Ο νεοφιλελευθερισμός ως ακύρωση της πολιτικής (2)

Το δεύτερο πεδίο απόρριψης της πολιτικής ως διαδικασίας στο νεοφιλελεύθερο αφήγημα, είναι το συστατικό της ίδιας της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, είναι μηχανιστικό. Έχοντας σαν ακρογωνιαίους λίθους την ιδιοκτησία -μέσων παραγωγής και πλούτου, και την ελευθερία των συναλλαγών -εμπορευμάτων κι εργασίας, θεωρεί το κράτος απαραίτητο μόνο για τη τήρηση του νόμου μέσω της καταστολής, αλλά και ως ρυθμιστή των προβλημάτων της αγοράς, μέσω της δικαιοσύνης. Συνεπώς το κράτος έχει χρησιμότητα ως προς το κατασταλτικό κομμάτι, αλλά και στο συναρτώμενο αυτό της απονομής δικαιοσύνης. Η ελαχιστοποίηση των δραστηριοτήτων του κράτους αλλά και ο αυτοματισμός «ρύθμισης της αγοράς», ως αξίωμα συνεπικουρούμενος από δικαστήρια κάνουν τη πολιτική άχρηστη, στο βαθμό που τα προβλήματα επιλύονται είτε από μόνα τους μέσω του ανταγωνισμού των τιμών, όταν πρόκειται για διαφορές συμφερόντων, είτε μέσω της δικαστικής οδού, όταν τα έννομα δικαιώματα αμφισβητούνται.

Έτσι ένα τέτοιο κράτος μετατρέπεται σε εργαλείο διαχείρισης της νομιμότητας, και τίποτε άλλο. Η λειτουργία του δεν αμφισβητείται, δεν αλλάζει στη λογική της και δεν εξελίσσεται μορφολογικά. Οι ιδεολογίες είναι άχρηστες. Δεν υπάρχει συλλογική συνείδηση, παρά μόνο το προσωπικό συμφέρον. Δεν υπάρχουν δημόσιες δομές παιδείας, υγείας, πρόνοιας, ασφάλειας παρά μόνον ιδιωτικές. Οι υποδομές είναι και αυτές ιδιωτικές. Δεν υπάρχουν δημόσιοι χώροι, παρά εκμεταλλεύσιμοι ιδιωτικοί.  Ούτε δημόσια αγαθά πρώτης ανάγκης. Στη καλύτερη και στη πιο γειωμένη εκδοχή του, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, προβλέπει ένα τελευταίο πριν το θάνατο δίχτυ ασφαλείας  για τους πολύ αδύναμους και φτωχούς, που συμπεριλαμβάνει, συσσίτιο, πρόχειρο κατάλυμα, και στοιχειώδη ιατρική φροντίδα. Άλλωστε όλα αυτά κοστίζουν, όμως χάριν της κοινωνικής ειρήνης κι ευταξίας, κρίνονται απαραίτητα. Στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο υπάρχουν άτομα με συμφέροντα, και δεν υπάρχει κοινό επίδικο. Ούτε κοινό πρόβλημα. Γι αυτό η πολιτική ως συλλογικός τρόπος επίλυσης κοινών προβλημάτων, παύει να έχει σημασία. Με αυτό τον τρόπο θα έρθει το τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών. Οποιαδήποτε άλλη ιδεολογία δεν είναι χρηστική και πτωχεύει, «βουλιάζοντας στο βούρκο της απουσίας κινήτρων», κατά το νεοφιλελεύθερο αφήγημα.  Ο ολοκληρωτισμός της αγοράς θα επιβληθεί ως μονοκαλλιέργεια που θα αχρηστεύσει τις “ιδεολογίες” εξουσιαστικής διαχείρισης, αφού παράγοντας άκριτους εγκεφάλους, η ιδεολογία θα χάνει την αξία χρήσης της. Δεν υπάρχουν άλλες ιδεολογίες, δεν απαιτούνται εκλογές, δε χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις. Υπάρχει μόνο μια χρηστική λειτουργική αντίληψη μιας «αδιαμφισβήτητης» πραγματικότητας, που δεν επιδέχεται αλλαγές, πόσο μάλλον αμφισβήτηση των ίδιων των νόμων της λειτουργίας της, ή ακόμα περισσότερο των βασικών αρχών της ιδιοκτησίας κι εργασιακής εκμετάλλευσης.  Η οικονομία πορεύεται από μόνη της, και οι άνθρωποι καθοδηγούνται από την αγορά και τους κανόνες της στο δίπολο εργασία -κατανάλωση, χωρίς κανέναν άλλο προβληματισμό, αφού δε χρειάζεται. Πρόκειται για μια οικονομική κατά κύριο λόγο ιδεολογία, που το κράτος επιτελεί μηχανιστική λειτουργία, που στη πραγματικότητα έχει επουσιώδεις πολιτικές προεκτάσεις. Και όταν λέμε επουσιώδεις εννοούμε υπαρξιακές για τη πολιτική διαδικασία προεκτάσεις. Μια οικονομική ιδεολογία που καταργεί τη πολιτική. Ή μάλλον για να είμαστε πιο σαφείς, πρόκειται για έναν ολοκληρωτισμό της αγοράς, αν όχι έναν αγοραίο ολοκληρωτισμό.

Η πολιτική ακρισία του πολίτη, και η μηχανιστική λειτουργία του κράτους, ακυρώνουν τη πολιτική διαδικασία σα κοινωνική δραστηριότητα, δημιουργώντας λοιπόν μια μηχανιστική λειτουργία ενός συστήματος άκριτου αυτοματισμού. Δε μπορούμε να γνωρίζουμε τη δυνατότητα απορρόφησης κοινωνικών κραδασμών σε ένα σύστημα που δεν έχει πραγματική πολιτική διαδικασία. Επίσης δε μπορούμε να γνωρίζουμε, στη περίπτωση που η ελαστικότητά του ως σύστημα είναι ικανή, τις επιπτώσεις από μια λάθος κατεύθυνση του εποικοδομήματος, στο βαθμό που αυτό θα υπολείπεται σε απόθεμα κρίσης, και φυσικά από την έλλειψη της σοφίας εκείνης, που μόνο οι αντιφάσεις της φυσικής και κοινωνικής ζωής μπορούν να καλλιεργήσουν.

Γενικότερα η πολιτική διαδικασία, είναι η κορωνίδα της κοινωνικής συμβίωσης. Είναι ο χώρος όπου λύνονται τα κοινά ζητήματα. Η απουσία, ή η συρρίκνωση της πολιτικής ως διαδικασίας, μειώνει μια ακόμη δραστηριότητα κοινωνικής συνεννόησης, αντικαθιστώντας την με ετερόνομους απρόσωπους θεσμούς νομιμότητας και καταστολής,  που εμπεδώνουν τη μηχανιστική διαβίωση, την απαξίωση του συνανθρώπου, αναπαράγουν την ανευθυνότητα, την ασυνειδησία, οδηγώντας σταδιακά και μεθοδικά το κοινωνικό άνθρωπο στην απομόνωση, την εξατομίκευση, την ιδιώτευση. Στη πράξη ο νεοφιλελευθερισμός απαιτεί φασισμό για να «λειτουργεί».

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*