Το τελεσίγραφο. Η απειλή ως ευκαιρία

Η τακτική της όξυνσης της καταστολής του φασίζοντος ακροδεξιού σχηματισμού απέναντι στον αναρχικό χώρο, ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη. Άλλωστε το κενό της όποιας πολιτικής δικαίωσης των αντικοινωνικών πρακτικών και πολιτικών των ακροδεξιών, θα έπρεπε να καλυφθεί με το μανδύα μιας νομιμοφανούς σειράς επιχειρήσεων, εξιλαστήριο θύμα της οποίας είναι ο αναρχικός χώρος. Μια στόχευση που δεν έχει πολιτικό κόστος, -αντίθετα μάλιστα ικανοποιεί τα ταπεινά ένστικτα του δεξιού ακροατηρίου, που διαθέτει επιφανειακά κριτήρια, και οργάζει με τις πομπώδεις και ανούσιες εκτονώσεις τοξικής επιθετικότητας. Τα είχαμε προβλέψει.

Έτσι, επιλέχτηκε ο Χρυσοχοΐδης, που ακκιζόμενος  μπροστά στις κάμερες εκτονώνει από τη μεριά του τη μεγαλομανή του τοξικότητα. «Κύλισε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι». Σε αυτά προστίθεται και ο ενθουσιασμός του ακροδεξιού φελλού ψηφοφόρου, που βλέπει την εισβολή στα Εξάρχεια ως τη νέα Μικρασιατική εκστρατεία, αγνοώντας αφελώς τις όποιες πιθανές δυσμενείς για τους ίδιους συνέπειες, που μπορεί να προκύψουν ακόμα και ως αποτέλεσμα των επιχειρήσεων.  Άνθρωποι επικίνδυνοι λόγω άγνοιας, λογικές αφελείς και ανεδαφικές.

Έτσι ήρθε και το τελεσίγραφο. Ανεξάρτητα από την εγκυρότητά του, και από την όποια νομική δυνατότητα ευόδωσης και υλοποίησης του ως απειλής, ο αναρχικός χώρος θα πρέπει να το εκλάβει ως ένα σχέδιο, που οι υπέρτερες δυνάμεις του κράτους μπορούν να υλοποιήσουν, ανεξάρτητα από την όποια τζούφια μέχρι τώρα εμπειρία. Γνωρίζουμε άλλωστε ότι, η αναποτελεσματικότητα του ελληνικού κράτους είναι παροιμιώδης, και η «παρασημοφόρηση» των ανάξιων ο κανόνας, όπως έγινε με το Χρυσοχοΐδη για παράδειγμα, που του αποδόθηκε η εξάρθρωση της 17Ν, ενώ στη πράξη επρόκειτο για ένα τυχαίο γεγονός που οδήγησε στη σύλληψη των ένοπλων αγωνιστών, στη συγκυρία της υπουργίας του. Παρ’ όλα τα παραπάνω όμως, αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το τελεσίγραφο σα μια ουσιαστική απειλή, προκειμένου να αντιδράσουμε με το καλύτερο δυνατό τρόπο.

Κι εδώ, τίθεται το ερώτημα τι θα κάνει ο «χώρος» την επόμενη μέρα; Ποιες είναι οι επιλογές που έχει προκειμένου να αντιμετωπίσει τη καταστολή; Φυσικά θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι οι «μικρές μας ορδές» δε μπορούν να αντιπαρατεθούν με τις δυνάμεις καταστολής σε στρατιωτικό επίπεδο. Σε αυτές τις περιπτώσεις λίγα πράγματα μπορείς να κάνεις, και δεν είναι επί της παρούσης να τα αναλύσουμε, αν και υπάρχουν. Παρ’ ολ΄αυτά, ακόμα κι αν ο αντίπαλος σου επιτίθεται ακυρώνοντας τις υποδομές σου , εσύ γνωρίζοντας το συσχετισμό δυνάμεων θα πρέπει να αμυνθείς με κάποιο τρόπο. Αν και ο τρόπος αντίδρασης ποικίλλει ανάλογα με το αξιακό της κάθε συλλογικότητας και τις δυνατότητές της, σε τέτοιες περιστάσεις, η άποψή μου είναι ότι όταν ο αντίπαλος σου επιτίθεται με ορμή, εσύ οφείλεις να του δώσεις το χώρο που με την αδράνειά του θα τον κάνεις να γκρεμοτσακιστεί. Ας επιτεθεί απέναντι στο φάντασμά σου. Με τη φόρα που αυτοί έχουν πάρει θα συμβεί αυτό που δε θέλουν. Θα τους γυρίσει εναντίον τους.  Και αυτό θα συμβεί, γιατί ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τη κατάσταση είναι υπερφίαλος, ακριβώς όπως η κουλτούρα αλλά και ο υπουργός  τους. Ούτως ή άλλως, εμείς έχουμε τις ιδέες μας. Και αυτές κανείς δε μπορεί να μας τις πάρει. Και με αυτή τη παραδοχή, μπορούμε να υποψιαστούμε ποια θα μπορούσε να ήταν η στάση μας την επόμενη μέρα. Ο αναρχικός χώρος είναι πολιτικός χώρος, και στη προμετωπίδα των αγώνων του έχει τη πολιτική πρακτική με σκοπό τη κοινωνική αλληλεπίδραση για τη κοινωνική επανάσταση. Συνεπώς η στάση του δε μπορεί να είναι άλλη από τη πολιτική στάση.

Ευτυχώς οι συμμετέχοντες στον αναρχικό χώρο αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα την απειλή του κράτους, που στη συγκεκριμένη περίσταση εκφράζεται με αυτό το τελεσίγραφο. Αναγνωρίζω ότι οι συλλογικότητες θα συσκεφθούν και θα σταθμίσουν το κίνδυνο, θα συζητήσουν τις εναλλακτικές και το επέκεινα, και θα λάβουν τα μέτρα τους, ώστε στη περίπτωση υλοποίησης της απειλής, να αντιδράσουν με το καλύτερο τρόπο, ώστε να είναι συνεπείς με τον αξιακό τους κώδικα, και  να έχουν τις λιγότερες δυνατές απώλειες, σε έμψυχο δυναμικό κυρίως, αλλά και υποδομές εφόσον αυτό είναι μπορετό. Ακόμη θα πρέπει να έχουν σκεφτεί εναλλακτικές που αφορούν στην επόμενη ημέρα, εφόσον το σενάριο δεν είναι ευχάριστο. Σίγουρα η αλληλεγγύη θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.

Εκείνο που εγώ έχω να συνεισφέρω -στα πλαίσια πάντα της πολιτικής στάσης είναι να πω ότι, όσο κι αν η περίσταση φαντάζει δυσχερής, από την άλλη πλευρά θα μπορούσε να είναι κι ευκαιρία. Ευκαιρία να βγούμε ακόμα περισσότερο στο δρόμο, ν’ αναμιχθούμε με τον κόσμο, και να μπούμε στη κάματο της ζύμωσης μαζί του, με τρόπο επίμονο και συστηματικό, όσο κουραστικό, κοπιαστικό και δύσκολο φαντάζει αυτό. Ήταν είναι και θα είναι απαραίτητο για το χώρο, ο εμπλουτισμός του με νέους συντρόφους. Ο Χρυσοχοΐδης μπορεί να θέλει να κλείσει τις καταλήψεις. Ακόμα κι αν αυτό συμβεί, πράγμα αμφίβολο αν και κατά πόσο θα τα καταφέρει, κατευθύνει άθελά του τον αναρχικό χώρο ακόμα περισσότερο στις πλατείες, στους χώρους δουλειάς, και στη γειτονιά. Εκεί που θα έπρεπε να είναι ο προνομιακός του χώρος. Το «οξυγόνο» του. Ο χώρος δράσης του. Με αυτή τη διαφαινόμενη επίθεση, μας υποδεικνύεται από τις συνθήκες, η αξία της εξωστρέφειας στον αγώνα, ώστε να γίνουμε ακόμα περισσότερο επικίνδυνοι για το κράτος και το κεφάλαιο.

Η καταστολή και το κλείσιμο των καταλήψεων, πέρα από την όποια προσωρινή δυσχέρεια μπορεί να προκαλέσει, θα αναγκάσει πολλούς από εμάς, να σκεφτούμε μιαν άλλη οπτική του αγώνα. Μιαν οπτική με βάθος χρόνου, με αναπτυξιακό σχεδιασμό, με στοχεύσεις στην αποτελεσματικότητα, με ποιοτικότερες σχέσεις αλληλεγγύης και αλληλοσεβασμού, με βάσιμες υποδομές και πάνω απ’ όλα συγκρότηση. Οργανωτική συγκρότηση, αλλά και συγκρότηση μιας σύγχρονης πρότασης προς τη κοινωνία. Να φτιάξουμε ένα δικό μας ενιαίο συγκρότημα, τα πρώτα βήματα του οποίου, θα είναι οι εξωστρεφείς δράσεις των ομάδων, που στοχεύουν στο αποτέλεσμα, και που δεν είναι άλλο από τη συσπείρωση των μελών, συντρόφων, αλλά και των φίλων γύρω από τις συλλογικότητες, και το δυνάμωμά τους,  ώστε να φέρουν και τους πόρους εκείνους για την μετέπειτα εύρυθμη λειτουργία τους. Που θα δημιουργούν οικονομίες κλίμακας με κοινές υποδομές υποστήριξης του αγώνα, και θα φέρουν και τις συνεννοήσεις μεταξύ των ομάδων, ως ελάχιστο προαπαιτούμενο για τη συνεργατική λειτουργία τους. Να ριζώσουμε το κίνημα μέσα στη κοινωνία. Μας δίνεται η ευκαιρία να στοχαστούμε την αξία της εμβάθυνσης, της μεθοδικότητας, της συνέπειας και της επιμονής. Την ανάγκη βαθιάς θεμελίωσης, ενός πολιτικού κινήματος ανεπηρέαστου από τις όποιες εξουσιαστικές επιθέσεις. Της προσήλωσης στο στόχο, που δεν είναι άλλος από το βάθεμα του κοινωνικού κινήματος με στόχο τη κοινωνική επανάσταση.

Το τελεσίγραφο Χρυσοχοΐδη, θα πρέπει να σημαίνει το κάλεσμα για ένα νέο ξεκίνημα, απαλλαγμένο από τα βάρη και τα προβλήματα του παρελθόντος. Εξωστρεφές, δημιουργικό και πάνω απ’ όλα αποτελεσματικό. Το τελεσίγραφο που θα μας κάνει πραγματικά επικίνδυνους, θα είναι αυτό το δικό μας, που θα γυρίσει εναντίον τους, και θα προδιαγράψει γι αυτούς την αρχή της αντίστροφης μέτρησης.

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*