα, αλλά και σαν σύνολο θα προτάσσουν τη δύναμή τους στη διεκδίκηση καλύτερων όρων, είτε με τη μορφή συμπαγούς πολιτικού ακροατηρίου, είτε ακόμα κι ενδεχόμενα, συναλλαγών με την αγορά.

Μιλάμε για μια ένωση προσώπων-μελών, συλλογικοτήτων, εγχειρημάτων, που θα χρησιμοποιούν την αστική νομιμότητα, αξιοποιώντας τη προς όφελος της καθημερινότητας των μελών της μέσω της αλληλέγγυας σχέσης, της υποστήριξης ενίσχυσης των συλλογικοτήτων αλλά και των μελών του αναρχικού χώρου, διαμορφώνοντας ένα –όσο μπορούμε να το αποκαλέσουμε-, πρόπλασμα σε συνθήκες αστικής νομιμότητας,  που θα τίθεται ως πλέγμα σχέσεων στην υπηρεσία όλων ημών αλλά και αυτών που μας ενώνουν.

Παραγωγοί, τεχνίτες, εργάτες, υδραυλικοί και ξυλουργοί, επαγγελματίες, καλλιτέχνες, ηθοποιοί και τραγουδιστές, δικηγόροι, γιατροί, λογιστές, έμποροι, ιδιοκτήτες επιχειρήσεων εστίασης, αλλά και ιδιοκτήτες σπιτιών, εκδότες, μαζί με συνεργατικά εγχειρήματα, καταλήψεις, συλλογικότητες, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια πρώτη μαγιά ενός κυκλώματος συναλλαγών, προϊόντων κι εργασίας, του οποίου το όφελος θα κατευθύνεται σε όσους υποστηρίζουν την κατεύθυνση, αλλά και ενισχύοντάς τον με πόρους, στον ίδιο τον αγώνα.

Τα καφενεία να γίνουν χώροι εκδηλώσεων. Τα μπαρ χώροι παραστάσεων. Οι καταλήψεις χώροι διάθεσης των προϊόντων της ΒΙΟΜΕ, ή όποιας άλλης αυτοδιαχειριζόμενης παραγωγικής μονάδας,  αλλά και αγροτικών προϊόντων. Οι κούριερ να βγάζουν μεροκάματο κάνοντας διανομή για τα μέλη της ένωσης, με προϊόντα συντρόφων και φίλων αγροτών κι άλλων συνεργατικών. Οι καλλιτέχνες να κάνουν μαθήματα στα παιδιά μας έναντι μιας αμοιβαίας  ικανοποιητικής ανταμοιβής. Το ίδιο και οι δάσκαλοι. Οι δικηγόροι, οι γιατροί μας. Οι τεχνίτες μας να έχουν πελατεία, από το κύκλο μας. Μια ροή υπηρεσιών και προϊόντων, όπου όλα τα μέλη θα απολαμβάνουν την εγγύτητα ενός αλλήλου, αποτάσσοντας κάθε τι εμπορευματικό που μπορεί να παρεισφρήσει . Μια ένωση προσώπων , που δημιουργούν έναν ιστό αλληλοϋποστήριξης, αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας, σε ένα περιβάλλον ετερόνομο κι ανταγωνιστικό. Να στηρίξουμε το σύντροφο, να μας στηρίξει κι αυτός. Ένα δίκτυο «οραματισμένων».

Αυτό το δίκτυο αποκτά τεράστια σημασία, για το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Το κράτος αποσύρεται από τη κοινωνική πρόνοια και στήριξη. Η χώρα θα πληγεί από τεράστια ανθρωπιστική κρίση. Η φτωχοποίηση πολλών από εμάς είναι προ των πυλών. Είναι απαραίτητο, ως όρος ζωής, η δημιουργία ενός κύκλου αλληλοβοήθειας. Κι έχουμε τις δυνατότητες να το φτιάξουμε και να τον ενισχύσουμε, παίρνοντας εμείς τη πρόνοια από το κράτος. Με αυτό θα περάσουμε την επερχόμενη κρίση, αλλά και θα διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις της χειραφέτησης. Αν όχι εμείς τώρα, πότε και ποιοι;

Κοινωνικά: Ο φορέας αυτός, πέρα από τα πρακτικά ζητήματα, θα λειτουργεί προωθητικά στις ελευθεριακές ιδέες μέσα στον κόσμο, πλάθοντας αλλά και αναδεικνύοντας την ελευθεριακή αντικουλτούρα. Τα μέλη της ένωσης είναι άνθρωποι της δουλειάς, της αγοράς, της καθημερινότητας των συναλλαγών, της τέχνης, που με το παράδειγμά τους, το ήθος τους, την ανθρώπινη λογική τους, θα αποκομίζουν όλο και περισσότερη υπεραξία για τις ιδέες μας στην αλληλεπίδρασή τους με τον έξω κόσμο. Αυτό από μόνο του είναι πηγή ανάπτυξης των ιδεών μας μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

Ο κόσμος που θα τον επιλέγει ή θα τον υποστηρίζει, τα μέλη και οι φίλοι του, θα είναι ο κόσμος που πιστεύει στις αξίες της κοινωνικής ελευθερίας, χειραφέτησης από το κράτος και ισότητας, αλλά και της κοινοκτημοσύνης ως επίδικα μιας οραματικής προοπτικής, σαν ιδανικά. Είναι κόσμος που έχει περάσει από τον αναρχικό χώρο και που δεν έχει στέγη, όπως επίσης ριζοσπαστικοποιημένοι πολιτικά άστεγοι, «ελευθεριακοί» αριστεροί, αλλά κι ακόμα άλλοι που ψηφίζουν κόμματα αλλά βλέπουν θετικά και την ελευθεριακή προοπτική, σαν ιδανική κατάληξη της κοινωνικής ιστορίας, σκεπτικιστές στις λογικές της όποιας κομματικής πρωτοπορίας.  Υπάρχει πολύς κόσμος που θέλει να βοηθήσει, μια τέτοια πρωτοβουλία, αλλά δε βρίσκει πολιτική στέγη.  Αυτή η “ένωση αναρχιστών”, δίνει αυτή τη δυνατότητα, δηλαδή να ενταχθούν μεγάλα κομμάτια κόσμου, που σήμερα δεν προσφέρουν το παραμικρό στην «υπόθεση», να προσφέρουν, εντάσσοντας στην καθημερινότητά τους, ένα κομμάτι προσφοράς στον αγώνα, αλλά και την αλληλεγγύη. Οι καιροί που έρχονται θα είναι εξαιρετικά δύσκολοι, και θα πρέπει να μας βρουν όλους ενωμένους, και μόλις αυτοί περάσουν, πιο δυνατούς.

Υπάρχουν κι άλλες ιδέες που θα μπορούσα να συμπεριλάβω εδώ σχετικά με την ένωση, ακόμα και σχέδια για τη διαμόρφωση κι άλλων μεγαλύτερων υποδομών, που όμως δεν είναι επί του παρόντος να αναλύσουμε. Πάντως ένας ολόκληρος κόσμος, είναι εφικτός, και πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχουν οι ανθρώπινες δυνάμεις εκείνες που θα τον υποστηρίξουν.

Η ένωση αυτή είτε αφορά στο πολιτικό της σκέλος, είτε στο οικονομικό της, είτε στο κοινωνικό της, θα λειτουργεί αυτόνομα μεν, υποστηρικτικά δε στον αναρχικό πολιτικό χώρο και τις συλλογικότητες. Θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει το καταφύγιο σε περίπτωση καταστολής συντρόφων ή συλλογικοτήτων, και παρέχοντας τις δομές της, να υποστηρίξει τις συλλογικότητες ή τους συντρόφους σε υποδομή ή όποια άλλη υποστήριξη.

Κυρίως όμως, η χρησιμότητά της, θα εστιάζει  και στην ενίσχυση της αλληλεγγύης στο επίπεδο της καθημερινότητας, και θα ενδυναμώνει σχέσεις και ανθρώπους, αλλά και το πιο σημαντικό, θα λειτουργεί σαν μοχλός διολίσθησης του κέντρου βάρους της κοινωνικής αντίληψης  προς τη δική μας κατεύθυνση.

Με αυτή τη λογική, έχει μεγάλη σημασία η δημιουργία αυτής της ένωσης, όχι μόνο επειδή θα μπορεί να συσπειρώνει στις δικές μας ιδέες μεγαλύτερα κοινωνικά κομμάτια, όχι μόνο επειδή θα μπορεί ο αναρχικός χώρος να συνεχίσει να διεξάγει τον αγώνα του χωρίς αξιακές εκπτώσεις, αλλά και κυρίως, επειδή στη πολιτική της διάσταση, θα ενισχύει σ τη δική της κατεύθυνση τη μετατόπιση του κέντρου βάρους των πολιτικών συσχετισμών, πράγμα εξαιρετικά σημαντικό σήμερα, που με μεθοδικό τρόπο ενισχύεται η ακροδεξιά ρητορική, προκειμένου να γίνει αποδεκτή η νεοδεξιά.

Γι αυτό έχει τεράστια σημασία σήμερα να ενισχυθεί η δική μας κουλτούρα όλο και περισσότερο, προκειμένου να ανακόψουμε με αυτή την τακτική, το κατρακύλημα στον δεξιό ζόφο. Ταυτόχρονα να επιχειρήσουμε μια γενναία και μεθοδική έφοδο, που σε βάθος χρόνου θα μας βγάλει στον τελικό μας στόχο.

14. Πλεονεκτήματα

Με τη δημιουργία αυτής της ένωσης χτίζουμε πολλά πλεονεκτήματα. Δημιουργούμε μια συνθήκη κοινωνικής αλληλεγγύης σε μια εποχή φτωχοποίησης και γι αυτό μεγάλης ανάγκης για συνοχή και αλληλοβοήθεια. Η δομή αυτή, πέρα από το άμεσο αποτέλεσμα, επανασυναρθρώνει τις διαλυμένες κοινωνικές σχέσεις  που δέχονται διαρκή επίθεση διάρρηξης από το σύστημα και δημιουργεί τις προϋποθέσεις της κοινωνικής απάντησης απέναντι στην απόσυρση του κράτους από τις κοινωνικές πρόνοιες. Αποκτούμε εμείς πρωτοβουλία σε αυτή την κατεύθυνση, και καταλαμβάνουμε εμείς το χώρο αυτό, ενισχύοντας έτσι την πεποίθηση στην κοινή γνώμη ότι η κοινωνία μπορεί και μόνη της, χωρίς κράτος.

Προωθεί την ιδέα της κοινωνικής αλληλεγγύης δια του έμπρακτου παραδείγματος, και φέρνει την ατομική ωφέλεια μέσα από το συλλογικό πνεύμα. Αυτή η πρακτική δημιουργεί μεγάλη ισχύ στις ιδέες της κοινωνικής χειραφέτησης, γιατί αποξενώνει τον άνθρωπο από το κράτος πρόνοιας και τον συνενώνει με τους συντρόφους του. Ταυτόχρονα δημιουργεί συνεκτική ισχύ, που μένει αδιάρρηκτη στον καιρό της κρίσης. Μια συνεκτική ισχύ που είναι ο ισχυρός πυρήνας αντίστασης στις κρατικές μεθοδεύσεις.

Αναδιαμορφώνει κοινωνικές σχέσεις, εμπλουτίζοντας χώρους και ιδέες μέσα από την ανάμιξη ευρύτερου και ποικίλου κόσμου, στο όνομα της αλληλεγγύης.

Πολιτικά, η δημιουργία αυτού του φορέα, θα δημιουργήσει ένα νέο κέντρο βάρους στο ευρύτερο πολιτικό σκηνικό και θα τρέψει τη διολίσθηση του κέντρου βάρους του στη δική μας πλευρά. Αυτή η κίνηση που γίνεται από το δικό μας άκρο, είναι μια κίνηση «εκ των ων ουκ άνευ», αν αναλογιστεί κανείς, ότι δεν υπάρχει άλλος χώρος πέρα από εμάς. Από την άλλη θα πρέπει να μην πάψουμε να διακρίνουμε τους συσχετισμούς, την βαρύτητα των απόψεων, και τη ροπή προς τη δική μας κατεύθυνση, διευρύνοντας μάλιστα το πεδίο του αγώνα μέσα στο συστημικό υπάρχον, ασκώντας του πίεση πάνω στις δικές του αδυναμίες.

Οι πολιτικές του επιλογές θα προσανατολίζονται στην κατεύθυνση. Κεντρικό επίδικο της κατεύθυνσης είναι η ανατροπή του συστήματος κράτους –κεφαλαίου, στην επιβολή της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, και η εμπέδωση του ελευθεριακού κομμουνισμού στην οργάνωση της κοινωνίας. Με αυτό το όραμα πορευόμενοι μπορούμε να κάνουμε ελκυστικές τις ιδέες του ελευθεριακού κομμουνισμού σε μεγαλύτερα κοινωνικά κομμάτια

Πέρα από το μεγάλης σημασίας ζήτημα της επανάκαμψης των όποιων πρώην συντρόφων που είναι πολιτικά ανενεργοί, ουσιαστικά καλούμε ακόμα και τους ελευθεριακούς αριστερούς να απαλλαγούν από την κομματική χειραγώγηση, επιλέγοντας, χειραφετημένοι έναν πιο ριζοσπαστικό δρόμο. Επίσης καλούμε εκείνους τους σκεπτικιστές στην κομματική χειραγώγηση αριστερούς, που μπουχτισμένοι από την στασιμότητα, επιλέγουν έναν ρέοντα σε δράση και περιεχόμενα τρόπο. Εκείνους τους σοσιαλδημοκράτες, που ριζοσπαστικοποιημένοι από τις συνθήκες που διαμορφώνει ο νεοφιλελευθερισμός, διαπιστώνουν ότι η αλληλεγγύη είναι μονόδρομος στον επερχόμενο νεοδεξιό ζόφο. Και τέλος, καλούμε εκείνους τους κοινωνικά φιλελεύθερους, που απεχθάνονται τον μισανθρωπισμό του νεοφιλελεύθερου φασισμού. Ένα νέο μέτωπο ανθρώπων ενάντια στον σκοταδισμό, με πηγή φωτός το όραμα μιας κοινωνίας ευημερίας, ισότητας και κοινοκτημοσύνης.

Ένας χώρος υποδοχής αλλά και ξενάγησης στον κόσμο που ονειρευόμαστε. Έναν κόσμο που θα εισάγει σε ένα δικό μας αξιακό προθάλαμο πλήθη κόσμου, που θα αρωματίζονται από την ευωδία των δικών μας ιδεών. Έναν κόσμο που θα διαχέει το ιδεολογικό φως της ελευθεριακής  προοπτικής, σε ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων, όπου ο καθένας τοποθετείται όπως θέλει, αλλά και  θα αυτοπροσδιορίζεται όπως θέλει, που θα προσφέρει στο βαθμό που θέλει, αρκεί να υποστηρίζει μιαν αλληλέγγυα κοινωνία και αποκλείοντας όλα εκείνα, που συνομολογούν τα χαρακτηριστικά της κυρίαρχης ιδεολογίας, όπως περιγράφηκαν πιο πάνω (φασίστες, εθνικιστές, ρατσιστές σεξιστές, κερδοσκόπους κτλ). Μια τέτοια δομή μπορεί να αποτελέσει ικανό αντίπαλο για το σύστημα. Γιατί βάζει τον άνθρωπο, απέναντί του. Κι αυτό είναι βασικό αξιακό διακύβευμα. Άνθρωπος vs συστήματος. Αυτός ο διαχωρισμός στις συνειδήσεις των ανθρώπων, μαζί με αυτόν του κράτους vs κοινωνία, η κατάλυση αυτής της ταύτισης στις συνειδήσεις των ανθρώπων, είναι κομβικό στοιχείο. Και αυτό το διαχωρισμό, μόνο μια δύναμη κοινωνικής αλληλεγγύης μπορεί να το επιτύχει σε μεγάλο βαθμό.

Η ένωση μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά στο αναρχικό πολιτικό χώρο. Ο χώρος δε μπορεί από μόνος του να φέρει εκείνες τις ουσιώδεις ρήξεις που απαιτούνται. Ένα ογκώδες όμορο κοινωνικό κίνημα, μπορεί να λειτουργήσει σαν αντιστήριξη του αναρχικού πολιτικού χώρου στον αγώνα που κάνει για τις ιδέες του. Απαιτείται η χρήση υποστυλωμάτων, που θα υποστηρίξουν την ανάπτυξη του κινήματος και τη μόρφωση του κοινού, που θα ωριμάζει προς την ελευθεριακή κατεύθυνση με τρόπο που θα ενδυναμώνει τη κουλτούρα και γι αυτό τις τάξεις του κινήματος. Ο χώρος από την άλλη θα κεφαλαιοποιεί τη προνομιακή του σχέση με την “ένωση”, εμπλουτιζόμενος με νέους συντρόφους, με νέες ιδέες, με νέες πρακτικές και μεθοδολογία. Ενώ παράλληλα, θα διατηρεί τον τρόπο του αγώνα του χωρίς αξιακές εκπτώσεις, ως έχει, και ταυτόχρονα κεφαλαιοποιεί τις όποιες προσπάθειες, αντλώντας πόρους, υποδομές και δυναμικό από την όμορη πηγή.

  1. Ανασκόπηση

Εμπνεόμαστε από την ωραιότερη κοσμοθεωρία που έχει προκύψει στον ανθρώπινο νου. Οφείλουμε να την κάνουμε πράξη, στο όνομα της ζωής μας και της ζωής των παιδιών μας. Ας μη μένει άλλο ένα σκέτο όραμα που γλυκαίνει με τη σκέψη του τις σκοτεινές μας μέρες. Ας ανακαλύψουμε έναν τρόπο ώστε να διευκολύνουμε την διαδικασία προς τα εμπρός. Ξέρουμε ότι στο πυρήνα του κρύβεται το διαμάντι. Το αξίωμα της συνέπειας μέσων και σκοπού. Αυτό το διαμάντι οφείλουμε να το περιφρουρήσουμε, δρομολογώντας όμως παράλληλα την υπόθεση.

Οι εποχές όμως είναι δύσκολες. Ο χειραγωγούμενος κόσμος τραβάει άλλη, ανάποδη πλεύση. Απομακρύνεται  σε νερά δύσκολα, μαύρα κι επικίνδυνα. Και το διαμάντι που κρύβουμε σκιάζεται όσο απομακρύνεται από το πεπρωμένο του, που είναι να φωτίζεται με την προοπτική του. Θα πρέπει να βρούμε τον τρόπο για να κάνουμε ρεσάλτο, να φέρουμε στον κόσμο τη δική μας πλεύση.  Να μηχανευτούμε ιδέες, που θα παρεμβαίνουν στη λειτουργία της εξουσίας, με τρόπο, που, και το διαμάντι να μένει αλώβητο, και να αλλάζουμε σιγά σιγά τη ρότα.

Ο αναρχικός πολιτικός χώρος οφείλει από τη δική του πλευρά να αναβαθμίσει τον αγώνα του. Έχουμε κάνει σχετικές προτάσεις γι αυτό. Αυτό είναι το χρέος του απέναντι στον εαυτό του, αλλά και πιο πολύ στη κοσμοθεωρία που εκπροσωπεί. Όμως, ο αναρχικός χώρος από μόνος του δεν αρκεί. Χρειάζονται συνειδήσεις για να τον προστρέξουν. Και το σύστημα πλάθει εθελόδουλους, όχι επαναστάτες. Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο πρέπει να βρεθεί μια λύση, που ούτε το αξίωμα της συνέπειας σκοπού και μέσων να εκπίπτει, αλλά και να προάγεται το επίδικο στη δική μας κατεύθυνση. Απαιτείται μόχλευση των συνθηκών.

Αυτή τη μόχλευση μπορεί να την κάνει ένας άλλος φορέας, μια ένωση προσώπων, ομάδων κι εγχειρημάτων, που θα μπορούν αξιακά να επεμβαίνουν στο κατεστημένο υπάρχον, ασκώντας πολιτική πίεση, αλλά και να συνδιαμορφώνει με μεγάλα κοινωνικά κομμάτια όρους διαβίωσης, με τη συνύπαρξη καθημερινών συναλλαγών κι αλληλεγγύης. Ένας φορέας που θα λειτουργεί παραπληρωματικά στον αναρχικό πολιτικό χώρο, και όχι ανταγωνιστικά.

Στην πολιτική να τοποθετείται τακτικά στο όνομα της κατεύθυνσης, εστιάζοντας δηλαδή στη μετατόπιση του κέντρου βάρους του μετα-πολιτικού σκηνικού προς την κατεύθυνση των ελευθεριακών αξιών, της κοινωνικής χειραφέτησης και της συλλογικής ευημερίας. Κανένας αγώνας, πόσο μάλλον ο ανατρεπτικός, δε μπορεί να έχει ελπίδες ευόδωσης, αν δεν έχει τους μοχλούς εκείνους που θα υποβοηθούν το έργο του, αλλά και τα σημεία αντιστήριξης που θα ενισχύουν τα αξιώματά του. Η επιλογή αυτή είναι στρατηγικής σημασίας, αλλά κι εξαιρετικά κρίσιμη για το χώρο και τη κοινωνία. Δημιουργεί ένα κοινωνικό ανάχωμα στις επιδιώξεις του νεοφιλελεύθερου εσμού, και ταυτόχρονα βάζει μπροστά το επίδικο της ανατροπής του συστήματος, από τις κοινωνικές δυνάμεις. Φέρνει στο προσκήνιο την αναγκαιότητα μιας ανεξούσιας χειραφετημένης από το κράτος κοινωνίας, αποδεικνύοντάς το στη πράξη με συλλογικό τρόπο μέσα στο υπάρχον. Μια τέτοια προσπάθεια λειτουργεί ως πλατφόρμα διολίσθησης προς τα εμπρός, ένα γενναίο πρώτο βήμα προς τον κόσμο της κοινωνίας της γενικευμένης αυτοδιεύθυνσης.

Υπάρχει ο κόσμος, υπάρχει ο χώρος. Αυτό τον κόσμο το δικό μας θέλουμε. Ένα δυναμικό που περιμένει αδρανής μιαν ελπίδα, ένα νέο ξεκίνημα. Γι αρχή. Και σιγά σιγά να επεκταθούμε και στους πιο κοντινούς. Να πάμε στους φίλους αλλά και στους διαλλακτικούς. Όσους βρίσκουν ένα νόημα στο όραμα και στη κατεύθυνση. Να φτιάξουμε μια ένωση που θα παρακάμπτει τι αξιακές δυσκολίες, και θα δρομολογεί προοδευτικά την υπόθεση σε καινούργιες ράγες διολίσθησης της ιδέας της γενικευμένης αυτοδιεύθυνσης. Υπάρχει ανάγκη από τον κόσμο να δει κάτι καινούργιο, επαναστατικό μα και γειωμένο στη σημερινή πραγματικότητα. Όχι αναρχικό. Λίγα πράγματα μπορεί να είναι αναρχικά σήμερα. Ανθρώπινο όμως σίγουρα.

Στη φάση που βρισκόμαστε υπάρχει ανάγκη μιας νέας προσπάθειας που όχι μόνο θα αντισταθεί στη νεοφιλελεύθερη νεοδεξιά επίθεση, αλλά και που θα βγει στην αντεπίθεση με εφαλτήριο μια καλά θεμελιωμένη βάση. Μια ένωση προσώπων που θα λειτουργεί πολιτικά, συναλλακτικά, συνεργατικά κι αλληλέγγυα, και που θα δημιουργήσει καλύτερους όρους διαβίωσης, αλλά και το σημαντικότερο θα αποτελέσει ελκυστικό προορισμό στο κόσμο των ιδεών μας.

Να μη μείνουμε άλλο απαθείς. Ήρθε η ώρα να κάνουμε ένα βήμα προς τα εμπρός. Η αναρχία μπορεί να είναι ένα όραμα, αλλά η σύλληψή του, εμπεριέχει το στοιχείο της επιτελεστικότητάς του. Τα οράματα δεν έχουν νόημα αν παραμένουν οράματα, πέρα από την όποια ψυχολογική ευεργεσία τους. Τα οράματα οφείλουμε να τα κάνουμε πράξη, στο όνομα όσων δώσανε το αίμα τους στο παρελθόν, στο όνομα όσων μας ακολουθούν αφήνοντάς τους μιαν αξιοπρεπή κληρονομιά, αλλά και στο όνομα του ανθρώπινου πεπρωμένου, που είναι η δικαιοσύνη, η συνείδηση, και η ανθρωπινότητα.

Ο χρόνος είναι κομβικός. Ή θα πορευτούμε στο έρεβος μιας νεοφεουδαλικής δυστοπίας, ή θα τολμήσουμε να φύγουμε μπροστά.

Εμείς συνεισφέρουμε αυτή την ιδέα. Ελπίζουμε να προκύψουν κι άλλες καλύτερες από αυτή ώστε αυτή να μείνει στα χαρτιά.15. Eπίλογος

Θέλουμε την αναρχία και θέλουμε να τη ζήσουμε τώρα! Κι αν όχι τώρα, μέχρι αύριο το πολύ. Για τα παιδιά μας. Για να γίνει αυτό πρέπει να κάνουμε έναν αγώνα επιδιώκοντας το αποτέλεσμα χωρίς έκπτωση στη ποιότητα. Αλλά ξέρουμε ότι ακόμα κι αυτό δεν είναι αρκετό. Θα πρέπει να επηρεαστούν οι συνθήκες πέρα από τον κόσμο μας, πέρα από τον κόσμο του αγώνα, πέρα από τους αλληλέγγυους, συντρόφους και φίλους. Θα πρέπει να μοχλεύσουμε τις συνθήκες που πλάθονται από τον κόσμο της εξουσίας επάνω στη κοινωνία. Και αυτή η μόχλευση, αφού δεν έχουμε εξουσία, κι αφού δεν έχουμε τα εργαλεία αλλά και δε θέλουμε να την επιβάλλουμε παρόμοια, θα πρέπει τουλάχιστον να βρούμε τους τρόπους να γίνει. Σ’ ένα εποικοδόμημα καπιταλιστικής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, θα πρέπει να βρούμε τις ρωγμές εκείνες που θα το διαβρώσουν. Τους συμμάχους. Τους κοντινούς. Τους αδιάφορους που βοηθούν. Ή ακόμα κι εκείνους τους εχθρούς, που αποφασίζουν για δικό τους λόγο στη κατεύθυνση τη δική μας. Μια κοινωνία μαζική επίσης που υποστηρίζει τη κατεύθυνση. Ώστε να γίνει η κατεύθυνση των δικών μας νοημάτων, και η κατεύθυνση της κοινωνίας. Η εμπέδωση της ελευθεριακής κατεύθυνσης ως κουλτούρα. Αυτό είναι το παράθυρο εκείνο που θα προκαλέσει γενικευμένη δυσανεξία στη κοινωνία απέναντι στην εξουσία. Εκεί κι εμείς με τις δικές μας δυνάμεις θα πρέπει να προάγουμε τη δική μας προοπτική, συνεπείς απέναντι στη ταυτότητά μας, πεπεισμένοι για την αλήθεια και γι αυτό ανεκτικοί στις δυνάμεις που εξυπηρετούν τη κατεύθυνση. Να φτιάξουμε μια δομή, μια ένωση ελεύθερων ανθρώπων, πολιορκημένων όμως από το σύστημα εκμετάλλευσης κι επιβολής. Τώρα που το κράτος αποσύρεται από τις πρόνοιες, τώρα που χάνει κάθε αξιακή δικαίωση ως προστάτης των κοινωνικών συμφερόντων. Τώρα που δεν έχει νόημα ύπαρξης για εμάς παρά μόνο για όσους μας εκμεταλλεύονται και πλουτίζουν σε βάρος μας. Τώρα ήρθε η ώρα να στήσουμε τις δικές μας αντιδομές διευκόλυνσης της καθημερινότητας, αλλά κι εγγύτητας των σχέσεων. Να φτιάξουμε μια κολεκτίβα αλληλεγγύης. Με ανθρώπινο αλληλέγγυο πνεύμα κι ελευθεριακή ηθική. Να γειώσουμε τα οράματά μας στη πραγματικότητα. Ώστε αυτή να γίνει εφαλτήριο της κοινωνικής αντεπίθεσης.

Με αυτό τον τρόπο δρομολογούμε μέσα στο έρεβος, τον κόσμο που οραματιζόμαστε. Το σχέδιο για μια κοινωνία γενικευμένης αυτοδιεύθυνσης.

 

 

Αθήνα, 15/1/2021