Πως να μην είμαστε, “…όλοι τόσο αγχωμένοι- υπάκουοι και αδρανείς;”. Ζητήματα πολιτικής ηθικής.

Με αφορμή ένα ενδιαφέρον κείμενο που ανέβηκε στο Void Network με τίτλο «Γιατί είμαστε όλοι τόσο αγχωμένοι- υπάκουοι και αδρανείς;», μου έδωσε αφορμή να σχηματίσω μερικές σκέψεις μου σχετικά με το κίνημα πάνω στο χαρτί, ελπίζοντας ότι θα φανούν χρήσιμες για τους ανθρώπους που φέρουν την αγωνία ενός πολυπόθητου αναρχικού κινήματος.

Το άρθρο προλογίζεται από το σ. Τάσο Σαγρή που έκανε και τη μετάφραση του κειμένου της ομάδας, The Institute for Precarious Consciousness- Το “Ινστιτούτο για την Επισφαλή Συνείδηση” ​​μιας μαχητικής ομάδας  όπως τη χαρακτηρίζει, που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, [επαφή / επικοινωνία: precariousconsciousness@email.biz.]

Το άρθρο είναι εδώ: https://voidnetwork.gr/2021/07/18/giati-eimaste-oloi-toso-agxomenoi-ypakouoi-kai-adraneis/?fbclid=IwAR10AeM2GcFzvKPORgO0SO3k_7HbUCNMYXQq1OxM5SkWQ-mjx3y82Vayg2A

Στο πρόλογό του ο σ. T. Σαγρής θέτει τρία ερωτήματα, που προκάλεσαν την απάντηση που σας παραθέτω. Τα ερωτήματα τίθενται μέσα από αυτά τα βασικά σημεία:

  • Γιατί οι αριθμοί όσων συμμετέχουν στα κοινωνικά κινήματα διαρκώς μειώνονται και γενικά παραμένουν συνεχώς χαμηλοί;
  • Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι από όσους συμμετέχουν καταλήγουν στην εξάντληση, τα ψυχικά τραύματα και την απελπισία;
  • Γιατί οι παρούσες πρακτικές αγώνα δεν καταφέρνουν να μειώσουν την δύναμη του κράτους και του κεφαλαίου;

Και συνεχίζει: “Ένα μεγάλο κομμάτι της αδυναμίας των κοινωνικών αντιστάσεων προκύπτει από την αδυναμία μας να απαντήσουμε σε αυτά τα 3 ερωτήματα.

Μια διαδήλωση μερικών εκατοντάδων από εμάς είναι εύκολο να περικυκλωθεί και να κατασταλεί με μαζικές συλλήψεις. Σταδιακά, το κράτος και το κεφάλαιο γίνονται εντελώς ανεξέλεγκτα χωρίς τον φόβο απέναντι στην διαμαρτυρία, την λαϊκή άμεση δράση  και την αδιαμεσολάβητη, αυθόρμητη, κοινωνική οργή. Εκτός όλων των άλλων, σε αυτή την περίπτωση εντείνεται ανεμπόδιστα η καταστολή, καθιστώντας πολύ πιο δύσκολη κάθε μελλοντική δράση. Για αυτό τον λόγο είναι απαραίτητο να αναλύσουμε θεωρητικά την παρούσα κατάσταση και να αναπτύξουμε νέες προσεγγίσεις ικανές να μας βοηθήσουν να ενεργοποιήσουμε ξανά τις δυνάμεις μας.”

Είναι φανερό ότι το κείμενο της ομάδας στοχεύει στην επανεμπέδωση των μαχητικών πρακτικών του δρόμου, με ψυχολογικούς όρους. Στη προσπάθεια όμως αυτή, κάνει μιαν ανάλυση με επίκεντρο τις ψυχολογικές επιπτώσεις της καπιταλιστικής συνθήκης στη ψυχοσύνθεση του εξεγερτικού υποκειμένου. Πρόκειται για μιαν ανάλυση που για εμένα αποκτά μεγαλύτερη αξία όταν οι απαντήσεις στα ερωτήματα που εγείρονται στο κείμενο, αφορούν το σύνολο του αγωνιζόμενου κόσμου, και όχι μόνο του εξεγερτικού κομματιού. Επιχειρώντας να εκμεταλλευτώ κι εγώ από τη πλευρά μου τα ερωτήματα, τα μεταστρέφω εσκεμμένα απευθυνόμενα στο σύνολο του αγωνιζόμενου κόσμου της πολιτικής αναρχίας. Παρά το γεγονός ότι η πρόταση στην οποία καταλήγει αφορά σε ειδικές πραχτικές που είναι συζητήσιμες, για το σύνολο του αγωνιζόμενου κόσμου τα ερωτήματα επιμένουν:

  • Γιατί οι αριθμοί όσων συμμετέχουν στα κοινωνικά κινήματα διαρκώς μειώνονται και γενικά παραμένουν συνεχώς χαμηλοί;
  • Γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι από όσους συμμετέχουν καταλήγουν στην εξάντληση, τα ψυχικά τραύματα και την απελπισία;
  • Γιατί οι παρούσες πρακτικές αγώνα δεν καταφέρνουν να μειώσουν την δύναμη του κράτους και του κεφαλαίου;

Α. Σε αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσω να απαντήσω εδώ με αυτό το σημείωμα, αναδεικνύοντας τα δημιουργικά, ορθολογικά, και πρακτικά εκείνα στοιχεία που μπορούν να συνεισφέρουν στην επανανοηματοδότηση του αγώνα. Υπεκφεύγοντας τις ψυχολογικές προσεγγίσεις, που έχουν ούτως ή άλλως μεγάλη αξία, αλλά μοιάζουν δύσχρηστες, δύσκολα εφαρμόσιμες και αναγκαίες αφού όμως έχουμε εξαντλήσει όλα εκείνα τα μέσα που μπορούν και πρέπει να γίνουν. Σε αυτά λοιπόν θα αναφερθώ, σε αυτά που μπορούν να γίνουν ώστε να μην είμαστε “…όλοι τόσο αγχωμένοι- υπάκουοι και αδρανείς”, αφού ξεκινήσουμε με μερικές παραδοχές που έρχονται από τη χρόνια παρατήρηση, κι αφορούν τους πολιτικά ενεργούς αγωνιστές του χώρου:

  1. Ο αναρχικός χώρος στελεχώνεται από νέους σχολικής και φοιτητικής ιδιότητας, κυρίως. Αυτή η δεκαετία μεταξύ 17 και 30 είναι και εκείνη στην οποία δραστηριοποιούνται πολιτικά. Ο κύριος όγκος των συντρόφων αυτών, διανύει τη φοιτητική περίοδο της ζωής του, πράγμα που του εξασφαλίζει επαρκή ελεύθερο χρόνο να τροφοδοτήσει τη σκέψη του, να εγείρει τη δημιουργικότητά του, να παράξει αγώνα. Η ηλικία ένταξης καθορίζει και τους λόγους ένταξης, αλλά και τη κουλτούρα του αγώνα, ακόμα κι ως αγωνιστική νοοτροπία.
  2. Οι λόγοι της πολιτικής ένταξης στο χώρο έρχονται από τη μαγεία των ιδεών και από την ανάγκη ριζοσπαστικοποίησης απέναντι στο υπάρχον. Μια ριζοσπαστικοποίηση που προέρχεται από βιωματικές αντιφάσεις σε πραγματικά ζητήματα, -οικονομικά, κοινωνικά, κουλτούρας και άλλα από τη μία, αλλά και από σημαντικούς ψυχολογικούς παράγοντες και ανάγκες που είναι και οι πιο έντονοι σε αυτή την ηλικία από την άλλη.
    Τέτοιοι ψυχολογικοί παράγοντες που τροφοδοτούν την ανάγκη ένταξης στο χώρο είναι η ανάγκη συνεύρεσης με ομοίους στην αντίστιξη του οικογενειακού περιβάλλοντος. Η ανάγκη ένταξης στην ομάδα, για λόγους ελεύθερης προσωπικής έκφρασης του ψυχισμού, κι εκδήλωσης σε ένα οικείο και συντροφικό περιβάλλον. Η ένταξη για λόγους κοινωνικοποίησης και συλλογικοποίησης με ομοϊδεάτες. Να βρούμε τη παρέα μας. Η «περιφρούρηση» της νέας προσωπικότητας σε ασφαλές περιβάλλον με τους δικούς μας. Η αποφυγή προστριβών, υποχρεώσεων, καθηκόντων, καθώς και απογοητεύσεων, εξαιτίας της απωθητικής φύσης του «υπάρχοντος».
    Γενικότερα η ανάγκη να βρούμε το «καταφύγιο» όπου και θα συναναστραφούμε με συντρόφους και συντρόφισσες, θα τοποθετηθούμε από προωθημένες θέσεις, αλλά και θα περάσουμε καλά χωρίς ανάλωση χρόνου κι ενέργειας με τους «άσχετους». Αυτοί είναι κρίσιμοι ψυχολογικοί λόγοι συλλογικοποίησης, πέρα από τους άλλους ουσιώδεις. Νέοι άνθρωποι με ρηξικέλευθες απόψεις, ψάχνουν σε έναν «βάρβαρο και συνάμα άδικο κόσμο» να συναντηθούν με ομοίους τους.
  3. Μετά τα τριάντα, ένα μεγάλο κομμάτι εγκαταλείπει, για τρεις κύριους λόγους.
    α. Από επιλογή αλλαγής τρόπου ζωής
    β. Κινηματική κούραση κι απογοητεύσεις
    γ. Οικογενειακές, επαγγελματικές υποχρεώσεις, έλλειψη χρόνου.
  4. Τα παραπάνω -η ένταξη και η αποχώρηση μαζί με τους λόγους που τα συνοδεύουν, είναι ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται από τη δεκαετία του 1980, όταν ο χώρος διευρύνθηκε για πρώτη φορά, κι εμπλουτίσθηκε με πολύ κόσμο. Στο μοτίβο αυτό είναι κρίσιμο να γνωρίζουμε ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που πέρασαν από το χώρο κι έφυγαν, δεν καταδίκασαν «την ιδέα», δεν άλλαξαν αξιακό στρατόπεδο, ούτε μεταλλάχτηκαν σε κάτι άλλο όσον αφορά στις πολιτικές/κοσμοθεωρητικές πεποιθήσεις. Είναι εκεί, και στη κατάλληλη περίσταση εμφανίζονται 60άρηδες, 50άρηδες, 40άρηδες και έρχονται στα καλέσματα, στις εκδηλώσεις των ομάδων, στις πορείες για σημαντικά και κρίσιμα ζητήματα, ή ακόμα συγκροτούν συνελεύσεις από τo πουθενά όπως μας δίδαξαν οι πλατείες. Προσωπικά πιστεύω ότι πρόκειται για μια αξιόλογη αριθμητικά ομάδα ανθρώπων που μπορεί να πλησιάζει τις 100 χιλιάδες και που μπορεί να επηρεάζει άλλες τόσες.
  5. Το μοτίβο αυτό επαναλαμβάνεται από γενιά σε γενιά, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα το φαινόμενο της άμπωτης και της πλημμυρίδας από δεκαετία σε δεκαετία περίπου. Αυτό το τελευταίο οφείλεται στις «αλληλεπιδράσεις», που ασκούνται από τις εξωτερικές συνθήκες, στις γενικότερες σχέσεις της κοινωνίας με το σύστημα, και τις άμεσες συνέπειες που προκαλεί αυτό στην άσκηση της εξουσίας του, πολιτικής και οικονομικής.

Β. Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω παραδοχές αντιλαμβανόμαστε, ότι ο χώρος έχει μεν διαρκή παρουσία, -οι ιδέες του άλλωστε δύσκολα αντιμάχονται ως οι δικαιότερες και ηθικά ευγενέστερες, όμως οι τάξεις του παρουσιάζουν και μεταπτώσεις στον όγκο, αλλά και μεγάλη κινητικότητα εισροών, κι εκροών πλήθους ανθρώπων. Κι αυτές οι εκροές που είναι σημαντικές, και η ανάσχεσή τους κρίσιμες για την όποια προοπτική του χώρου, -παρακάμπτοντας τις όποιες εξωτερικές επιθέσεις αυτός δέχεται από τις δυνάμεις του συστήματος, οφείλονται σε κάποιους βασικούς λόγους που αφορούν την εσωτερική λειτουργία του. Ποιοι είναι αυτοί:

  1. Απουσία μιας μόνιμης κι ενωτικής οργανωτικής δομής, που με την ανεκτικότητα και τη πολυσυλλεκτικότητά της, θα μπορεί να υποστηρίζει με τα μέσα που διαθέτει τις ομάδες, με εγκυρότητα και με συνέπεια, με διάρκεια και διαχρονικότητα.
  2. Απουσία μόνιμων κοινών υποδομών που δημιουργούν οικονομίες κλίμακας και συνεπώς προϋποθέσεις περαιτέρω ανάπτυξης του αγώνα, καθώς και κοινότητα συνεννόησης και συνεργασίας μεταξύ των συλλογικοτήτων.
  3. Απουσία γενικού σχεδίου ανάπτυξης του αγώνα, με στόχους, αποτελέσματα, απολογισμό, είτε σε επίπεδο ομάδας, είτε ακόμη περισσότερο σε επίπεδο μιας συντονισμένης προσπάθειας μιας ομόσπονδης οργάνωσης.
  4. Απουσία μιας πρότασης –οδικού χάρτη, για το πώς η κοινωνία θα μπορούσε να φτάσει από το σήμερα στη κοινωνία που οραματιζόμαστε, αλλά και συγκεκριμενοποίηση επικαιροποίηση κάποιων χαρακτηριστικών της, ώστε η πρότασή μας να γειώνει και να μη μοιάζει με ουτοπικό όνειρο.

    Για την ομάδα:
  5. Απουσία πολιτικής νοοτροπίας των ομάδων. Το σχεσιακό βαραίνει περισσότερο στα πολιτικά κριτήρια, και τα καθιστά ανορθολογικά.
  6. Απουσία νοοτροπίας ανάπτυξης του αγώνα, διεύρυνσης της κοινωνικής επιρροής, δημιουργίας και διόγκωσης ενός κινήματος.
  7. Απουσία στόχων αλλά και σχεδίου αγώνα, μακροπρόθεσμου, 5ετίας, και βραχυπρόθεσμου, ενός έτους. Ένα σχέδιο δράσεων που θα βάζει στόχους σε συγκεκριμένα κοινά, με μετρήσιμα αποτελέσματα , και απολογισμό της δράσης, με βάση αυτά. Αυτό στα πλαίσια της ανάπτυξης του αγώνα της ομάδας στη κοινωνική της διεισδυτικότητα.
  8. Απουσία ξεκάθαρων διαδικασιών εύρυθμης λειτουργίας μέσα στην ομάδα.
    Η ατομική κουλτούρα:
  9. Απουσία πολιτικής στάσης μέσα στη συλλογικότητα. Οι λόγοι ένταξης στη πολιτική συλλογικότητα είναι διαφορετικοί του πολιτικού σκοπού της.
    α. Η πολιτικότητα της συλλογικότητας είναι το πρόσχημα μέσα στο οποίο φωλιάζουν άλλες ανάγκες, όπως αυτές της κοινωνικοποίησης και ομαδοποίησης, της αναζήτησης προσωπικών σχέσεων, ικανοποίησης ματαιοδοξίας και τελικά σαν χώρος εκφόρτισης προσωπικών απωθημένων. Η συλλογικότητα βιώνεται κυρίως ως ψυχολογικό καταφύγιο -πράγμα όχι ιδιαίτερα αρνητικό γενικά, ενώ θα έπρεπε να είναι εφαλτήριο αγώνα, πράγμα σημαντικό για το σκοπό τους. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται στο δεδομένο, ότι όλοι μας μεταφέρουμε απωθημένα εξουσιαστικά ζιζάνια, χειραγωγικές πρακτικές, ενίοτε και απαξιωτικές ή κακοποιητικές συμπεριφορές, ή και αντίθετα, αναστολές, υπάκουες λογικές, εξιδανικεύσεις, ηρωοποιήσεις, τυφλές ακολουθίες, και αναξιοπρεπείς αποδοχές.
    β. Πολλές φορές επίσης τα κριτήρια διαμόρφωσης των θέσεων αλλά και απόψεών μας μέσα στη συνέλευση δεν είναι αμιγώς πολιτικά, αλλά σχεσιακά, συντροφικά, ή επηρεαζόμενα από το “γενικό κλίμα”. Πράγμα που σημαίνει ότι η βαρύτητα στη κρίση δε βρίσκεται στην ορθότητα της άποψης, ή της πρότασης, αλλά στο υποκείμενο που την εκφράζει, στη σχέση μας μαζί του, ή στο “γενικό κλίμα”.
  10. Η καθημερινότητα των ανθρώπων του αγώνα, δε κινείται στο πυρήνα της ευρύτερης κοινωνικής καθημερινότητας. Η ηλικιακή σύνθεση, η σπουδαστική –φοιτητική ιδιότητα, η επαγγελματική ενασχόληση σε κυρίως εκτελεστικές εργασίες, ή σε φιλικά περιβάλλοντα, δημιουργούν συγκεκριμένες οπτικές που δε κεντράρουν στη ευρύτερη κοινωνική αντίληψη εκ των πραγμάτων. Αυτό γίνεται είτε για λόγους ηλικίας και κοινωνικής ομάδας, είτε για λόγους αυτοπροστασίας στο εργασιακό ή ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Γ. Τι πρέπει να γίνει:

  1. Αλλαγή κουλτούρας της καθημερινότητας. Ο σύντροφος, οφείλει να ανήκει στη κοινωνία και να έχει κουλτούρα πολεμιστή που δρα σε εχθρικό έδαφος. Να μπορεί να ακροβατεί ενταγμένος στο υπάρχον και χωρίς να χάνει τη ταυτότητά του, να μεταδίδει στο βαθμό που μπορεί το δικό του στίγμα. Να βρίσκεται μέσα στο “υπάρχον” και να παλεύει με τη κυρίαρχη κουλτούρα στη δουλειά, στις οικονομικές όσο αυτό είναι δυνατόν, και κοινωνικές του σχέσεις, αλλά και στις πιο προσωπικές του σχέσεις σε όλα τα ζητήματα που άπτονται αυτών, από θέσεις πολιτικά ανατρεπτικές, οικονομικά αλληλέγγυες και αν είναι δυνατόν μη εκμεταλλευτικές, κοινωνικά αυτόνομες, προσωπικά ελευθεριακές.Η ανάμιξη με το υπάρχον δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την έμπνευση του αλληλοσεβασμού μεταξύ των αγωνιστών, αφού καθορίζει τις συντροφικές σχέσεις σχετίζοντάς τις με αυτές του “έξω” υπάρχοντος, αξιολογώντας τες στην ορθή κλίμακα. Ταυτόχρονα ατσαλώνει το αγωνιστικό του φρόνημα, ακονίζει τα επιχειρήματά του, αποκτά πανοπτικότητα στο πεδίο δράσης του, αλλά και ευρεία αντίληψη της ζωής. Ο αναρχικός επίσης μπορεί να γίνει παράδειγμα προς μίμηση, και να ελκύει όλους όσους συναναστρέφεται δια του παραδείγματος…
  2. Οι σύντροφοι ανεξάρτητα από τα όποια απωθημένα τους αισθήματα καλά ή μεμπτά, θα πρέπει να πάψουν να βλέπουν την ομάδα ως ψυχολογικό «καταφύγιο», και να αντιληφθούν ότι η αναρχική πολιτική ομάδα προϋποθέτει συνειδητή πολιτική συμπεριφορά κι ελευθεριακή κουλτούρα. Η αναρχική πολιτική ομάδα είναι το τέλος μιας από τις πολλές διαδικασίες εσωτερικής ανατροπής της «εξουσίας μέσα μας», που μας οδηγεί συνειδητά στη πολιτική επιλογή. Πρέπει να έχουμε τελειώσει με τα εξουσιαστικά δαιμόνια που μας βαραίνουν, είτε αυτά είναι επιθετικά, είτε είναι αμυντικά. Η συνειδητοποίησή τους είναι προϋπόθεση για να αποφασίσει κάποιος να μπει σε μια αναρχική ομάδα.
    Ομάδες και σύντροφοι θα πρέπει να μεριμνούν για να συντηρούν την ελευθεριακή κουλτούρα ποτίζοντάς τη με την αυτοκριτική. Η συζήτηση επ’ αυτού είναι τρόπος κάθαρσης από τα εξουσιαστικά μικρόβια.
    Όλα τα παραπάνω δε σημαίνουν ότι πρέπει να ξορκίζουμε τα αισθήματά μας, και τη προϊστορία μας. Σημαίνουν ότι ανήκοντας στην ομάδα, τα βλέπουμε, μετράμε πόσο μας καθορίζουν, και ποια αρνητική επιρροή ασκούν στη πολιτική μας ταυτότητα και κυρίως συμπεριφορά. Οπτική, αυτοκριτική, αντιμετώπιση, συνείδηση.

Για την ομάδα

  1. Οι ομάδες θα πρέπει να αποκτήσουν αμιγώς πολιτική δραστηριότητα, ακόμα κι αν αυτή αφορά κοινωνικά, οικονομικά πολιτιστικά θεματικά. Η πολιτική κουλτούρα θα πρέπει να είναι το κυρίαρχο σε αυτή τη φάση του αγώνα, και ο αγώνας στο πολιτικό να είναι ο κοινός συγκολλητικός παράγοντας των μελών. Πάνω σε αυτό το πεδίο, δευτερογενώς μπορούν να χτίζονται οι ανθρώπινες σχέσεις των μελών της ομάδας, στη βάση του κοινού αγώνα, πράγμα που ως πολιτική ηθική προάγει τη διαχείριση των σωστών σχεσιακών αποστάσεων μεταξύ των μελών.
  2. Κουλτούρα ανάπτυξης. Οι ομάδες θα πρέπει να είναι προσηλωμένες στην ανάπτυξη των πολιτικών ιδεών μας μέσα στη κοινωνία, στοχεύοντας και αλληλεπιδρώντας με ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια. Αντίστοιχη απαίτηση υπάρχει και για τα μέλη. Ο βασικός σκοπός κάθε αναρχικής πολιτικής συλλογικότητας οφείλει να είναι η δημιουργία κοινωνικού ρεύματος επιρροής στο πεδίο δράσης της. Στη ζωή, καμία προσπάθεια δε μπορεί να έχει μεγάλη διάρκεια, αν δεν έχει εμφανή αποτελέσματα, διαρκή και διαδραστική εξέλιξη, και φιλοδοξίες. Όταν αυτές υλοποιούνται ως στόχοι, ικανοποιείται η δημιουργικότητα, και ανοίγει η όρεξη για περισσότερους και υψηλότερους στόχους, για νέες μεγαλύτερες φιλοδοξίες.
  3. Σχέδιο ανάπτυξης. Η ομάδα θα πρέπει να συμφωνεί ένα σχέδιο δράσης. Αυτό το σχέδιο να προβλέπει στόχους στη προσπάθειά της να υλοποιεί το όραμά της. Στόχοι μιας πολιτικής συλλογικότητας δεν μπορούν να είναι άλλοι από τη διεύρυνση της επιρροής της στο πεδίο που δραστηριοποιείται, να αυξήσει τα μέλη της αν είναι μικρή, να πολλαπλασιάσει τους φίλους της, να έχει εμφανή και αδιάλειπτη παρουσία στο χώρο με ουσιώδη αντίκτυπο στην ευρύτερη κοινή γνώμη.
    Να τοποθετεί τη δράση της σε βάθος χρόνου φτιάχνοντας πλάνο ανάπτυξης 5ετίας, και να συντάσσει το σχέδιο δράσης του επόμενου χρόνου, με στόχο να μείνει πιστή σε αυτό το πλάνο προκειμένου να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα.
    Με αυτό τον τρόπο οι ομάδες και τα μέλη τους, αποκτούν ενδιαφέρον στον αγώνα τους και κίνητρα για να επιτύχουν, βιώνουν την επιτυχία αλλά και την αποτυχία με τρόπο ενεργό, και ο αγώνας τους παίρνει νόημα με βάση το αποτέλεσμα, ικανοποιώντας μια βαθύτερη ανάγκη μας τη δημιουργικότητα, με την οποία σήμερα έχουμε χάσει κάθε επαφή.
  4. Οι ομάδες θα πρέπει να αποκαθαίρονται από τα όποια προσωπικά ψυχολογικά βαρίδια, με κοινά συμφωνημένο εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας, που να προβλέπει ότι για την όποια συμμετοχή στην ομάδα να προϋποτίθεται η ελευθεριακή νοοτροπία και ηθική και η αντίστοιχη συμπεριφορά σεβασμού και συνειδητής αποδοχής. Να απαγορεύεται η προσπάθεια χειραγώγησης, και οι παρασκηνιακές μεθοδεύσεις. Η ομάδα προς ενίσχυση αυτής της κουλτούρας, να κάνει τακτικό απολογισμό, όποτε κι αν το βρίσκει σκόπιμο, προκειμένου να εντοπίζονται οι δυσλειτουργίες, και να προβαίνει σε συλλογική αυτοκριτική, προκειμένου να τίθενται στο τραπέζι τα θέματα που προκαλούν δυσλειτουργίες. Θα πρέπει να προβλέπονται διαδικασίες ένταξης αλλά και αποπομπής, διαδικασίες συνέλευσης, πάντα συμβατά με το αξιακό μας. Τέλος είναι απαραίτητο στοιχείο η διαμόρφωση της εικόνας της ομάδας προς τα έξω με την αυτοπαρουσίαση, αλλά και κυρίως ένα κείμενο αρχών στόχων και θέσεων. Γραφτά όλα αυτά. Δυστυχώς η οπισθέλκουσα εξελικτική πορεία της σημερινής ηθικής στο “χώρο”, απαιτεί ξεκάθαρες λύσεις που μόνο ένα γραπτό ως αξιακή συμφωνία προϋποθέτει. Μακάρι να ζούσαμε στην εποχή των συμφωνιών, που τα βλέμματα, ή ακόμα και οι λέξεις θα ήταν αρκετά για την κοινή αντίληψη των πραγμάτων. Δυστυχώς ζούμε στην εποχή των διαχωρισμών, των αντιθέσεων και του ανταγωνισμού τους στη βάση του «εγώ». Και όπως είναι φυσικό η εποχή επηρεάζει όλους μας.

Για την οργάνωση και το σύνολο του αγωνιζόμενου χώρου:

  1. Απαιτείται μια νέα προσπάθεια σύγκλισης των όλων των πολιτικών δυνάμεων που κινητοποιούνται στον αγώνα για τον κοινωνικό αναρχισμό. Η συνάντηση αυτή οφείλει να είναι χαλαρή, ανεκτική και προωθητική στο πνεύμα της συνεννόησης.
  2. Απαιτείται η δημιουργία κοινών υποδομών, υπό κοινή διαχείριση ούτως ώστε να αποφεύγεται η σπατάλη των πόρων, για περισσότερα και καλύτερα αποτελέσματα. Οι κοινές υποδομές στη διαχειριστική τους διάσταση, μπορούν να αποτελέσουν και πρόκριμα για το επέκεινα της οργάνωσης.
  3. Καμιά οργανωμένη προσπάθεια, δε μπορεί να έχει αποτελέσματα αν δε έχει κουλτούρα ανάπτυξης, συντονισμό και συναρμογή των δυνάμεων στην ίδια κατεύθυνση. Καλό είναι στη φάση που είμαστε να επιτευχθεί ένα χαλαρός συντονισμός, που με τα αποτελέσματά του θα φέρει τη σύσφιξη των σχέσεων των ομάδων και τη καλύτερη συνεργασία τους.
  4. Απαιτείται να συναχθεί ένα σχέδιο, ένας οδικός χάρτης που να δείχνει έναν από τους πολλούς δρόμους που μπορούμε να επιλέξουμε να πορευτούμε στην υλοποίηση της κοινωνίας που αποζητάμε. Ένα ίδρυμα αντιεξουσιαστικών κοινωνικών μελετών μπορεί να βοηθήσει επιστημονικά σε αυτή τη κατεύθυνση.

Αναρχικές συλλογικότητες και πολιτική ηθική. Συμπεράσματα.

Αν υπάρχει κάτι που επιλύει αυτό το πρόβλημα είναι η «αποϊδρυματισμός» μας. Για να γίνει αυτό, απαιτείται αλλαγή της πολιτικής ηθικής. Και ιδιαίτερα αυτής που συγκροτεί τις συλλογικοποιήσεις μας. Οι συλλογικότητες μας θα πρέπει να έχουν στο επίκεντρο τη πολιτική παρέμβαση, και όχι τις προσωπικές κοινωνικές σχέσεις. Αυτές μπορούν να απορρέουν ως απότοκο της κοινής δράσης. Οι σχέσεις έπονται και προκύπτουν από τον ίδιο τον αγώνα.

Η ένταξη στην ομάδα θα πρέπει να έρχεται από πολιτικό κίνητρο, και όχι από άλλα κίνητρα. Αυτό σημαίνει ότι αυτός που εντάσσεται, έχει διαμορφώσει το κύκλο του τις προσωπικές του σχέσεις, και ως εργαζόμενος είτε ως άνεργος, δίνει τις μάχες του μέσα στο εχθρικό έδαφος. Αυτός είναι που μπορεί κι εκτιμά σωστά τις ελευθεριακές αξίες, αυτός είναι που θα μπορεί να εκτιμά το σύντροφο, γιατί αυτά όλα θα εκτιμώνται στη σωστή τους διάσταση μέσα από την εμπειρία του ζόφου μέσα στην εχθρική καθημερινότητα. Οι ομάδες δεν είναι καταφύγια «αγρίων ζώων» που ψάχνουν θαλπωρή, ούτε πεδίο εκτόνωσης εξουσιαστικών απωθημένων και φιλοδοξιών. Οι ομάδες οφείλουν να είναι εφαλτήρια αγώνα.

Όταν μάλιστα ο πολιτικός αυτός αγώνας με την ηθική που αναφέραμε, αποκτήσει αναπτυξιακή στόχευση, πρόγραμμα, μέθοδο, παραγωγικότητα, επίτευξη κι απολογισμό, τότε έρχεται και η χαρά, έρχεται και η δημιουργική ικανοποίηση που θα νιώσουμε όλοι μας. Όταν με αυτό το τρόπο έρχονται νέοι άνθρωποι στις συλλογικότητές μας τότε θα δούμε πόσο πολύ πολλαπλασιάζεται το κίνητρο και η διάθεση για τη συνέχεια.

Οπότε, αν αλλάξουμε το τρόπο που φτιάχνουμε τις ομάδες μας, το τρόπο που λειτουργούμε εμείς, αλλά και το τρόπο που θα λειτουργούν οι ομάδες στη συνέχεια, λύνουμε το πρόβλημα του ιδρυματισμού και της εσωστρέφειας. Το πρόβλημα που περιγράφεται πολύ εύστοχα στο αρχικό κείμενο ως “συνεταιρισμοί διαπροσωπικών συμφερόντων”. Υπάρχουν οι λύσεις , υπάρχουν οι τρόποι. Αρκεί να θέλουμε να τις συζητήσουμε, και να είμαστε έτοιμοι να τα αλλάξουμε όλα.

 

Υ.Γ. Όποιος ενδιαφέρεται για περισσότερα σχετικά με θέματα οργάνωσης, δράσης και μεθοδολογίας ανάπτυξης του αγώνα στη συλλογικότητα, υπάρχει σχετικό κείμενο με τίτλο “Για μια επιτυχημένη πολιτική εκστρατεία”. Ας επικοινωνήσει ζητώντας το στο mail risingutopia@espiv.net, από το mail της συλλογικότητάς του και μόνο. Για οτιδήποτε άλλο επικοινωνήστε με αυτό το mail. Ευχαριστώ.

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*