Η “άλωση” ως ευκαιρία

Eίναι πραγματικά ζοφερό το συναίσθημα που με κυριαρχεί κάθε που χάνεται μια κατάληψη. Σε αυτή πόνεσα ιδιαίτερα. Και πολύ φοβάμαι πως στην επόμενη θα στεναχωρηθώ ακόμα περισσότερο, αφού μοιάζει το κράτος να ιεραρχεί τη σειρά με βάσει τη σπουδαιότητά τους.

Αντιλαμβάνομαι επίσης το αίσθημα οργής που κι εμένα πλημμυρίζει, αλλά και τις κραυγές, ή ακόμα και τις υποσχέσεις εκδίκησης. Επίσης δέχομαι τη πεποίθηση, την ευχή, την πίστη, που εκφράζεται σε κάθε παρόμοια περίσταση, ότι «…κατάληψη θα μείνει». Άλλωστε οι καταλήψεις, πέρα από ένα χωρικό ολοκλήρωμα, είναι κι ένα συλλογικό πνεύμα, που ανεξάρτητα αν θα παράγει αποτέλεσμα στη συνέχεια σε κάποιον άλλο χώρο, σίγουρα έχει διαμορφώσει συνειδήσεις που το κουβαλάνε σα γνώση.

Σίγουρα το «κάτω τα ξερά σας από τις καταλήψεις», είναι μια επιταγή, άσφαιρη όμως, στο βαθμό που η δύναμη πυρός, η αποτελεσματικότητα των κινηματικών δυνάμεων, οι όποιες συνέπειες που θα μπορούσαν να επιδράσουν ανασταλτικά στις αποφάσεις του κράτους, είναι μικρές.  Σίγουρα η κάθε κατάληψη έχει την ιστορία της, και τη βαρύτητά της όσον αφορά στην κοινωνική αλληλεπίδραση με τους ανθρώπους της περιοχής. Όμως και πάλι, με εξαίρεση κάποιες εμβληματικές ως προς αυτό το σκέλος καταλήψεις, οι υπόλοιπες έμειναν ως εμπειρία στις σκέψεις των ανθρώπων, που τις έτρεξαν, αλλά και αυτών ακόμα που τις επισκέφτηκαν.

Κι εκεί είναι ο κίνδυνος. Οι καταλήψεις να παραμείνουν ως μνήμη μιας επαναστατημένης νιότης, ή μια εξαιρετική ρομαντική ανάμνηση στο υποσυνείδητο όσων είχαν την εμπειρία τους, μια αφήγηση στους νεότερους, που γοητεύονται. Αυτή είναι και η προοπτική που θέλει το σύστημα, και αυτό το μέλλον μας επιφυλάσσει.

Κάνοντας μια ανασκόπηση των τελευταίων χρόνων, δε μπορεί να μη παραδεχτεί κάποιος, ότι το βαθύ κράτος ως ακροδεξιό κατεστημένο, – μπάτσοι, δικαστές κυρίως, αλλά και στρατιωτικοί, δεν έχασε τίποτε από τη δύναμή του στα χρόνια της κυβέρνησης σύριζα. Μοιάζει να ανάσχεσαν για λίγο την ορμή τους, βολιδοσκοπώντας από τις εντολές για το που θα το πάει ο Σύριζα.  Ο τελευταίος στη πραγματικότητα προσπάθησε μάλλον να χαϊδέψει και να εξευμενίσει αυτές τις συμμορίες, παρά να τις ελέγξει και καθοδηγήσει ως κυβέρνηση, επιβάλλοντάς τους την εφαρμογή της δικής του πολιτικής. Δικαιολογίες υπάρχουν πολλές, η συγκυβέρνηση είναι μία από αυτές, αλλά και η αστική νομιμότητα την οποία όφειλε να υπηρετήσει μια άλλη. Αστικό κόμμα είναι άλλωστε, τι θα μπορούσε κανείς να περιμένει…

Όμως αυτό που συμβαίνει στη σημερινή συγκυρία, με τη τωρινή κυβέρνηση, θα έπρεπε να μας βάλει σε σκέψεις. Αυτό το ανέξοδο κύμα άλωσης των καταλήψεων από τις δυνάμεις καταστολής, χωρίς κάποιο ενδοιασμό έστω, επιλέγοντας κατά το δοκούν το χρόνο και το τόπο ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες, είναι κάτι πρωτόγνωρο, αλλά και αναμενόμενο, για όσους ξέρουμε τι θα πει δεξιό κράτος και παρακράτος. Κι αυτό το έργο το βλέπαμε και πριν τις εκλογές, πράγμα που θα πρέπει να προβληματίσει τη πολιτική μας σκέψη, στο αν και κατά πόσο θα πρέπει να προσθέτουμε  και το ζήτημα των μετα-πολιτικών συσχετισμών στον υπολογισμό, έχοντας σα γνώμονα το τελικό όφελος του αγώνα για τη κοινωνική επανάσταση. Ίσως είμαστε αρκετά δυνατοί για να πρόκειται για αξιακή υποχώρηση. Μοιάζει μάλλον για ρεαλιστική τακτική, αν κρίνουμε από το σημερινό αποτέλεσμα. Το συζητάμε.

Τώρα τα πράγματα δυσκολεύουν, και απαιτείται ακόμα μεγαλύτερη δύναμη, και πείσμα, όσων αγωνίζονται για έναν ανεξούσιο κόσμο χωρίς εκμετάλλευση. Και παρ’ όλες τις δυσκολίες, εμείς οφείλουμε με κάθε τρόπο, να επανεκκινήσουμε, έχοντας πάρει μαθήματα, από τις χαμένες μας ευκαιρίες, για το τι δεν κάναμε, και τι κάναμε λάθος. Γι αυτό και η «άλωση» των καταλήψεων, εκτός από ένα σπαρακτικό ακρωτηριασμό, μπορεί και να είναι μια ευκαιρία.

Ευκαιρία, γιατί συντελεί στη διάχυση του αγώνα. Ο αγώνας αν και αποεδαφικοποιείται, βγαίνοντας από τα στενά όρια του χώρου, μπορεί αν το θέλουμε, να μπει, να εισβάλει στα σπίτια του κόσμου. Αλλάζοντας τακτική να μεταφέρουμε το «μήνυμα», με επιμονή μεθοδικότητα, συχνότητα, σταθερότητα, υλοποιώντας ένα πλάνο, ανάπτυξης της συλλογικότητας, αριθμητικής και ποιοτικής. Με κύριο στόχο την αύξηση της επιρροής, ώστε να αυξηθούν αντίστοιχα τα μέλη, αλλά και κυρίως οι φίλοι κι ο ευρύτερος κοινωνικός κύκλος της ομάδας. Η ευόδωση του στόχου αυτού, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τις μελλοντικές μας καταλήψεις.

Ας μην απογοητευόμαστε. Στα παλιότερα χρόνια, 5 νοματαίοι, μαζευόμαστε στα σπίτια, στήναμε ταμπλό στους δρόμους, και μοιράζαμε προκηρύξεις σε καχύποπτους έως εχθρικούς περαστικούς, διαβάζοντάς τες με νουντούκα.  Σπέρναμε σπόρους, χωρίς να μπορούμε να συλλάβουμε στη πιο τολμηρή μας φαντασία, το φούντωμα  που θα έρχονταν 20-25 χρόνια μετά. Σήμερα όλοι οι σύντροφοι είναι έμπειροι πια αγωνιστές, ορμώμενοι από ένα αναρχικό πολιτικό χώρο ηλικιακά πολύ πιο ώριμο, με διανοητικό πλούτο, γνώσεις, κι εμπειρία, και πολλά μπορούμε να καταφέρουμε. Αρκεί να μετατρέψουμε το χαμένο «καταφύγιο», σε αγωνιστικό εφαλτήριο. Την απώλεια σε δημιουργία.

Ας σταματήσουμε την όποια εσωστρέφεια που νομοτελειακά θα μας κατακλύσει. Ας μετατρέψουμε την όποια εναντίον μας δράση σε μεθοδική και με στόχους αντίδραση. Με δουλειά, έστω και ανέστια, θα καταφέρουμε να φέρουμε εκείνα τα αποτελέσματα μέσα στη κοινωνία, που οι καταλήψεις θα είναι πια εκδηλώσεις του όγκου της κοινωνικής δυσανεξίας στο σύστημα, και όχι μόνο αποσπασματικές εξεγερτικές δράσεις, μιας υγιώς αντιδρούσας νιότης.

Άλλωστε η καλύτερη εκδίκηση λέγεται διάχυση.

 

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*