Στη νεοφιλελεύθερη προοπτική, έχουμε ακόμη μια καταστροφική συνέπεια. Την ακύρωση της πολιτικής διαδικασίας.
Μιλώντας για πολιτική διαδικασία, εννοούμε εκείνη της λήψης αποφάσεων μιας κοινωνίας, για την επίλυση κοινών προβλημάτων. Η μέθοδος λήψης των αποφάσεων χαρακτηρίζει και το πολίτευμα μιας χώρας. Όταν η λήψη μιας απόφασης έρχεται από τον ένα και απόλυτο άρχοντα μιας περιοχής έχουμε απολυταρχία, δικτατορία, φασισμό, ναζισμό. Όταν αυτή έρχεται από εκλεγμένους αντιπροσώπους, έχουμε αντιπροσωπευτική δημοκρατία, και η διαχείριση της πολιτικής διαδικασίας γίνεται από πολιτικούς διαχειριστές. Όταν η μέθοδος λήψης αποφάσεων γίνεται από σώματα συνελεύσεων, έχουμε άμεση δημοκρατία.
Κατ’ αναλογία των πολιτευμάτων που περιγράψαμε, έχουμε κατ’ αντιστοιχία και το μέγεθος της πολιτικής συμμετοχής. Στις πρώτες περιπτώσεις καμία, στη δεύτερη έχουμε περιστασιακή συμμετοχή, μια φορά στα τέσσερα –πέντε χρόνια, με πλήρη και για όλη τη διάρκεια της θητείας τους ανάθεση της επίλυσης των κρίσιμων ζητημάτων στους διαχειριστές της εξουσίας, -και στη καλύτερη περίπτωση βάσει πολιτικών προγραμμάτων, ενώ στη τελευταία, απαιτείται πλήρης και συνεχής συμμετοχή σε όλα τα -σημαντικά τουλάχιστον- επίδικα με συνδιαμόρφωση ή/και πλειοψηφία, κι ανάθεση της εκτέλεσης του έργου που αφορά στην απόφαση, από άμεσα ανακλητές επιτροπές εργασίας.
Κάθε μία από αυτές τις πολιτικές διαδικασίες, έχει κι απαιτεί ένα επίπεδο κρίσης και συνεπώς συνειδητής αποφασιστικής συμπεριφοράς, από τη πλευρά των μελών μιας κοινωνίας. Όσον αφορά στη πρώτη περίπτωση, τα απολυταρχικά ολοκληρωτικά και φασιστικά καθεστώτα, απαιτούν τυφλή πίστη στον αρχηγό. Η κρίση ανατίθεται σε αυτή του ενός, του αρχηγού, και η πολιτική συνείδηση λειτουργεί στη κατεύθυνση της απόλυτης εμπιστοσύνης στη κρίση του, όπου κι επαφίεται. Αν προσθέσει κανείς και την ομογενή, μαζική λογοκριμένη καθεστωτική πληροφόρηση και την απαγόρευση της αντίθετης άποψης, διαμορφώνεται ένα περιβάλλον ολοκληρωτισμού, που σε καμία περίπτωση δε βοηθά στην ορθή κρίση και ύπαρξη πολιτικής συνείδησης, παρά μόνο στο επίπεδο της υπακοής. Σε μια τέτοια συνθήκη, η πολιτική συνείδηση αυτοαναιρείται και μαραίνεται, αφού δεν υπάρχουν πολιτικά επίδικα για να διαπραγματευθεί, και να καλλιεργηθεί.
Στη περίπτωση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ο πολίτης διαθέτει άποψη που μπορεί και να την εκφράζει. Η πολιτική κρίση εκφράζεται μια φορά στα 4 ή 5 χρόνια, με βάση τα προγράμματα αν το πολιτικό περιβάλλον έχει μια τέτοια κουλτούρα, πράγμα σπάνιο στις σημερινές αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες. Και είναι σπάνιο, γιατί με την ανάμιξη των ΜΜΕ και του τρόπου που αυτά προβάλλουν το πολιτικό σκηνικό, καθοδηγώντας, προπαγανδίζοντας, τρομοκρατώντας, ψευδολογώντας, λαϊκίζοντας, συκοφαντώντας, διαστρεβλώνοντας, μεροληπτώντας, κι ένα σωρό άλλες εκφράσεις που καταδεικνύουν τεχνικές ελέγχου και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, δε μπορούμε να παραβλέψουμε ότι το κύριο κριτήριο δεν είναι η ενασχόληση με τα προγράμματα, αλλά η δημιουργία εντυπώσεων, προκειμένου να επηρεάσουν τη κρίση, και να καθοδηγήσουν την άποψη. Αν σε αυτό το περιβάλλον, προσμετρήσουμε τη δύναμη επιρροής που ασκούν τα ελεγχόμενα ΜΜΕ από κέντρα δύναμης που επηρεάζουν απόλυτα το πολιτικό σύστημα στις σύγχρονες κοινωνίες, τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι απαιτείται τεράστια προσπάθεια ώστε η κρίση των πολιτών να παραμείνει αλώβητη, η άποψη ανεπηρέαστη, και η πολιτική συνείδηση σε εγρήγορση και ανεξαρτησία. Όλα τα παραπάνω συμβαίνουν ήδη, στο καπιταλιστικό περιβάλλον μιας αστικής δημοκρατίας, η πολιτική της οποίας θα μπορούσε να είναι αριστερή, σοσιαλδημοκρατική, φιλελεύθερη, δεξιά. Φαντασθείτε λοιπόν το μέγεθος της επιρροής στη συνείδηση, όταν οι δυνάμεις της «αγοράς» και του κέρδους, απελευθερωθούν, κι αφεθούν ασύδοτες να ελέγξουν ΜΜΕ και πολιτική εξουσία. Μιλάμε γι αρμαγεδώνα αποχαύνωσης συνειδήσεων. Κι επειδή ο νεοφιλελευθερισμός έρχεται από τη πόρτα της αστικής «δημοκρατίας», τα πράγματα είναι απλά ως προς το προσδιορισμό τους.
Γι αυτό πολλοί διανοητές, αντιστοιχώντας εύστοχα το πολίτευμα «δημοκρατία» στη σύγχρονη εκδοχή του, το ονομάζουν μετα-δημοκρατία, αντιπαραβάλλοντάς το με τη γνήσια, την αυθεντική, την άμεση δημοκρατία, όπου οι πολίτες καλούνται όχι μόνο να έχουν άποψη, αλλά μορφώνονται από νήπια κιόλας στη πολιτική διαδικασία σα να είναι συστατικό της ύπαρξής τους. Διαμορφώνουν κριτήρια ελέγχου των αποφάσεών τους και καλλιεργούν τη κρίση τους απ’ τη παιδική κιόλας ηλικία, ώστε να είναι σε θέση να αποφασίζουν σε πλήρη συνείδηση και με καθαρή τη κρίση, για όποιο ζήτημα τους αφορά, και φυσικά να ελέγχουν με τις ορθές συλλογικές αποφάσεις τους, τη βούλησή τους και γενικότερα τη ζωή τους.
Η μεταλλαγμένη μονοκαλλιέργεια άκριτου ανθρωπότυπου
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε, ότι πέρα από το πολίτευμα αφ’ εαυτού, υπάρχει και ο παράγοντας της πολιτικής άποψης, της κρίσης κι εντέλει της πολιτικής απόφασης από το πολίτη μιας κοινωνίας. Συνεπώς κρίνοντας τη πολιτική διαδικασία, ένας παράγοντας είναι το πολιτικό σύστημα ως σύνολο θεσμών λειτουργίας για τη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, και ο άλλος παράγοντας είναι ο πολίτης που ανάλογα και σε αντιστοιχία με αυτό, έχει τη πολιτική ωριμότητα να αποφασίζει στα κριτικά πλαίσιά του, όταν μπορεί.
Όσον αφορά στην έμμεση ακύρωση της πολιτικής συμπεριφοράς, αυτή επισυμβαίνει με την αποδυνάμωση της κριτικής σκέψης, που συντελείται στο βαθμό που το κυρίαρχο εκπαιδευτικό, αλλά και το προπαγανδιστικό σύστημα, κατασκευάζει εύπιστους καταναλωτές, χρήσιμους ηλίθιους, και όχι σκεφτόμενους και με κρίση μορφωμένους ανθρώπους. Με αυτό τον τρόπο αποδυναμώνεται το πολιτικό κριτήριο, που χρησιμεύει στην ορθολογική πολιτική συμμετοχή, με όποιο τρόπο κι αν αυτή γίνεται, -έστω και με εκλογές μια φορά στα 4 χρόνια. Η απουσία κριτικής σκέψης, φτάνει στο σημείο της πολιτικής αφωνίας, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να επιβεβαιώνεται ένα σύνθημα που διάβαζα σε τοίχο τις προάλλες:
«ΠΑΙΖΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΟΓΟΥ, ΜΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΑΠΟΨΗ…»
Έτσι εξηγείται το φαινόμενο να εκλέγονται αρχηγοί κρατών -καρικατούρες τύπου Τράμπ, καθώς και βουλευτές απίστευτης γραφικότητας και ιλαροτραγωδίας. Τέτοια φαινόμενα είναι που σε οδηγούν σε σκέψεις για το τρόπο που διαμορφώνεται η κρίση της κοινής γνώμης, όχι μόνο επειδή καθοδηγείται, αλλά και γενικότερα επειδή το σύστημα με την αναθετική στην εξουσία λειτουργία του, δεν ευνοεί στη πολιτική ενεργοποίηση, δε θέλει και δε βοηθάει στην ανάπτυξη της κρίσης, δε καλλιεργεί καν πολιτική σκέψη. Αξιολογώντας από τη σκοπιά του πολίτη τη πολιτική διαδικασία, θεωρούμε ότι το χαμηλό επίπεδο πολιτικής σκέψης. Επηρεάζουν αρνητικά, την εγκυρότητα που έχουν οι πολιτικές εκλογές στο αστικό πολιτικό σύστημα. Έτσι, οι εκλογές γίνονται σε γενικές γραμμές, το άλλοθι της «δημοκρατίας» των ενεργούμενων, αφού αυτοί οι τελευταίοι όταν ψηφίζουν, μετατρέπουν μια κριτική πράξη όπως είναι οι εκλογές, σε άκριτη πρακτική, άδεια από οποιοδήποτε ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο της κοινωνίας των ανθρώπων.
Μιλώντας λοιπόν για τη πολιτική διαδικασία στο νεοφιλελεύθερο αφήγημα, η πολιτική διαδικασία ακυρώνεται και παύει να υπάρχει και στα δύο αυτά επίπεδα. Και στο αποφασιστικό πολιτειακό, αλλά και στο κοινωνικό πολιτικό, αυτό δηλαδή της πολιτική συμμετοχής, όπου αυτή γίνεται με το γνωστό έμμεσο τρόπο, άλλοθι του υποκρυπτόμενου ελέγχου.
Υποβολή απάντησης