Αγωνιστικές αντιφάσεις….

Όσο περνάει ο καιρός και ο εξουσιαστικός κλοιός σφίγγει, τόσο ο νους μας ψάχνει να βρει λύσεις, -διεξόδους από μια φυλακή που όλο και μας αποκλείει από αυτά που αξίζουμε για να ζήσουμε.

Όσο κι αν ο νους μας δραπετεύει σε ονειρεμένες κοινωνίες αρμονίας, -που από μόνες τους είναι επιταγές διαβίωσης στη συνείδηση αλλά και υποσχέσεις στην αγωνιστική πράξη, η πραγματικότητα απαντά μέσα από το στόμα μιας αδυσώπητης εξουσίας που ψεκάζει με φυσούνες ασφυξιογόνο αέριο, περιορίζει τις συνθήκες διαβίωσης με όρους δουλείας, καταστρέφει τις δημόσιες πολιτικές, εξαντλεί το δημόσιο χώρο, καταργεί το συλλογικό, και φέρεται στον άνθρωπο σαν το ασήμαντο «τίποτα», υπάκουο άτομο μιας μάζας χειραγωγήσιμης από την «αριστοκρατία». Ο κλοιός στενεύει κάθε μέρα αδυσώπητα και η αντίδραση δε μπορεί παρά να θεωρείται αυτονόητη.

Τι μπορεί να κάνει κάποιος λοιπόν μπροστά στην αντίφαση, να οραματίζεται τον κοινωνικό αναρχισμό, ενώ ζει συμβιβασμένος σε μια φασίζουσα νεοφιλελεύθερη εξαθλιωτική δυστοπία; Αρκεί μόνο να προτάσσει την ανεξούσια αταξική μελλοντική κοινωνία, ενώ η ζωή του διολισθαίνει από το κακό στο χειρότερο, η φτωχοποίησή του να είναι ραγδαία, η ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών υγείας να είναι ανύπαρκτες, στα σχολεία να επαναφέρουν το κατηχητικό, και ο δημόσιος χώρος να καταλαμβάνεται από τα συμφέροντα; Το αφήνουμε να μας συμβαίνει αποδεχόμενοι τη μοίρα μας; Ή μένουμε ικανοποιημένοι με την ορθότητα των κριτικών μας απέναντι στo “υπάρχον” οπότε περιμένουμε τις συνειδήσεις να ξυπνήσουν από την ωραιότητα και μόνο των προταγμάτων;  Τελικά μας αντιστοιχεί λοιπόν μια τέτοια υποβάθμιση των ζωών μας ή κάνουμε αγώνα;

Κάνουμε αγώνα, αλλά ποιον αγώνα να επιλέξεις;

Τον αγώνα για την κοινωνική ανατροπή και την προπαγάνδιση του οράματος του κοινωνικού αναρχισμού, ή εκείνον για την βελτίωση των όρων διαβίωσης; Τον ολιστικό ή τον μερικό -διεκδικητικό;

Ο μεν ολιστικός συμπεριλαμβάνει μιαν αξιακή συνέπεια αξιοθαύμαστη, αλλά κολλάει στην λάσπη των χειραγωγημένων συνειδήσεων μιας κοινωνίας οπισθοδρομικής και κομφορμιστικής. Για να επιτύχει αυτός απαιτείται να γεφυρωθεί ένα μεγάλο χάσμα στη συλλογική συνείδηση, μεταξύ της κυρίαρχης κουλτούρας και της ανατρεπτικής που ο “χώρος” δεν έχει τις δυνατότητες να καταφέρει, και βέβαια το κράτος και η ολιγαρχία τους δεν προτίθεται να το γεφυρώσει. Εκτός αν ο ολιστικός αγώνας αναπτυχθεί ουσιωδώς πολλαπλασιαστικά (πράγμα που δεν έχει και δεν φαίνεται να μπορεί να συμβεί μέχρι στιγμής), ή οι διεκδικητικοί αγώνες πιέσουν σε αυτήν την κατεύθυνση μια “προοδευτική διακυβέρνηση” (με αμφίβολα συνήθως αποτελέσματα). Κανένας «εχθρός του κράτους» δεν προτίθεται να συνδιαλαγεί με το κράτος, αφού δεν θέλει να το νομιμοποιήσει και καλά κάνει από τη πλευρά του. Με αυτό το συνεπές σκεπτικό όμως, ο όποιος αγώνας εγκλωβίζεται στην ίδια του την αδυναμία ουσιαστικής παρέμβασης στην κοινωνία και τις “συνθήκες”, και “περιμένοντας αυτές να ωριμάσουν”, το αγωνιζόμενο πολιτικό υποκείμενο μη αλληλεπιδρώντας ουσιαστικά, συνήθως καταλήγει να λειτουργεί αυτοαναφορικά και με εσωστρέφεια λόγω της απουσίας των αποτελεσμάτων.

Από την  άλλη διεκδικητικοί αγώνες χωρίς όραμα έχουν όλη εκείνη την κοντόφθαλμη μερικότητα, που τους εγκλωβίζει στον κοντόφθαλμο στόχο της ικανοποίησης των αιτημάτων. Σε αυτή την επιλογή παραμονεύει ο κίνδυνος μιας συντεχνιακής πρακτικής, που ναρκοθετεί τις όποιες καλές προθέσεις και αποπροσανατολίζει από την όποια υποψία απώτερου σκοπού ή οράματος. Αλλά ακόμα και αν αυτή η πρακτική δεν έχει στοιχεία συντεχνιακότητας, το υποκείμενο πάλι λειτουργεί αυτοαναφορικά με μια πεισματική επιμονή ξεπέφτοντας όμως στο επίπεδο της συναλλαγής με την εκάστοτε εξουσία που διαπραγματεύεται. Χάνει έτσι την μεγάλη οραματική εικόνα που εμπνέει τον ίδιο αλλά και πιστοποιεί τις άδολες προθέσεις του.

Σε αυτό το δίλημμα απαντάμε αγωνιζόμενοι συνήθως με τον αξιακά «συνεπή» τρόπο: ή αγωνιζόμαστε μέσα από πολιτικές ομάδες για την κοινωνική ανατροπή  στην προπαγάνδιση του οράματος του κοινωνικού αναρχισμού, (με υποστήριξη στις όποιες μερικές -αιτηματικές δράσεις), ή κάποιοι αγωνίζονται μέσα από «μερικούς» κοινωνικούς αγώνες, για την βελτίωση των όρων διαβίωσης, (με εμφανείς ιδεολογικές -οραματικές αναφορές στο φόντο). Σε κάθε περίπτωση, ολιστικός ή διεκδικητικός τρόπος αγώνα, αποκλείουν αξιακές αντιφάσεις από την μία, αλλά χωλαίνουν αντίστοιχα στη διασύνδεση «υπάρχοντος» και οραματικής προοπτικής. Και οι δύο αγώνες αναλώνουν αγωνιστικό δυναμικό προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση, με αποτέλεσμα την διάσπαση των δυνάμεων του ήδη εξουθενωμένου αγωνιστικά πολιτικού υποκειμένου.

Είναι μια ισχυρή αντίφαση αυτό που ζούμε πολλοί από εμάς. Και η αντίφαση έχει να κάνει με την ταυτότητά μας σε σχέση με το “υπάρχον”. Αν πραγματικά θέλουμε να είμαστε συνεπείς εμείς απέναντι στις αξίες μας ή αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς απέναντι στην πραγματικότητά μας, ως μια αναγκαστικά “συμβιβαστέα” κατάσταση που είναι από μόνη της αντιφατική: αναρχικός σε νεοφιλελεύθερο εξουσιαστικό ολιγαρχικό περιβάλλον. Συνεπώς, όταν τίθεται το ζήτημα της συνέπειας μέσων και σκοπών η απάντηση περνάει μέσα από το ποιοι είμαστε.

Την ταυτότητά μας δηλαδή. Και ποια είναι η ταυτότητά μας; Τι ακριβώς είμαστε; Είμαστε αναρχικά μέλη μιας παγκόσμια ανεξούσιας κομμουνιστικής κοινωνίας, ή μήπως αμόλυντοι αναρχικοί που διατηρούν θύλακες καθαρότητας μέσα στο ζόφο; Πως μπορούμε να είμαστε αναρχικοί σε συνθήκη μιας εθνικιστικής ψευδοδημοκρατικής ολιγαρχικής δυστοπίας, την ίδια στιγμή που αν δεν κάνουμε αίτημα για το κρατικό επίδομα θέρμανσης θα πεθάνουμε από το κρύο; Δεν είναι αντιφατικό όλο αυτό; Μήπως η έννοια του αναρχικού στην πραγματικότητα δεν είναι η σωστή; Μήπως η έννοια του αναρχιστή (anarchist), αντιμετωπίζει με μεγαλύτερη συνέπεια στην ταυτότητά μας; τουλάχιστον στο οικονομικό, πολιτικό αλλά και ευρύ κοινωνικό σκέλος σίγουρα ναι. Στο προσωπικό και διαπροσωπικό αλλά και στενό κοινωνικό κύκλο, εκεί οι όποιες “ωριμάνσεις” σε αξιακό επίπεδο είναι του χεριού μας τις χειριζόμαστε κι έχουμε την δυνατότητα να κατοχυρώσουμε την ταυτότητά μας ως αναρχικών, τουλάχιστον σε ένα αξιοπρεπή βαθμό.

Ως ποιοι λοιπόν καλούμαστε να είμαστε συνεπείς στο αναρχικό αξιακό; Ως αναρχικοί, ή ως αναρχιστές; Αν είμαστε ως αναρχικοί σε καμία περίπτωση δεν μας επιτρέπεται να υποχωρήσουμε σε αξιακούς συμβιβασμούς και επιλογές αγώνα που παρεκκλίνουν από τη συνέπεια μέσων και σκοπών. Η όποια κριτική οφείλει να γίνεται στον αξιακό άξονα με όρους καθαρότητας ή και παραβατικότητας. Μένουμε σε αυτά που είμαστε και η πραγματικότητα περνάει από μπροστά μας με το όνειρο μιας στιγμιαίας ανάφλεξης που θα κατεβάσει πάλι εξεγερμένα πλήθη στο δρόμο. Αν είμαστε αναρχιστές, η συνέπειά μας συνίσταται στο γεγονός ότι αποδεχόμαστε την αντιφατική συνθήκη που έλαχε να ζήσουμε, και με βάση τα οράματα που εμφορούμαστε παλεύουμε για μια καλύτερη ζωή δική μας, με γνώμονα τα αναρχικά ιδεώδη.

Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να μην υποβαθμίζεται η ζωή μας από αξιακή συνέπεια. Ας αγωνιζόμαστε ΚΑΙ διεκδικώντας καλύτερους όρους «σφαγής», αρκεί οι αγώνες μας να εμπεριέχουν το αξιακό του συλλογικού, την ελευθεριακότητα στις αποφάσεις, την συνέπεια της στόχευσης με το όραμα, αλλά και την αυτεπίγνωση της αντίφασής μας. Είναι σημαντικό να μην πεθάνουμε σε μια ψάθα με μόνη παρηγοριά το αγλάισμα ενός οράματος αρμονικού μα που δεν το ζήσαμε. Ζούμε μιαν αντιφατική ζωή που στο μέτρο που της αντιστοιχεί οφείλουμε να είμαστε συνεπείς στην αντιφατικότητά της.

Επίσης είναι σημαντικό παράλληλα με τον όποιο ανατρεπτικό ολιστικό αγώνα, να ασκούμε πίεση στην εξουσία, όσο οι συνειδήσεις μας πλάθονται μέσα από τον αγώνα, τη συνεύρεση, τη συνδιαμόρφωση και την συμπαράταξη με τους δικούς μας όρους, σε μια διελκυστίνδα που τραβάμε με όλες μας τις τακτικές στην δική μας κατεύθυνση. Δεν έχουμε κανένα φόβο μήπως χάσουμε την αναρχική μας ταυτότητα. Το ξέρουμε πως αυτή υπάρχει και είμαστε βέβαιοι γι αυτήν. Κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει και ξέρουμε όλοι πως αν κάποτε έχουμε πετύχει το βαγονέτο της εξουσίας να βρίσκεται ένα βήμα πριν το γκρεμό της καταστροφής του, εμείς θα βάλουμε την τελευταία σπρωξιά για να πέσει στον γκρεμό γιατί δεν αλλάζουμε. Είμαστε βέβαιοι εχθροί του κράτους.

Άλλωστε έρχονται και οι επόμενοι. Είμαστε υπεύθυνοι γι αυτούς, στο τι δηλαδή παρακαταθήκη αφήνουμε. Δεν είναι να νιώθεις άσχημα ότι αφήνεις πίσω σου μια βιοτική συνθήκη, αλλά και μια αγωνιστική, πολύ χειρότερη από αυτή που παρέλαβες; Ας είμαστε συνεπείς απέναντι στην ίδια  την αντίφαση της ζωής μας, προκειμένου, μοχλεύοντας τις “συνθήκες”, να τροχιοδρομήσει ευκολότερα το αξιακό μας έστω για τους επόμενους. Να αφήσουμε παρακαταθήκες «ανθρώπινης» διαβίωσης, αλλά και καλύτερες προϋποθέσεις για τον ανατρεπτικό αγώνα.

Ας είμαστε ρεαλιστές. Η όποια αξιακή συνέπεια μας απομένει ώστε να μετεγχειριστούμε, είναι αυτή που διασυνδέει τη βέβαιη πεποίθηση για τα αναρχικά ιδεώδη, με την αξιολόγηση της πραγματικότητας στη βάση της αξιακής «κατεύθυνσης» με πυξίδα το αξιακό και τα οράματα. Είναι και αυτό συνεπές απέναντι στην αντιφατική μας πραγματικότητα.

Ταξιδεύουμε ακόμα σε αχαρτογράφητα νερά, με μεγάλη τρικυμία και κίνδυνο πνιγμού, αλλά και με τη βεβαιότητα της ορθής πεποίθησης.Την όση υπαρξιακή βεβαιότητα αναπέμπει ο έναστρος ουρανός και ο πολικός του αστέρας  που υπάρχει εκεί ακόμα και κρυμμένος πίσω από τα σύννεφα της σήψης…

Ας μην εγκαταλείπουμε τον αγώνα. Ας μη γινόμαστε κυνικοί από την απογοήτευση και την ηττοπάθεια. Ας τους αντεπιτεθούμε με τη γνώση, την εμπειρία, την δεξιότητα, αλλά και με τις όποιες δυνάμεις μας έχουν απομείνει, -πάντα γουστάροντας, με γνώμονα την αξιακή κατεύθυνση και πολύμορφα.

Θέλουμε και τους χώρους ελεύθερους σήμερα και τις αποκεντρωμένες κοινότητες του αύριο. Θέλουμε και την δημόσια υγεία σήμερα, αλλά και τις υγειονομικές κοινοτικές δομές. Θέλουμε κριτική παιδεία και άθρησκα σχολεία, αλλά και τα ελευθεριακά σχολεία της αυτομόρφωσης. Θέλουμε κρατική πρόνοια αλλά και μια κοινωνία που δεν θα τη χρειάζεται αφού θα είναι αυτονόητη μέσα από τις σχέσεις της. Θέλουμε και το σήμερα καλύτερο και πιο κοντά στο «αύριο».

Οι εποχές δεν αναλογούν στο όραμά μας δυστυχώς. Έκλαμψη είμαστε από το μέλλον…

Οι ζωές μας θα αποκτήσουν αξία όταν θα ναρκοθετήσουμε τα θεμέλια της «δομής» τους. Ας «βρεθούμε» γήινοι ρεαλιστές, να ανοίξουμε το δρόμο, αν όχι για εμάς, έστω για τους επόμενους. Να παντρέψουμε την εμπειρία με την εφηβεία της ψυχής μας, ώστε να γίνουμε αληθινά επικίνδυνοι. Μαζί, εδώ, να αναμετρηθούμε έξυπνα  με τις δυνάμεις τους σε όλα τα μέτωπα, διεκδικητικά και επαναστατικά. Με τις μικρές μεγάλες μας δυνάμεις, όποιες μας έχουν απομείνει.

Άλλωστε δεν υπάρχει και τίποτε καλύτερο να κάνουμε…. Έτσι δεν είναι;

Μέτωπα και αγώνας πολύμορφος…

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*