«Τον Οκτώβριο στο Βόλο ένας αστυνομικός που κλήθηκε να συλλάβει κάποιον που είχε βάλει 20 ευρώ βενζίνη και δεν πλήρωσε, έβαλε τα 20 ευρώ από την τσέπη του και τον άφησε ελεύθερο. Προχτές στη Θεσσαλονίκη αστυνομικός πυροβόλησε εν ψυχρώ στο κεφάλι κάποιον που είχε βάλει 20 ευρώ βενζίνη και δεν πλήρωσε.»
Τα Σ.Α. ήταν από πάντα πόλος έλξης ατόμων που αναζητούν νομιμοποιημένες διόδους εκτόνωσης της εσωτερικευμένης βίας τους και πεδίο εφαρμογής αυταρχισμού, είτε υποσυνείδητου, είτε ενσυνείδητου. Ήταν και είναι το επάγγελμα που όλοι υπό όρους θα ντρεπόμασταν να κάνουμε. Αυτοί που το διαλέγουν, αν δεν είναι από τη φύση τους φασίζουσες ψυχικές δομές, γνωρίζουν εξ αρχής ότι είναι ένα επάγγελμα άσκησης εξουσίας κι εφαρμογής της κρατικής βίας πάνω στο κοινωνικό σώμα, που ανεξάρτητα απ΄ τη νομιμοποίηση που αυτή φέρει (δημοκρατική ή μη) δεν παύει με αυτήν την ιδιότητα να θέτει τον εαυτό του στον ρόλο της εξουσιαστικά διαχωρισμένης από την υπόλοιπη κοινωνία ιδιότητας.
Οπότε και γι αυτό οι όποια επίκληση της εργασιακής ιδιότητας του μπάτσου είναι κενή περιεχομένου σε κάθε περίσταση. Ο μπάτσος έχει μια συγκεκριμένη δουλειά να κάνει, κι αυτή είναι η δια της βίας επιβολή της νομιμότητας επάνω στο κοινωνικό σώμα. Θέτει λοιπόν τον εαυτό του απέναντι: επόπτη, ελεγκτή, καταστολέα. Αυτή η δουλειά δεν είναι σαν και τις άλλες. Προϋποθέτει την άσκηση βίας πράγμα που εμπεριέχει και την βίαιη αντίδραση. Ως εκ τούτων τελεί σε επίγνωση για κάθε έναν που επιλέγει να κάνει «αυτό το επάγγελμα», ότι «αυτό το επάγγελμα» έχει να κάνει με την διαχείριση της βίας. Γι αυτό και «αυτό το επάγγελμα» δεν είναι απλά εργασία. Προϋποθέτει την ενσυνείδητη απόφαση για ενδεχόμενη συμμετοχή σε περιστατικά βίας, καθώς και την ευθύνη της οπλοφορίας και οπλοχρησίας δηλαδή αυτήν της πιθανότητας αφαίρεσης μιας ανθρώπινης ζωής.
Η περίπτωση του αστυνομικού από τον Βόλο που αντίστοιχα έδωσε το 20άρικο στο βενζινά, είναι η εξαίρεση, ως παράδειγμα αστυνομικού που λειτουργεί μέσα από την κοινωνία και συγκολλητικά των σχέσεων που διαρρηγνύονται. Όμως οι αστυνομικοί καλούνται από το καθήκον τους να διαχειριστούν αυτήν την «διάρρηξη» σχέσεων, με όρους καταστολής και όχι με όρους άμβλυνσης, ή ρύθμισής τους με όρους συμφωνίας. Ο Βολιώτης δεν λειτούργησε σαν αστυνομικός, αλλά σαν άνθρωπος, και μάλιστα παραβαίνοντας το καθήκον του να ασκήσει κατασταλτική εφαρμογή του νόμου, αφού με την λύση που επέλεξε, παρέκαμψε τον νόμο προκειμένου να φερθεί ανθρώπινα. Αντίστοιχα ανθρώπινα φέρεται να συμπεριφέρεται και ο ιδιοκτήτης του μοιραίου βενζινάδικου απ’ όπου άρχισε η καταδίωξη του Κώστα Φραγκούλη. Ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι ακόμα.
Η όποια επίκληση της ιδεολογίας μιας «αρχής της προστασίας της ζωής» (και της περιουσίας), έχει και πραγματική βάση για να είμαστε αντικειμενικοί. Όμως για να είμαστε αντικειμενικοί επίσης, ο τρόπος πρόσληψης στο σώμα, είτε από επιλογή των ίδιων ως μέλη μιας κοινωνίας αναπαραγωγής κυριαρχίας και φτηνών τηλεοπτικών ειδώλων αστυνομικής βίας, είτε ως ρουσφετολογική πρόσληψη του ακαμάτη λούμπεν κάγκουρα, διαμορφώνει το ύφος άσκησης της αστυνομικής εξουσίας, αφού αυτή δεν είναι παρά εκτονωτήριο απωθημένων και αναπαραγωγή αυταρχικών ψυχολογικών μοτίβων.
Σαν να μην έφταναν αυτοί οι «μηχανισμοί», με την άνοδο στης νεοδεξιάς στην κυβέρνηση, βρέθηκε η ευκαιρία για όλες εκείνες τις «συνάψεις» που νομοτελειακά μετατρέπουν την αστυνομία σε στυλοβάτη της βαριάς εγκληματικότητας, αν δεν είναι πια ολοκληρωτικά η πηγή της. Από ανύποπτες εποχές (1980) λέγαμε ότι «οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη», εννοώντας ότι υποστηρίζουν τα κυκλώματα εμπορίας και διανομής. Αντίστοιχα, και για τις λέσχες και την πορνεία. Επίτηδες παρανομοποιημένα εδώ και δεκαετίες, για να οργιάζει η διαφθορά μέσα στους θύλακες της αστυνομίας. Όπου φτάνουμε μέχρι και το σήμερα, όπου «τρέχει» η δίκη της Greek mafia με πρωταγωνιστές πλέον αστυνομικούς, και όχι απλά διεφθαρμένους υποστηρικτές κυκλωμάτων. Αυτή η μετεξέλιξη στο χώρο του βαριού εγκλήματος, όπου αστυνομικοί είναι πλέον πρωτεργάτες, είναι μια νέα μορφή που αναδύθηκε με την νεοδεξιά κυβέρνηση, και όπως φαίνεται και από την υπόθεση Καραϊβάζ, λειτουργεί πια ανενόχλητα. Κι όταν λέμε ανενόχλητα εννοούμε την αγαστή συνεργασία επίορκων αστυνομικών κυκλωμάτων, κυβέρνησης και δικαστών. [Πρόσφατα μάλιστα παραιτήθηκε «εύκολα» η πρόεδρος του δικαστηρίου έπειτα αμφισβήτηση της αμεροληψίας της από το δικηγόρο κατηγορούμενου –πρώην μπάτσου της αντιτρομοκρατικής].
Η κυβέρνηση λοιπόν αυτή επενδύει με κάθε τρόπο στην δημιουργία αστυνομικού κράτους, κανακεύοντας τους δράστες αστυνομικών εγκλημάτων, η ασυδοσία των οποίων, είτε σε επίπεδο βαριάς εγκληματικότητας, όπου το πρεζεμπόριο (ακόμα και αυτών των ρομά), το trafficking, ο τζόγος, έχουν πλάτες στην ανώτατη ιεραρχία της μπατσαρίας, είτε σε επίπεδο κάγκουρα Δίας ή Δέλτα που ψάχνει να σκοτώνει γυφτάκια και να δέρνει άοπλους διαδηλωτές, λειτουργεί με όρους μαφίας απόλυτα αυτονομημένης. Γενικότερα η ΕΛΑΣ είναι πια άνδρο διαφθοράς και υποστήριξης της εγκληματικότητας αν δεν είναι η πηγή του ίδιου του εγκλήματος, αλλά και μετατρέπεται ταχέως σε μια ισχυρή γραφειοκρατική μαφία, που ως τέτοια με την συνεχόμενη διόγκωση της ισχύος της, θα απαιτήσει νομοτελειακά ρόλο στην διαμόρφωση του επέκεινα του πολιτεύματος.
Μια επίσης νέα εξέλιξη που έχει συντελεστεί με την νεοδεξιά κυβέρνηση, είναι η εγκόλπωση μέρους του χρυσαυγίτικου νεολαιίστικου εσμού, στο ήδη κατά 50% χρυσαυγίτικο αστυνομικό σώμα, μέσα από μαζικές προσλήψεις σε σώματα καταστολής, Δέλτα, ΔΙΑΣ, ΜΑΤ, ΟΠΚΕ, ΟΠΠΙ, συνοριοφύλακες, εσχάτως και δημοτόμπατσων «με αυξημένα καθήκοντα», προκειμένου να αφομοιώσει κάποιες χιλιάδες άνεργους χρυσαυγίτες ψηφοφόρους με τις οικογένειές τους ως εν δυνάμει ψηφοφόρους. Ένα τέτοιο «σώμα» καθαρμάτων που έχουν τη λογική της «κουτάλας», είναι ιδανικό για την στρατολόγηση και ανανέωση «προσωπικού» στην ενσωματωμένη μαφία της ΕΛΑΣ.
Τους δίνει μάλιστα και δώρο 600 ευρώ για τις αγαστές υπηρεσίες τους…Ταυτόχρονα τους εξοπλίζει ξοδεύοντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για όπλα, μέσα προστασίας και περιπολικά. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση ενοποιεί τη δεξιά παράταξη εμπερικλείοντας ναζήδες, εξοστρακίζει εκλογικά τους ακροδεξιούς και φασίστες στο «εξώτερο» της βουλής, και υποσκάπτει την «δημοκρατία», εξοπλίζοντας με δυναμικό, υλικό κι επιχειρήματα περί εγκληματικότητας, όλες εκείνες τις προϋποθέσεις κατάλυσης της δημοκρατίας.
Μερίδιο ευθύνης γι αυτό έχει και ο Σύριζα, που αν ήθελε να τιμήσει το «ριζοσπαστικό» του τίτλου του, θα έπρεπε να καθαρίσει το σώμα από τους μαφιόζους και τους χρυσαυγίτες. ΔΕΝ το έκανε όμως, [ο Τόσκας τρυφηλός και συμβιβαστικός κρατούσε ισορροπίες με τα θρασίμια] και τώρα είναι αχαλίνωτοι σε όλα τα επίπεδα….
Πολύ φοβάμαι πως είναι αργά για ριζοσπαστικές βελτιώσεις παρ’ όλ’ αυτά. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μπορέσει κάποια κυβέρνηση να ελέγξει ένα τόσο μεγάλης έκτασης μαφιόζικο κύκλωμα, με ερείσματα στη δικαιοσύνη, και στρατό από ναζί φερέλπιδων μαφιόζων. Σφηκοφωλιά στα πλευρά της κοινωνίας.
Μόνο ένα μαζικό κοινωνικό κίνημα έχει τη δυνατότητα να παράξει αποτέλεσμα, με την πειθώ του όγκου του και την καθαρότητα των προθεσεών του. Είμαστε οι πολλοί κι αρκεί να κινηθούμε. Να μην μένουμε άπραγοι και μοιρολάτρες.Ένα τέτοιο αυτοργανωμένο μαζικό κοινωνικό κίνημα, θα μπορεί με πολύμορφο δύσκολο αγώνα να αδρανοποιήσει αν δεν «εξουδετερώσει» αυτές τις πρακτικές, και να διαμορφώσει όλες εκείνες τις προϋποθέσεις ώστε να ξαναγυρίσουμε στα χρόνια της αθωότητας.
Υποβολή απάντησης